Συνέντευξη της Υποδιοικήτριας της Τράπεζας της Ελλάδος Χριστίνας Παπακωνσταντίνου στη «Ναυτεμπορική» για τον ασφαλιστικό κλάδο, με τίτλο «Αναγκαίος ένας ολιστικός εθνικός σχεδιασμός για την ιδιωτική ασφάλιση» στον Πλάτωνα Τσούλο
21/11/2025 - Άρθρα & Συνεντεύξεις
Σε τι βαθμό οι διεθνείς εντάσεις επηρεάζουν το εποπτικό έργο της Τράπεζας της Ελλάδος; Σας προβληματίζει το ενδεχόμενο συστημικών κινδύνων;
Είναι γεγονός ότι το διεθνές οικονομικό και χρηματοπιστωτικό περιβάλλον χαρακτηρίζεται από αβεβαιότητα και εντεινόμενες προκλήσεις, όπως η αύξηση των γεωπολιτικών κινδύνων, του κινδύνου κυβερνοασφάλειας και του ενδεχομένου απότομης ανατιμολόγησης των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων διεθνώς.
Η Τράπεζα της Ελλάδος, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, παρακολουθεί και αξιολογεί τους συστημικούς κίνδυνους και λαμβάνει τα κατάλληλα μακροπροληπτικά μέτρα, όπως για παράδειγμα, αύξηση του ποσοστού του αντικυκλικού κεφαλαιακού αποθέματος ασφαλείας για τα πιστωτικά ιδρύματα στην Ελλάδα. Επιπλέον, οι συστημικοί κίνδυνοι λαμβάνονται υπόψη στην άσκηση της μικροπροληπτικής εποπτείας.
Η Τράπεζα της Ελλάδος αξιοποιεί κατάλληλες εποπτικές μεθοδολογίες και εργαλεία για την έγκαιρη αναγνώριση, αξιολόγηση και διαχείριση νέων κινδύνων. Ωστόσο, καθώς η πιθανότητα εκδήλωσης συστημικών κινδύνων παραμένει υπαρκτή, είναι αναγκαία η διαρκής επαγρύπνηση και η άμεση ανταπόκριση με την εφαρμογή προληπτικών εποπτικών μέτρων, όποτε κρίνεται αναγκαίο. Προς αυτή την κατεύθυνση, αξίζει να υπογραμμιστεί η σημασία της διασυνοριακής συνεργασίας και της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των εποπτικών αρχών, με στόχο την αποτελεσματική προστασία των ασφαλισμένων.
Κατά το παρελθόν η ασφαλιστική αγορά απολάμβανε γενναία φορολογικά κίνητρα προκειμένου να αναπτύξει ταχύτερα τις εργασίες της. Έχουν ωριμάσει οι συνθήκες στην οικονομία ώστε να προωθηθούν ανάλογα μέτρα;
Η λήψη μέτρων στην κατεύθυνση που αναφέρετε θα πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο ενός μακροπρόθεσμου και ολιστικού εθνικού σχεδιασμού για το ρόλο της ιδιωτικής ασφάλισης και να ενταχθεί στην ευρύτερη φορολογική στρατηγική. Η εισαγωγή φορολογικών κινήτρων θα μπορούσε, υπό προϋποθέσεις, να ενισχύσει το βαθμό ασφαλιστικής διείσδυσης, ο οποίος στην Ελλάδα είναι χαμηλός. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ασφάλιση έναντι κινδύνων φυσικών καταστροφών για την οποία πρόσφατα εισήχθησαν μεταξύ άλλων φορολογικά κίνητρα, με στόχο τη μείωση του κενού ασφάλισης για αυτούς τους κινδύνους. Έτσι, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις καλούνται να αξιολογούν και να αναλαμβάνουν αυτούς τους κινδύνους, απορροφώντας ζημίες που διαφορετικά θα επιβάρυναν φυσικά και νομικά πρόσωπα, καθώς και τον κρατικό προϋπολογισμό.
Γενικότερα στην Ελλάδα η έννοια της συμπληρωματικότητας στην ασφάλιση λογίζεται υποβαθμισμένη, κρίνοντας από το χαμηλό βαθμό συμμετοχής των ασφαλιστικών εταιρειών στις μελλοντικές συντάξεις, όπως και στην Υγεία. Υπό ποιους όρους θα μπορούσε να ξεπεραστεί αυτό το τόσο σημαντικό, επί της ουσίας κοινωνικό, ζήτημα;
Πράγματι, στην Ελλάδα, η συμπληρωματική ασφάλιση είναι περιορισμένη, καθώς η πλειονότητα του πληθυσμού εξακολουθεί να στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά στο δημόσιο σύστημα, τόσο για τη σύνταξη όσο και για την υγειονομική περίθαλψη.
Μία σημαντική πρόκληση για τα συστήματα κοινωνικής και ασφάλισης και υγείας είναι η γήρανση του πληθυσμού, που αυξάνει την πίεση για επαρκείς και πιο ποιοτικές συνταξιοδοτικές παροχές και υπηρεσίες υγείας. Καθίσταται συνεπώς αναγκαία η ενίσχυση της συμπληρωματικής ασφάλισης, με τη συμμετοχή μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού σε ιδιωτικά συνταξιοδοτικά προγράμματα και προγράμματα νοσοκομειακής κάλυψης που προσφέρουν ουσιαστική προστιθέμενη αξία στους ασφαλισμένους. Η Πολιτεία και η ασφαλιστική αγορά μπορούν να συνεργαστούν στη διαμόρφωση στοχευμένων κινήτρων που θα συνεισφέρουν στην κατεύθυνση αυτή, με στόχο η ασφαλιστική διείσδυση στη χώρα να προσεγγίσει τα ευρωπαϊκά επίπεδα. Από πλευράς μας συνεισφέρουμε στην κατεύθυνση αυτή, διασφαλίζοντας τη φερεγγυότητα του ασφαλιστικού κλάδου που ενισχύει την εμπιστοσύνη των πολιτών στην ιδιωτική ασφάλιση.
Ανεξάρτητα από τη θεσμοθέτηση του νέου Δείκτη μέτρησης του κόστους υγείας από την ΕΛΣΤΑΤ, οι αυξήσεις στα ασφάλιστρα των ισοβίων προγραμμάτων θέτουν όλο και περισσότερους ασφαλισμένους εκτός καλύψεων. Ποια λύση θα προτείνατε για την αντιμετώπιση ενός προβλήματος που πλέον λαμβάνει κοινωνικές διαστάσεις;
Το ασφάλιστρο που χρεώνουν οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις και καλούνται να πληρώσουν οι ασφαλισμένοι βρίσκεται στον πυρήνα κάθε συστήματος ιδιωτικής ασφάλισης υγείας.
Η κερδοφορία των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, η φερεγγυότητά τους και η δυνατότητά τους να καταβάλλουν στους ασφαλισμένους τις παροχές που περιγράφονται στα συμβόλαιά τους επηρεάζονται από το ύψος του ασφαλίστρου. Ωστόσο, όταν αυτό δεν είναι οικονομικά προσιτό για τον μέσο καταναλωτή μπορεί να δημιουργηθούν κενά στην προστασία των ασφαλισμένων.
Διεθνώς, έχουν αναπτυχθεί μέθοδοι που συμβάλλουν στον περιορισμό του κόστους των υπηρεσιών υγείας και της εκτίναξης των ασφαλίστρων. Η τιμολόγηση υπηρεσιών υγείας, δηλαδή εξετάσεων και θεραπειών, με βάση «ομογενείς διαγνωστικές ομάδες» (diagnosis related groups – DRGs) αποτελεί ένα σύστημα όπου κάθε διαγνωστική ομάδα έχει σταθερή χρέωση για την ασφαλιστική επιχείρηση ανεξαρτήτως πλήθους εξετάσεων ή ποσότητας υλικών, ώστε οι πάροχοι υπηρεσιών υγείας να έχουν κίνητρο για αποτελεσματικότερη χρήση πόρων. Μια άλλη διεθνής πρακτική είναι η διεύρυνση των διαθέσιμων παρόχων από τους οποίους οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις μπορούν να προμηθευτούν υπηρεσίες υγείας, για παράδειγμα, μέσω σύμπραξης ιδιωτικού και δημόσιου τομέα (ΣΔΙΤ). Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις θα μπορούσαν, κάτω από όρους και προϋποθέσεις, να χρεώνονται για ιατρικές πράξεις που θα γίνονται στα δημόσια νοσοκομεία με αυξημένο όφελος για το δημόσιο σύστημα υγείας και, παράλληλα, περιορισμό του κόστους για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις. Η εφαρμογή αυτών των μεθόδων θα μπορούσε να εξεταστεί και για την Ελλάδα.
Έχουν τα περιθώρια οι ασφαλιστικές εταιρείες να στηρίξουν δυναμικότερα την προσπάθεια επίλυσης του δημογραφικού προβλήματος της χώρας;
Οι δημογραφικές μεταβολές δημιουργούν αυξημένες προκλήσεις για τα κοινωνικά συστήματα και επηρεάζουν τη ζήτηση για ασφαλιστικά προϊόντα. Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, αξιοποιώντας τη μακροχρόνια εμπειρία τους στη διαχείριση κινδύνων, μπορούν να αναπτύσσουν προϊόντα και υπηρεσίες που καλύπτουν ανάγκες μακροχρόνιας φροντίδας, συνταξιοδότησης, πρόληψης υγείας και στήριξης οικογενειών. Ταυτόχρονα, ως θεσμικοί επενδυτές, μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη, κινητοποιώντας τις αποταμιεύσεις και διοχετεύοντάς τες σε παραγωγικές τοποθετήσεις.
Τι σημαίνει για τον Επόπτη της ασφαλιστικής αγοράς η στροφή που κάνουν οι τράπεζες προς το bancassurance;
Το bancassurance αποτελεί ένα ιδιαίτερο και ευρέως διαδεδομένο δίαυλο διανομής ασφαλιστικών προϊόντων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Ελλάδα. Για την αποτελεσματική του λειτουργία απαιτούνται στοχευμένες εποπτικές δράσεις, που αποτρέπουν παραπλανητικές πρακτικές πώλησης και διασφαλίζουν την ορθή εφαρμογή μηχανισμών Εποπτείας και Διακυβέρνησης Προϊόντων (Product Oversight and Governance - POG), ώστε τα προϊόντα να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των ασφαλισμένων. Ως εποπτική αρχή, αξιολογούμε τη συμμόρφωση των πιστωτικών ιδρυμάτων με την Οδηγία για τη Διανομή Ασφαλιστικών Προϊόντων (Insurance Distribution Directive), με στόχο την προστασία του καταναλωτή. Η τεχνητή νοημοσύνη αναμένεται να ενισχύσει τις εποπτικές διαδικασίες, βελτιώνοντας την παρακολούθηση, την ανάλυση και την αξιολόγηση των κινδύνων που σχετίζονται με το bancassurance.
Τα crypto-νομίσματα κερδίζουν όλο και περισσότερο την προσοχή των επενδυτών. Προσφέρονται επενδυτικά για τις ασφαλιστικές εταιρείες;
Τα κρυπτονομίσματα αποτελούν μια ταχέως αναπτυσσόμενη κατηγορία ψηφιακών περιουσιακών στοιχείων, η οποία συνοδεύεται από προκλήσεις και κινδύνους για τους επενδυτές. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση ο Κανονισμός MiCA (Κανονισμός για τις αγορές κρυπτοστοιχείων) έχει θεσπίσει το ρυθμιστικό πλαίσιο για συγκεκριμένες κατηγορίες κρυπτοστοιχείων, αποτελώντας ένα σημαντικό πρώτο βήμα για τη διασφάλιση της διαφάνειας, της εποπτείας και της προστασίας των επενδυτών. Όσον αφορά ειδικότερα τον ασφαλιστικό κλάδο, η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (EIOPA) έχει παράσχει τεχνική γνώμη στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με την ενσωμάτωση κεφαλαιακών απαιτήσεων για επενδύσεις σε κρυπτονομίσματα, με στόχο τη διατήρηση της χρηματοοικονομικής σταθερότητας και της ανθεκτικότητας του κλάδου. Η εν λόγω γνώμη αναμένεται να ενσωματωθεί στις κανονιστικές λεπτομέρειες για την εφαρμογή της αναθεωρημένης Οδηγίας «Φερεγγυότητα ΙΙ» το 2027.
Θεωρείτε πιθανό τον κίνδυνο μιας μελλοντικής υπερσυγκέντρωσης του κλάδου, ιδιαίτερα στις ασφάλισης Υγείας - Ζωής;
Στον κλάδο ασφαλίσεων ζωής δραστηριοποιούνται σήμερα 15 ασφαλιστικές, εκ των οποίων οι 6 μεγαλύτερες καλύπτουν περίπου το 95% της συνολικής παραγωγής ασφαλίστρων. Οι σημαντικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις στο σύγχρονο περιβάλλον, όπως η ανάγκη για τεχνολογικό μετασχηματισμό, ενδέχεται να οδηγήσουν σε περαιτέρω αναδιάρθρωση του κλάδου προς αναζήτηση οικονομιών κλίμακας.
Εδώ και πολύ καιρό γίνεται ιδιαίτερος λόγος για την τεχνητή νοημοσύνη και τις λύσεις που προσφέρει στους ελεγκτικούς μηχανισμούς. Η Τράπεζα της Ελλάδος επενδύει προς αυτή την κατεύθυνση ώστε να διευκολυνθεί στο έργο της; Ποιος είναι γενικότερα ο σχεδιασμός της;
Η Τράπεζα της Ελλάδος επενδύει ενεργά στην αξιοποίηση καινοτόμων τεχνολογιών, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, με στόχο την ενίσχυση της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας της εποπτείας. Στο πλαίσιο αυτό, συμμετέχουμε ενεργά στις κοινές πρωτοβουλίες του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (SSM) για την ανάπτυξη εξειδικευμένων εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης για εποπτικούς σκοπούς. Με τη χρήση των νέων τεχνολογιών καθίσταται εφικτή η ενδελεχής ανάλυση των εποπτικών δεδομένων προκειμένου να αναδειχθούν πρότυπα κινδύνου που διαφορετικά θα ήταν δύσκολο να εντοπιστούν, συμβάλλοντας έτσι στο έργο της προληπτικής εποπτείας που ασκεί η Τράπεζα της Ελλάδος. Ταυτόχρονα υπάρχει μέριμνα προκειμένου για τη διαφύλαξη της εμπιστευτικότητας και ακεραιότητας των εποπτικών δεδομένων και τον έλεγχο της εγκυρότητας των αποτελεσμάτων της ανάλυσης που βασίζεται στην τεχνητή νοημοσύνη.
Πώς βλέπετε να επιδρά η τεχνητή νοημοσύνη στην ασφαλιστική αγορά και πιο συγκεκριμένα στα δίκτυα πωλήσεων - τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές;
Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις χρησιμοποιούν την τεχνητή νοημοσύνη στην αξιολόγηση και ανάληψη κινδύνων, στην τιμολόγηση προϊόντων αλλά και στο διακανονισμό αποζημιώσεων. Η επίδρασή της στους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές παραμένει περιορισμένη.
Η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης έχει ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη πιο εξατομικευμένων προϊόντων και υπηρεσιών, που βελτιώνουν την εμπειρία του πελάτη και διαμορφώνουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην αγορά για την ασφαλιστική επιχείρηση. Επιπλέον, η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να συμβάλει στην αυξημένη αποδοτικότητα και αυτοματοποίηση διαδικασιών και τη βελτιωμένη ακρίβεια προβλέψεων. Αναγνωρίζουμε ωστόσο ότι ένας εγγενής κίνδυνος της τεχνητής νοημοσύνης είναι η έλλειψη διαφάνειας και ο πιθανός περιορισμός της πρόσβασης σε ασφαλιστικά προϊόντα για συγκεκριμένες ομάδες. Στο πλαίσιο της προληπτικής εποπτείας, όπως προανέφερα, αναπτύσσουμε τα κατάλληλα εργαλεία για να παρακολουθούμε τις εξελίξεις στην αγορά.