EN

Ομιλίες

  • Κοινοποίηση:

Ομιλία του π.Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ.Δημητρίου Ι. Χαλικιά στην εκδήλωση εις μνήμην του Καθηγητή Ξενοφώντα Ζολώτα με θέμα: To έργο του Ξενοφώντα Ζολώτα ως Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος

25/02/2005 - Ομιλίες

Με ιδιαίτερη ικανοποίηση ανταποκρίθηκα στην πρόταση του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Ν. Γκαργκάνα να παρουσιάσω στη σημερινή εκδήλωση το έργο του Ξενοφώντα Ζολώτα ως Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος. Είναι πολύ περισσότερο από ικανοποίηση. Είναι χρέος προς τον Ξενοφώντα Ζολώτα, υπό τον οποίο εθήτευσα στην Τράπεζα επί μία μακρά χρονική περίοδο.

Αν μου εζητείτο να σκιαγραφήσω την προσωπικότητα του Ξενοφώντα Ζολώτα θα έλεγα πολύ συνοπτικά ότι ήταν μία ισχυρή προσωπικότητα, που έχει σφραγίσει την οικονομική πορεία της χώρας. Για όσους τον γνώρισαν και εργάστηκαν κοντά του ήταν υπόδειγμα ήθους, εργατικότητας, συνέπειας και αφοσίωσης στο έργο που αναλάμβανε. Τον χαρακτήριζε ένα υψηλό αίσθημα ευθύνης. Στις σχέσεις του με τους συνεργάτες του ήταν απλός, προσηνής και ανοικτός σε νέες απόψεις και αντιλήψεις. Ήταν καλός συζητητής και αναζητούσε πάντοτε την ορθή λύση. Για μένα ήταν εξαιρετική τιμή και προνόμιο ότι εργάστηκα υπό τον Ξενοφώντα Ζολώτα στην Τράπεζα της Ελλάδος.

Υπήρξα ένας από τους στενότερους συνεργάτες του. Επιπλέον, υπό την ιδιότητα του Οικονομικού Συμβούλου της Τράπεζας της Ελλάδος από το 1974 συνόδευα τον Ξενοφώντα Ζολώτα στις αποστολές του στο εξωτερικό. Είμαι επομένως, νομίζω, σε θέση να δώσω μία εικόνα του έργου του στην Τράπεζα της Ελλάδος και γενικότερα ως κεντρικού τραπεζίτη, γιατί οι απόψεις του σε θέματα αναφερόμενα στην αναμόρφωση και ισχυροποίηση του διεθνούς νομισματικού συστήματος είχαν απήχηση και στο εξωτερικό.

Τα νομισματικά θέματα και η άσκηση της νομισματικής πολιτικής ήταν βασικοί τομείς της επιστημονικής και επαγγελματικής δραστηριότητας του Ξενοφώντα Ζολώτα. Το συγγραφικό του έργο σε νομισματικά θέματα είναι πλούσιο, έχει σε μεγάλο βαθμό πρακτικό προσανατολισμό και αναφέρεται κυρίως σε ελληνικά θέματα νομισματικής πολιτικής. Το επιστημονικό όμως ενδιαφέρον του δεν περιοριζόταν στη σφαίρα της νομισματικής πολιτικής. Ήταν πολύ ευρύτερο. Εκτός του ότι ήταν ένας διακεκριμένος ακαδημαϊκός δάσκαλος, ήταν αυτό που αποκαλούμε γενικός οικονομολόγος, με σημαντικό συγγραφικό έργο σε πολλούς τομείς της οικονομικής επιστήμης και ενδιαφέρον για τα κοινωνικά προβλήματα.

Δεν θα ασχοληθώ με την παρουσίαση του συγγραφικού έργου του Ξενοφώντα Ζολώτα. Με το θέμα αυτό θα ασχοληθούν άλλοι ομιλητές. Πριν προχωρήσω όμως στην παρουσίαση του έργου του στη σφαίρα της νομισματικής πολιτικής, που είναι το αντικείμενο της ομιλίας μου, κρίνω σκόπιμο να αναφερθώ σε ορισμένες άλλες πλευρές της προσωπικότητας και του έργου του Ξενοφώντα Ζολώτα.

Θα αναφερθώ κατά πρώτο στην ευρηματικότητα που τον χαρακτήριζε, στην ικανότητά του να εφευρίσκει τρόπους που εντυπωσίαζαν και προκαλούσαν το γενικό ενδιαφέρον σε κάποιο θέμα στο οποίο ήθελε να επισύρει την προσοχή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ομιλία του στην ετήσια κοινή σύνοδο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Διεθνούς Τράπεζας τον Σεπτέμβριο του 1957. Μίλησε στην αγγλική γλώσσα χρησιμοποιώντας αποκλειστικά ελληνικές λέξεις που περιλαμβάνονται αυτούσιες στο αγγλικό λεξιλόγιο και έγινε απόλυτα αντιληπτός από το πολυπληθές διεθνές ακροατήριο, στο οποίο περιλαμβάνονταν οι Υπουργοί Οικονομικών και οι Διοικητές των κεντρικών τραπεζών των χωρών που συμμετείχαν στους δύο αυτούς διεθνείς οικονομικούς οργανισμούς. Επρόκειτο για απροσδόκητη ομιλία που εντυπωσίασε για την πρωτοτυπία της. Σκοπός του δεν ήταν να εντυπωσιάσει. Ήθελε να προβάλει τη συμβολή της ελληνικής γλώσσας και της κλασικής Ελλάδος στον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Και το πέτυχε κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Η ομιλία αυτή του Ξενοφώντα Ζολώτα είχε διεθνή προβολή και απήχηση. Την επόμενη μέρα ήταν πρωτοσέλιδο στους New York Times και στην Washington Post.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό του Ξενοφώντα Ζολώτα ήταν ένας υψηλός βαθμός διορατικότητας. Είχε την ικανότητα να προβλέπει τις οικονομικές εξελίξεις και τους πιθανούς οικονομικούς κινδύνους και να υποδεικνύει εγκαίρως τα κατάλληλα μέτρα για την αποτροπή των κινδύνων. Είχε ακόμη την ικανότητα να επισημαίνει, να φέρνει στην επιφάνεια και να προβάλει προβλήματα τα οποία στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή είχαν βαρύνουσα σημασία για την ελληνική οικονομία.

Οφείλω ακόμη να αναφέρω ότι ο Ξενοφών Ζολώτας ήταν θερμός υποστηρικτής του ευρωπαϊκού προσανατολισμού της χώρας και εργάστηκε με όλες τις δυνάμεις του για την ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ. Γενικότερα, στις επαφές του στο εξωτερικό με πάθος και μεθοδικότητα υποστήριζε τα συμφέροντα της χώρας, όχι μόνο τα οικονομικά, αξιοποιώντας το υψηλό κύρος που διέθετε και την γενική εκτίμηση και αξιοπιστία που απολάμβανε.

Τέλος, θα ήταν παράλειψη αν δεν ανέφερα την ίδρυση από τον Ξενοφώντα Ζολώτα μίας σύγχρονης Διεύθυνσης Οικονομικών Μελετών στην Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία έχει υποβοηθήσει στη διαμόρφωση και άσκηση της νομισματικής πολιτικής και έχει προσφέρει στελέχη για την επάνδρωση βασικών υπηρεσιών της Τράπεζας, και επιπλέον έχει προσφέρει σημαντικό αριθμό στελεχών στη δημόσια διοίκηση και στην οικονομία και διδακτικό προσωπικό στα πανεπιστήμια. Ακόμη, έχει υποβοηθήσει το έργο των οικονομικών κρατικών υπηρεσιών με τη μελέτη θεμάτων κρατικού ενδιαφέροντος.

1. Ο Ξενοφών Ζολώτας Συνδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος

Σχετικά με το έργο του Ξενοφώντα Ζολώτα στην Τράπεζα της Ελλάδος θα αναφερθώ κατά πρώτον στην πράγματι μεγάλη συμβολή του σε μια κρίσιμη καμπή και ιδιαίτερα δυσχερή οικονομική κατάσταση, την πρώτη περίοδο μετά την απελευθέρωση της Ελλάδος από τη γερμανική κατοχή. Ευρέθη στο κέντρο των αποφάσεων κατά τη μετάβαση από το νομισματικό χάος της κατοχής στην εισαγωγή νέου νομίσματος, της νέας δραχμής, τον Νοέμβριο του 1944 και στις προσπάθειες για τη σταθεροποίηση του νέου νομίσματος. Στην κρίσιμη αυτή περίοδο, ο Ξενοφών Ζολώτας διορίστηκε την 19η Οκτωβρίου 1944 Συνδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος. Διοικητής από το 1939 ήταν ο Κυριάκος Βαρβαρέσος, ο οποίος όμως κατά την περίοδο αυτή δεν είχε επιστρέψει στην Ελλάδα από το Λονδίνο. Επομένως, η κύρια ευθύνη για τη Διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδος και την εισαγωγή και σταθεροποίηση του νέου νομίσματος ανελήφθη από τον Ξενοφώντα Ζολώτα.

Επρόκειτο για ιδιαίτερα δυσχερές εγχείρημα, αν ληφθούν υπόψη οι οικονομικές, νομισματικές και πολιτικές συνθήκες που επικρατούσαν το φθινόπωρο του 1944, μετά την απελευθέρωση της χώρας από την ξένη κατοχή. Η κατάσταση της οικονομίας ήταν χαώδης. Οι καταστροφές της υποδομής ήταν πολύ μεγάλες. Το παραγωγικό δυναμικό στη μεταποίηση και στον αγροτικό τομέα είχαν υποστεί μεγάλες καταστροφές. Η παραγωγή είχε πέσει σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Πρόσθετες δυσχέρειες δημιουργούσε η πλήρης εξάρθρωση της κρατικής μηχανής στη διάρκεια της κατοχής και το ότι δεν είχε αποκατασταθεί η κρατική εξουσία στο μεγαλύτερο τμήμα της χώρας, ενώ επικρατούσαν συνθήκες σύγχυσης και πολιτικής αβεβαιότητας.

Ακόμη χειρότερες ήταν οι συνθήκες που επικρατούσαν στον νομισματικό τομέα. Μετά τον υπερπληθωρισμό της κατοχικής περιόδου, η αξία της δραχμής είχε εκμηδενισθεί. Ο πληθωρισμός κάλπαζε. Δημόσια έσοδα δεν υπήρχαν. Το σύνολο των κρατικών δαπανών εχρηματοδοτείτο με την έκδοση χρήματος από την Τράπεζα της Ελλάδος, ενώ υπήρχε πλήρης αδυναμία τραπεζικής δανειοδότησης των επιχειρήσεων. Η δραχμή είχε παύσει να επιτελεί τις λειτουργίες νομίσματος, να χρησιμοποιείται ως μέσο συναλλαγών και ως μέτρο αξιών. Οι συναλλαγές γίνονταν με αντιπραγματισμό ή σε χρυσές λίρες. Μέτρο αξιών ήταν η χρυσή λίρα ή κατά περιοχές διάφορα βασικά προϊόντα.

Επομένως, ένα από τα πρώτα προβλήματα που έπρεπε να αντιμετωπισθεί ήταν να εκδοθεί νέο νόμισμα που θα αντικαθιστούσε την απαξιωμένη κατοχική δραχμή και να ληφθούν μέτρα που θα διασφάλιζαν τη σταθερότητά του, και παράλληλα να προωθηθεί η αποκατάσταση των ζημιών του πολέμου και η επαναλειτουργία του παραγωγικού δυναμικού της οικονομίας. Σε υπόμνημα της 1ης Νοεμβρίου του 1944 προς τους αρμόδιους Υπουργούς και τους οικονομικούς εκπροσώπους των συμμάχων, ο Ξενοφών Ζολώτας αναφέρει ότι "δεν έχουν πληρωθεί οι όροι της μονίμου κατοχυρώσεως της σταθεροποιήσεως ώστε να προβώμεν εις το μέτρον τούτο (της εκδόσεως νέου χρήματος) μετά πλήρους ασφαλείας. Επειδή όμως η κατάστασις αποβαίνει εξαιρετικώς κρίσιμος και η φυγή προ του νομίσματος επεκτείνεται ώστε να δημιουργήται κίνδυνος γενικωτέρων ανωμαλιών, παρά τους σοβαρούς ενδοιασμούς που θα είχομεν δια μίαν πρόωρον σταθεροποίησιν, φρονούμεν ότι, γενικώτερον σταθμιζομένης της καταστάσεως, είμεθα υποχρεωμένοι να επισπεύσωμεν την σταθεροποίησιν συγχρονιζομένην με την έκδοσιν νέας δραχμής, ανταλλαξίμου εις ωρισμένην ισοτιμίαν προς την παλαιάν".

Οι απόψεις και προτάσεις που διατυπώνει ο Ξενοφών Ζολώτας σε εκθέσεις και υπομνήματα παρουσιάζουν θεωρητικό και πρακτικό ενδιαφέρον και αποδεικνύουν την οξυδέρκεια και την ευθυκρισία που τον χαρακτήριζαν και τη βαθιά γνώση του σε νομισματικά θέματα. Ήταν ο άνθρωπος που μπορούσε να λαμβάνει γρήγορα δύσκολες αποφάσεις, σταθμίζοντας τις γενικότερες συνθήκες και τους κινδύνους υπό τις δεδομένες συνθήκες. Η νομισματική μεταρρύθμιση του Νοεμβρίου του 1944 ήταν πράγματι ένα ιδιαίτερα δυσχερές εγχείρημα. Δεν υπήρχε όμως εναλλακτική λύση. Η αναβολή της εισαγωγής του νέου νομίσματος θα μπορούσε να οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερη επιδείνωση των οικονομικών και νομισματικών συνθηκών, όπως ορθά είχε επισημάνει ο Ξενοφών Ζολώτας.

Οι προτάσεις του Ξενοφώντα Ζολώτα για την ποσότητα νέου χρήματος που θα εκδίδετο και κυρίως για τη χρονική κλιμάκωση της κυκλοφορίας του δεν συνέπιπταν με τις αντίστοιχες προτάσεις του Κυριάκου Βαρβαρέσου. Ήταν συντηρητικότερες. Ήταν αντίθετος σε μεγάλη και απότομη αύξηση της κυκλοφορίας νέων δραχμών, που θα μπορούσε, κατά την άποψή του, υπό τις επικρατούσες συνθήκες να οδηγήσει σε νομισματική αποσταθεροποίηση. Υποστήριζε ακόμη ότι η διεύρυνση της κυκλοφορίας νέων δραχμών απαιτούσε την αύξηση της προσφοράς αγαθών, ότι μέρος της αύξησης της κυκλοφορίας θα έπρεπε να διατεθεί στη χρηματοδότηση της οικονομίας για την επαναλειτουργία των επιχειρήσεων και ότι η χρηματοδότηση αναγκών του κράτους από την Τράπεζα της Ελλάδος θα έπρεπε να είναι αυστηρά περιορισμένη. Για τη χρηματοδότηση των δαπανών του κράτους έπρεπε να εξασφαλισθούν φορολογικά έσοδα. Υποστήριζε τέλος ότι η ρύθμιση της νομισματικής κυκλοφορίας θα έπρεπε να κατευθύνεται αποκλειστικά βάσει κριτηρίων νομισματικής πολιτικής.

Περαιτέρω, το σχέδιο Ζολώτα προέβλεπε καθορισμό ισοτιμίας της νέας δραχμής προς την αγγλική λίρα, η οποία θα έπρεπε να διατηρηθεί σταθερή, και να ισχύσει απεριόριστη αγορά και πώληση συναλλάγματος από την Τράπεζα της Ελλάδος στην ορισμένη ισοτιμία, ώστε να δημιουργηθεί εμπιστοσύνη στη νέα δραχμή. Προέβλεπε ακόμη σειρά άλλων ρυθμίσεων για τη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης στη νέα δραχμή. Για την επιτυχία της νομισματικής μεταρρύθμισης απέδιδε κεφαλαιώδη σημασία στην εξασφάλιση έγκαιρης και επαρκούς προσφοράς τροφίμων κυρίως μέσω εισαγωγών.

Οι προτάσεις του Ξενοφώντα Ζολώτα για τη νομισματική μεταρρύθμιση και την εισαγωγή της νέας δραχμής έγιναν αποδεκτές από την Κυβέρνηση και υιοθετήθηκαν από τις συμμαχικές κυβερνήσεις που θα στήριζαν τη μεταρρύθμιση, κυρίως με τη χρηματοδότηση αναγκαίων εισαγωγών τροφίμων και άλλων εφοδίων.

Η θητεία του Ξενοφώντα Ζολώτα στην Τράπεζα της Ελλάδος ήταν βραχεία. Αποχώρησε από τη συνδιοίκηση της Τράπεζας την 8ην Ιανουαρίου 1945. Η συμβολή του στον σχεδιασμό και στην εφαρμογή της νομισματικής μεταρρύθμισης και στην εισαγωγή του νέου νομίσματος ήταν ουσιαστική, όπως εξίσου ουσιαστικές ήταν και οι επισημάνσεις του για τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την επιτυχία της μεταρρύθμισης, που ανήκαν στην αρμοδιότητα της οικονομικής πολιτικής. Επέδειξε τόλμη, ρεαλισμό και επιδεξιότητα. Αυτός είναι ο πρώτος λόγος που έκρινα σκόπιμο να επεκταθώ στο έργο του Ξενοφώντα Ζολώτα κατά την ολιγόμηνη περίοδο συνδιοίκησής του της Τράπεζας της Ελλάδος. Ο δεύτερος είναι ότι το σημαντικό έργο που επετέλεσε κατά την περίοδο αυτή δεν είναι επαρκώς γνωστό.

Παρά τον αναμφισβήτητα άρτιο σχεδιασμό της νομισματικής μεταρρύθμισης και της εισαγωγής του νέου νομίσματος, η νομισματική σταθερότητα δεν επιτεύχθηκε. Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στο νέο νόμισμα μετά από μία μακρά εμπειρία υπερπληθωρισμού ήταν εκ των πραγμάτων δυσχερής. Επιπλέον, η πολιτική αβεβαιότητα και αστάθεια και τα Δεκεμβριανά ήταν αναπόφευκτο να υπονομεύσουν τη νομισματική μεταρρύθμιση. Ο Ξενοφών Ζολώτας είχε επισημάνει τους κινδύνους υπό τις επικρατούσες συνθήκες και τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την επιτυχία της μεταρρύθμισης. Καμία από τις αναγκαίες προϋποθέσεις δεν επληρώθηκε. Υπ' αυτές τις συνθήκες, ο ρυθμός του πληθωρισμού και τα δημόσια ελλείμματα διατηρήθηκαν σε πολύ υψηλά επίπεδα μέχρι το τέλος της δεκαετίας του '50. Ένα μεγάλο τμήμα της ξένης βοήθειας διετέθη σε στρατιωτικές δαπάνες και ένα πολύ υψηλό ποσοστό των δημόσιων δαπανών εξακολούθησε να χρηματοδοτείται με την έκδοση χρήματος. Η εμπιστοσύνη στο νόμισμα δεν αποκαταστάθηκε και οι καταθέσεις δεν είχαν αρχίσει να επανακάμπτουν στις τράπεζες. Επομένως, και η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων απαιτούσε την έκδοση χρήματος από την Τράπεζα της Ελλάδος.

2. Ο Ξενοφών Ζολώτας στη Διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδος

Ο Ξενοφών Ζολώτας ανέλαβε τη Διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδος τον Φεβρουάριο του 1955. Είχε προηγηθεί μία πενταετία κατά την οποία είχαν καταβληθεί εντατικές προσπάθειες για τη σταθεροποίηση της οικονομίας και την παγίωση κλίματος εμπιστοσύνης, μετά τον δεύτερο υπερπληθωρισμό και τις μεγάλες μακροοικονομικές ανισορροπίες της περιόδου 1945-1949. Στροφή της μακροοικονομικής πολιτικής προς σταθεροποιητική κατεύθυνση έγινε από το 1951, μετά την ανάληψη του Υπουργείου Συντονισμού και της ευθύνης για την άσκηση της οικονομικής πολιτικής από τον Γ. Καρτάλη. Στη διετία 1951-52 άλλαξε ριζικά προς περιοριστική κατεύθυνση η μακροοικονομική πολιτική. Το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού από ένα τέταρτο περίπου των κρατικών δαπανών στην οικονομική χρήση 1950-51 περιορίστηκε στο 7% στη χρήση 1952-53. Η περιοριστική κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής αντανακλάται στην εξέλιξη των τραπεζικών πιστώσεων που παρουσίασαν μείωση 3% το 1952, ενώ ο ρυθμός αύξησης του τιμαρίθμου έπεσε κάτω του 1%. Πράγματι, τη διετία 1951-52 επετεύχθη ουσιαστική πρόοδος στην άμβλυνση των μακροοικονομικών ανισορροπιών και επιπλέον εξασφαλίστηκαν κατάλληλες συνθήκες για την υποτίμηση της δραχμής, που κατά γενική εκτίμηση ήταν υπερτιμημένη. Ο Ξενοφών Ζολώτας, όπως και ο Κυριάκος Βαρβαρέσος, είχαν υποδείξει στην Κυβέρνηση την ανάγκη υποτίμησης της δραχμής.

Οι προσπάθειες για παγίωση συνθηκών σταθερότητας και εμπιστοσύνης συνεχίστηκαν και μετά το 1952, οπότε την ευθύνη για την άσκηση της νομισματικής πολιτικής ανέλαβε ο Σπ. Μαρκεζίνης. Μία από τις πρώτες αποφάσεις ήταν η υποτίμηση της δραχμής τον Απρίλιο του 1953 κατά 50%. Η νέα ισοτιμία της δραχμής, έναντι του δολαρίου ΗΠΑ, καθορίστηκε στις 30.000 δραχμές. (Δεν είχε αποφασιστεί η περικοπή των τριών μηδενικών από τα χαρτονομίσματα, τις τιμές και γενικά τους αριθμούς που έδειχναν νομισματικές αξίες. Η περικοπή, την οποία είχε υποδείξει ο Ξενοφών Ζολώτας, αποφασίστηκε τον Μάιο του 1954, οπότε η τιμή του δολαρίου ήταν 30 δραχμές αντί των 30.000 δραχμών). Συγχρόνως, καταργήθηκαν οι επιδοτήσεις των εξαγωγών και οι εισφορές στις εισαγωγές, που ποίκιλαν ευρύτατα κατά κατηγορία προϊόντων και οδηγούσαν ουσιαστικά σε σύστημα πολλαπλών τιμών συναλλάγματος, με σοβαρές στρεβλώσεις στη λειτουργία της οικονομίας. Η υποτίμηση συνδυάστηκε με κατάργηση των περιορισμών στις εισαγωγές, που ήταν επίσης μία σημαντική μεταρρύθμιση, η οποία συνέβαλε στην ομαλοποίηση της λειτουργίας της αγοράς και ανέκοψε τις αναπόφευκτες μετά την υποτίμηση ανατιμητικές τάσεις. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι πληθωριστικές επιδράσεις της υποτίμησης ήταν σχετικά περιορισμένες και ελεγχόμενες και ουσιαστικά εξαντλήθηκαν το 1955.

Επομένως, όταν ο Ξενοφών Ζολώτας ανέλαβε τη Διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδος το 1955, η οικονομική κατάσταση της χώρας είχε ομαλοποιηθεί σε σημαντικό βαθμό. Οι μακροοικονομικές ανισορροπίες είχαν αμβλυνθεί, ο πληθωρισμός είχε τεθεί υπό έλεγχο και η παραγωγή είχε υπερβεί το προπολεμικό επίπεδο, ενώ ίσχυε ρεαλιστική ισοτιμία της δραχμής. Εξακολουθούσαν όμως να υπάρχουν σοβαρά προβλήματα στον νομισματικό και πιστωτικό τομέα που απαιτούσαν άμεση παρέμβαση, σε ορισμένες περιπτώσεις λεπτούς χειρισμούς, και άσκηση συνετής νομισματικής πολιτικής.

Ένα σοβαρό πρόβλημα ήταν ότι στις ιδιωτικές συναλλαγές εξακολουθούσε να χρησιμοποιείται σε ευρεία έκταση η χρυσή λίρα, η οποία επιτελούσε από ορισμένες απόψεις λειτουργίες χρήματος. Οι τιμές των ακινήτων και άλλων περιουσιακών στοιχείων καθορίζονταν σε χρυσές λίρες, έστω και αν η καταβολή του τιμήματος στις σχετικές συναλλαγές γινόταν σε δραχμές. Ακόμη, η χρυσή λίρα εχρησιμοποιείτο ως μέσο αποθησαυρισμού. Επιπλέον, οι διακυμάνσεις της τιμής της χρυσής λίρας στην ελεύθερη αγορά επηρέαζαν τις τιμές των αγαθών, γεγονός που υποχρέωνε την Τράπεζα της Ελλάδος να παρεμβαίνει στην αγορά με σημαντικές πωλήσεις χρυσών λιρών, ιδίως σε περιόδους που εκδηλωνόταν ανησυχία του κοινού υπό την επίδραση εξωτερικών ή εσωτερικών γεγονότων.

Ο εξοβελισμός της χρυσής λίρας από τις συναλλαγές, που ήταν βασική επιδίωξη του Ξενοφώντα Ζολώτα για την εδραίωση της εμπιστοσύνης στη δραχμή, αποδείχτηκε στην πράξη δυσχερής και μόνο το 1966 κατέστη δυνατός με επιδέξια παρέμβαση και κατάλληλους χειρισμούς της Τράπεζας της Ελλάδος. Το σχέδιο Ζολώτα για τον εξοβελισμό της χρυσής λίρας από τις συναλλαγές, που υιοθετήθηκε και ετέθη σε εφαρμογή το 1966, προέβλεπε απαγόρευση της ελεύθερης αγοραπωλησίας χρυσών λιρών, πώληση χρυσών λιρών από την Τράπεζα της Ελλάδος μόνο μέσω επίσημων χρηματιστηριακών γραφείων, τα οποία υποχρεώνονταν να καταγράφουν το ονοματεπώνυμο και λοιπά στοιχεία του αγοραστού. Ο αγοραστής θα μπορούσε να μεταπωλήσει τις χρυσές λίρες μόνο μέσω της ιδίας οδού, οπότε θα του επιστρεφόταν η σχετική απόδειξη αγοράς. Η παράβαση των διατάξεων αυτών συνιστούσε ποινικό αδίκημα. Το εγχείρημα επέτυχε πλήρως. Η χρυσή λίρα έπαυσε να χρησιμοποιείται στις συναλλαγές και να επιτελεί λειτουργίες χρήματος και ενισχύθηκε η εμπιστοσύνη στη δραχμή.

Ένα δεύτερο πρόβλημα του οποίου η επίλυση είχε, κατά την άποψη του Ξενοφώντα Ζολώτα, προτεραιότητα ήταν ότι δεν είχε αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη του αποταμιευτικού κοινού στην τραπεζική κατάθεση. Μέχρι και το 1955 η εισροή ιδιωτικών αποταμιευτικών καταθέσεων στο τραπεζικό σύστημα ήταν πολύ περιορισμένη, με συνέπεια οι τράπεζες να αδυνατούν να ανταποκριθούν στη βασική τους λειτουργία της δανειοδότησης των επιχειρήσεων από ίδια διαθέσιμα. Η μόνη λύση ήταν η προσφυγή στην άντληση κεφαλαίων από την Τράπεζα της Ελλάδος, που επιβάρυνε την προσφορά χρήματος. Από το 1956 όμως σημειώθηκε απότομη μεγάλη αύξηση των ιδιωτικών αποταμιευτικών καταθέσεων. Αποφασιστικό ρόλο στη μεταστροφή της τάσεως του αποταμιευτικού κοινού έπαιξε η αύξηση τον Απρίλιο του 1956 των επιτοκίων των ιδιωτικών καταθέσεων ταμιευτηρίου και προθεσμίας από 7% σε 10%. Η αύξηση αυτή των επιτοκίων καταθέσεων αποδείχθηκε ιδιαίτερα επιτυχής. Το υπόλοιπο των ιδιωτικών αποταμιευτικών καταθέσεων υπερτριπλασιάστηκε το 1956 και συνέχισε να αυξάνει με ιδιαίτερα υψηλούς ρυθμούς τα επόμενα χρόνια. Συνέπεια ήταν η διεύρυνση του ρόλου των τραπεζών στη δανειοδότηση της οικονομίας και η μείωση της εξάρτησής τους από τη χρηματοδότηση της Τράπεζας της Ελλάδος.

Ο Ξενοφών Ζολώτας, όταν ανέλαβε τη Διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδος το 1955, είχε επίγνωση ότι, παρά την πρόοδο που είχε επιτελεσθεί, η εμπιστοσύνη στο νόμισμα δεν είχε πλήρως παγιωθεί και η πληθωριστική ψυχολογία δεν είχε εκλείψει. Η εμπειρία δύο υπερπληθωρισμών ήταν σχετικά νωπή και ο κίνδυνος αναζωπύρωσης του πληθωρισμού ήταν υπαρκτός, αν δεν ασκείτο συνετή νομισματική πολιτική και παράλληλα αν δεν κατοχυρωνόταν, σε μόνιμη βάση, η μακροοικονομική ισορροπία και κυρίως η δημοσιονομική ισορροπία. Είναι γνωστή η εμμονή του Ξενοφώντα Ζολώτα στη διασφάλιση της νομισματικής σταθερότητας και εννοούσε τόσο την εσωτερική όσο και την εξωτερική σταθερότητα της αξίας της δραχμής. Η νομισματική όμως σταθερότητα δεν ήταν αυτοσκοπός. Την έκρινε αναγκαία για τη διασφάλιση μακροχρόνιας, διατηρήσιμης οικονομικής ανάπτυξης και γενικότερα για την κοινωνική ευημερία. Και πράγματι την πρώτη περίοδο 1955-1967 της Διοίκησής του της Τράπεζας της Ελλάδος επετεύχθη ιδιαίτερα υψηλός ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης με παράλληλη διατήρηση νομισματικής σταθερότητας. Τη δεκαετία 1956-1965, ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος ήταν 6,6%, ο υψηλότερος στη Δυτική Ευρώπη, ενώ η μέση ετήσια αύξηση των τιμών ήταν 2,2%. Η Ελλάς είχε επιτύχει να συμβιβάσει τη νομισματική σταθερότητα με ένα ιδιαίτερα υψηλό ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης.

Στο σημείο αυτό, πρέπει να επισημάνω ότι ο Ξενοφών Ζολώτας πίστευε ότι υπάρχει σχέση αλληλεξάρτησης μεταξύ νομισματικής σταθερότητας και μακροχρόνιας οικονομικής ανάπτυξης. Χωρίς τη διασφάλιση νομισματικής σταθερότητας σε μόνιμη βάση, έκρινε αδύνατη την προώθηση μακροχρονίως διατηρήσιμης οικονομικής ανάπτυξης. Και αντιστρόφως, χωρίς οικονομική ανάπτυξη, που είναι αναγκαία για την ικανοποίηση των εύλογων προσδοκιών του πληθυσμού για βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, έκρινε δυσχερή τη διατήρηση της νομισματικής σταθερότητας σε μόνιμη βάση. Επομένως, μακροχρονίως μεταξύ των δύο αυτών επιδιώξεων, της νομισματικής σταθερότητας και της οικονομικής ανάπτυξης, υποστήριζε ότι υπάρχει σχέση αλληλεξάρτησης. Αποτελούν η κάθε μία απαραίτητη προϋπόθεση της άλλης και αναπόσπαστα στοιχεία μίας συνεχούς και ικανοποιητικής διαδικασίας ανάπτυξης. Παρατηρούμε όμως ότι βραχυχρονίως, για μία περιορισμένη χρονική περίοδο, είναι δυνατό να υπάρξει διαχωρισμός των δύο αυτών επιδιώξεων. Ειδικότερα, υποστήριζε ότι μονομερής επιδίωξη της νομισματικής σταθερότητας θα εδικαιολογείτο σε περιόδους πολύ υψηλού πληθωρισμού, προκειμένου να αρχίσει ή να τεθεί εκ νέου σε κίνηση μία επιτυχής διαδικασία ανάπτυξης.

Οι απόψεις αυτές πρυτάνευαν στην άσκηση της νομισματικής πολιτικής από τον Ξενοφώντα Ζολώτα. Η διασφάλιση της νομισματικής σταθερότητας ήταν βασική προϋπόθεση για την οικονομική πρόοδο. Περαιτέρω, υποστήριζε ότι τη νομισματική πολιτική δεν πρέπει να αντιστρατεύεται η δημοσιονομική πολιτική. Οι δύο αυτές πολιτικές είναι σκόπιμο να συντονίζονται και να έχουν την ίδια κατεύθυνση. Διαφορετικά, οι οικονομικές συνέπειες μπορεί να είναι σοβαρές. Υπάρχει σχετική εμπειρία από τη δεκαετία του '80, που η δημοσιονομική πολιτική ήταν έντονα επεκτατική και δημιουργούσε υπερβολικά δημόσια ελλείμματα, πλησίον του 20% του ΑΕΠ, ενώ από το άλλο μέρος η Τράπεζα της Ελλάδος ήταν υποχρεωμένη να ασκεί περιοριστική νομισματική πολιτική, για να αντισταθμίσει τις έντονες πληθωριστικές πιέσεις που είχαν την προέλευσή τους στα δημόσια ελλείμματα, αλλά σε σημαντικό βαθμό και στην επεκτατική πολιτική μισθών. Έχω τονίσει ότι επρόκειτο για εσφαλμένο μείγμα των μέσων οικονομικής πολιτικής, που ενθάρρυνε την κατανάλωση, αποθάρρυνε τις παραγωγικές επενδύσεις και τελικά οδήγησε σε στασιμοπληθωρισμό και στη συσσώρευση ενός υψηλού δημόσιου χρέους, που εξακολουθεί να επιβαρύνει την ελληνική οικονομία και να δημιουργεί δυσχέρειες στην άσκηση της οικονομικής πολιτικής.

Ο Ξενοφών Ζολώτας σε κάθε ευκαιρία με επιμονή ετόνιζε την ανάγκη ισοσκέλισης των δημόσιων οικονομικών, την οποία έκρινε προϋπόθεση τόσο για την άσκηση αποτελεσματικής νομισματικής πολιτικής όσο και για τη δημιουργία περιθωρίων για τη χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας. Επιπλέον, έκρινε σκόπιμη τη δημιουργία δημόσιας αποταμίευσης (εννοούσε τη δημιουργία πλεονασμάτων του τακτικού προϋπολογισμού) για να περιορίζεται η εξάρτηση της χρηματοδότησης του προγράμματος δημόσιων επενδύσεων από εξωτερικό δανεισμό. Ιδιαίτερα, θεωρούσε οικονομικά ασύμφορη την προσφυγή σε εξωτερικό δανεισμό για τη χρηματοδότηση δαπανών επενδύσεων κρατικού ενδιαφέροντος σε εγχώριο νόμισμα.

Επιπλέον, πρέπει να αναφέρω ότι ο Ξενοφών Ζολώτας υποστήριζε ότι για την ορθή εκτίμηση του αποτελέσματος του κρατικού τακτικού προϋπολογισμού έπρεπε να συμπεριλαμβάνονται στις δαπάνες του και τα σημαντικά ελλείμματα που προέκυπταν από τη διαχείριση των καταναλωτικών αγαθών και άλλων εφοδίων. Τα ελλείμματα αυτά ήταν υψηλά και αλλοίωναν σε σημαντικό βαθμό την πραγματική εικόνα του κρατικού προϋπολογισμού. Μέσω των σχετικών λογαριασμών, που λειτουργούσαν εκτός προϋπολογισμού, ασκείτο η κρατική πολιτική προστασίας του αγροτικού τομέα και παροχής άλλων επιδοτήσεων. Ο Ξενοφών Ζολώτας υποδείκνυε στην Κυβέρνηση ότι είναι δημοσιονομική και οικονομική ανάγκη όλα τα ελλείμματα που τελικά θα βαρύνουν την κρατική διαχείριση να εμφανίζονται σαφώς στον κρατικό προϋπολογισμό. Τούτο επιβάλλεται, παρατηρούσε, για την πληρότητα και την ακριβή εκτίμηση του δημοσιονομικού αποτελέσματος, αλλά και για να σταθμίζονται ορθά οι οικονομικές συνέπειες των σχετικών αποφάσεων.

Ένα βασικό ερώτημα είναι αν και σε ποιό βαθμό η Τράπεζα της Ελλάδος επηρέαζε κυβερνητικές αποφάσεις που αναφέρονταν στην άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής, κυρίως κατά την πρώτη περίοδο (1955-1967) της διοίκησης της Τράπεζας της Ελλάδος από τον Ξενοφώντα Ζολώτα. Θα απαντήσω στο ερώτημα με βάση την προσωπική μου γνώση, δεδομένου ότι ήμουν μεταξύ των κυρίων συνεργατών του Ξενοφώντα Ζολώτα και είχα παρουσία σε πολλές από τις σχετικές συζητήσεις στην Τράπεζα της Ελλάδος και στη Νομισματική Επιτροπή. Αναμφισβήτητα, η αποδοχή εισηγήσεων της κεντρικής τράπεζας σε θέματα δημοσιονομικής πολιτικής δεν είναι κατ' αρχήν ευπρόσδεκτη, γιατί οι πολιτικοί στις αποφάσεις τους επηρεάζονται, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, και από άλλους παράγοντες πολιτικής σκοπιμότητας. Η φάση του πολιτικού κύκλου παίζει σημαντικό ρόλο. Η εμπειρία έχει δείξει ότι σε περιόδους που επίκεινται πολιτικές αναμετρήσεις, ιδίως όταν το αποτέλεσμα είναι αμφίβολο, στις κυβερνητικές αποφάσεις βαρύνουν πολιτικές σκοπιμότητες.

Παρά τις αντικειμενικές όμως αυτές δυσχέρειες, ο Ξενοφών Ζολώτας, χάρις στο κύρος και την πειστικότητα που διέθετε και τις πλήρως θεμελιωμένες εισηγήσεις του, είχε την ικανότητα, κατά την πρώτη περίοδο της Διοίκησής του της Τράπεζας της Ελλάδος, ειδικότερα από το 1955 μέχρι και τα πρώτα έτη της δεκαετίας του '60, να επηρεάζει σε αξιόλογο βαθμό τη γενικότερη κυβερνητική πολιτική, περιλαμβανομένης και της δημοσιονομικής πολιτικής. Έκρινε ότι η Νομισματική Επιτροπή ήταν το κατάλληλο βήμα για συζήτηση με τους αρμόδιους οικονομικούς Υπουργούς όχι μόνο της νομισματικής πολιτικής, που ανήκε στην αρμοδιότητα της Νομισματικής Επιτροπής, αλλά και θέματα δημοσιονομικής πολιτικής ή και γενικότερης οικονομικής πολιτικής. Και πράγματι αξιοποίησε το βήμα αυτό. Ένα βασικό μέσο που συνέβαλε στον συντονισμό της νομισματικής και της δημοσιονομικής πολιτικής ήταν το μηνιαίο οικονομικό πρόγραμμα που εισηγείτο στη Νομισματική Επιτροπή ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος. Το πρόγραμμα αυτό καταρτιζόταν από στελέχη της Τράπεζας, μετά διαβουλεύσεις με αρμόδια στελέχη των Υπουργείων Συντονισμού και Οικονομικών, κυρίως όσον αφορά στα δημοσιονομικά μεγέθη, και καθόριζε τα γενικά πλαίσια εντός των οποίων θα εκινείτο η οικονομία τον αμέσως επόμενο μήνα. Ορισμένα από τα μεγέθη του μηνιαίου οικονομικού προγράμματος είχαν δεσμευτικό χαρακτήρα, ενώ άλλα ήταν προβλέψεις. Το αποτέλεσμα ήταν ο συντονισμός, σε σημαντικό βαθμό, της νομισματικής και της δημοσιονομικής πολιτικής, με συνέπεια οι δύο αυτές πολιτικές να έχουν την ίδια κατεύθυνση κατά την εν λόγω περίοδο.

Μετά τα πρώτα έτη της δεκαετίας του '60, ο συντονισμός της νομισματικής και της δημοσιονομικής πολιτικής, στο πλαίσιο της Νομισματικής Επιτροπής, άρχισε να αποδυναμώνεται, και τελικά η Νομισματική Επιτροπή έπαψε να αποτελεί βήμα για τον συντονισμό των δύο αυτών πολιτικών, ενώ διακόπηκε και η κατάρτιση και εισήγηση μηνιαίων οικονομικών προγραμμάτων στη Νομισματική Επιτροπή. Παρά ταύτα, οι υποδείξεις του Ξενοφώντα Ζολώτα δεν αγνοούντο και η δημοσιονομική διαχείριση όσον αφορά στον τακτικό προϋπολογισμό δεν έγινε ελλειμματική, η νομισματική σταθερότητα διατηρήθηκε, όπως και ο υψηλός ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης, μέχρι την κατάλυση του δημοκρατικού πολιτεύματος το 1967, οπότε ο Ξενοφών Ζολώτας αποχώρησε από την Τράπεζα της Ελλάδος.

Η αποκατάσταση της δημοκρατίας το 1974 βρήκε την ελληνική οικονομία σε ύφεση, ενώ η πετρελαϊκή κρίση του 1973 είχε ωθήσει τον πληθωρισμό σε πολύ υψηλά επίπεδα, άνω του 20%. Στο τέλος του 1974, ο Ξενοφών Ζολώτας επανήλθε στη Διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδος, μετά ολιγόμηνη θητεία του στο Υπουργείο Συντονισμού. Παρά το αναμφισβήτητο κύρος που διέθετε, οι προσπάθειές του να αποκατασταθεί συντονισμός της νομισματικής και της δημοσιονομικής πολιτικής στο πλαίσιο της Νομισματικής Επιτροπής δεν απέδωσαν ιδιαίτερα ικανοποιητικά αποτελέσματα στο δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του '70. Η εξήγηση είναι ότι επρόκειτο για περίοδο κατά την οποία εβάρυναν πολιτικές σκοπιμότητες στις κυβερνητικές αποφάσεις. Παρά τις αντίθετες εισηγήσεις του, η δημοσιονομική πολιτική και η πολιτική μισθών προσέλαβαν έντονα επεκτατικό χαρακτήρα. Οι δημόσιες δαπάνες αυξήθηκαν σημαντικά ως ποσοστό του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος και από το 1978 άρχισαν να εμφανίζονται ελλείμματα στον τακτικό κρατικό προϋπολογισμό, τα οποία αυξάνονταν με επιταχυνόμενο ρυθμό καθόσον πλησίαζαν οι εκλογές του 1981.

Παράλληλα, άρχισαν να διαφαίνονται προβλήματα και στην άσκηση της νομισματικής πολιτικής, η οποία αντί να επιδιώκει την αντιστάθμιση των πληθωριστικών πιέσεων που προέρχονταν από την επεκτατική δημοσιονομική και εισοδηματική πολιτική, σε σημαντικό βαθμό στήριζε την πληθωριστική διαδικασία. Ο πολιτικός κύκλος είχε αρχίσει να επηρεάζει και τη νομισματική πολιτική, η οποία αποφασιζόταν από τη Νομισματική Επιτροπή, ουσιαστικά ένα κρατικό όργανο στο οποίο η Τράπεζα της Ελλάδος διέθετε μία ψήφο, του Διοικητή, ενώ ο Πρόεδρος και τα λοιπά μέλη ήταν Οικονομικοί Υπουργοί. Οι προσπάθειες και οι εισηγήσεις του Ξενοφώντα Ζολώτα να κρατηθεί η άσκηση της νομισματικής πολιτικής εκτός της πολιτικής διαδικασίας προσέκρουσαν στην αντίδραση των Οικονομικών Υπουργών μελών της Νομισματικής Επιτροπής, που διέθεταν την πλειοψηφία. Υπ' αυτές τις συνθήκες, ο Ξενοφών Ζολώτας είχε πεισθεί ότι ήταν επιτακτική η ανάγκη μίας ανεξάρτητης κεντρικής τράπεζας, που θα λειτουργούσε εκτός της πολιτικής διαδικασίας και θα ήταν σε θέση να ασκεί αποτελεσματική νομισματική πολιτική, με κεντρική επιδίωξη τη διασφάλιση της νομισματικής σταθερότητας.

Ένα βασικό συμπέρασμα που προκύπτει από όσα ανέφερα είναι ότι η διασφάλιση της νομισματικής σταθερότητας και κλίματος εμπιστοσύνης σε μόνιμη βάση ήταν πρώτη και βασική επιδίωξη του Ξενοφώντα Ζολώτα ως Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος. Η δεύτερη εξίσου βασική επιδίωξή του ήταν η προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης. Όπως επεσήμανα, κατά την άποψή του, μεταξύ των δύο αυτών επιδιώξεων υπάρχει σχέση αλληλεξάρτησης. Οι προσπάθειές του στη σφαίρα της πιστωτικής πολιτικής για την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης περιλαμβάνουν παρεμβάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος στην περίοδο της διοίκησής της από τον Ξενοφώντα Ζολώτα που απέβλεπαν:

- Στην πραγματοποίηση αναδιοργάνωσης της Τράπεζας της Ελλάδος και στη δημιουργία μίας σύγχρονης Διεύθυνσης Οικονομικών Μελετών και σειράς άλλων επιτελικού χαρακτήρα υπηρεσιών, αναγκαίων για την επιτυχή άσκηση του εποπτικού και ρυθμιστικού ρόλου της Τράπεζας, με επιδίωξη την αποτελεσματικότερη λειτουργία και τη διασφάλιση της αξιοπιστίας του πιστωτικού συστήματος.

- Στην προώθηση μεταρρυθμίσεων του πιστωτικού συστήματος, με επιδίωξη την ενίσχυση της αποτελεσματικής λειτουργίας του, ώστε να ανταποκρίνεται πληρέστερα στις μεταβαλλόμενες συνθήκες και ανάγκες μίας αναπτυσσόμενης οικονομίας.

- Στην επανάκαμψη των ιδιωτικών αποταμιεύσεων στο πιστωτικό σύστημα, ώστε να είναι σε θέση να ασκήσει επιτυχώς την πιστωτική του λειτουργία.

- Στον έλεγχο της ρευστότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων και στον επηρεασμό της κατεύθυνσης των τραπεζικών δανείων στη χρηματοδότηση οικονομικών δραστηριοτήτων που εκρίνοντο υψηλής προτεραιότητας, ειδικότερα της μεταποιητικής δραστηριότητας, του αγροτικού τομέα, των εξαγωγών και των παραγωγικών επενδύσεων, υπό συγκριτικά ευνοϊκότερους όρους. Για τον σκοπό αυτό αναπτύχθηκε, με αποφάσεις της Νομισματικής Επιτροπής, από τη δεκαετία του '50 ένα σύστημα πιστωτικών κανόνων, ρυθμίσεων και ελέγχων. Μεταξύ άλλων, θεσμοθετήθηκε υποχρέωση των εμπορικών τραπεζών να διαθέτουν ορισμένα ποσοστά των καταθέσεών τους σε δάνεια μέσης και μακράς προθεσμίας για την επέκταση και τον εκσυγχρονισμό επιχειρήσεων του μεταποιητικού τομέα, ενώ ετίθεντο φραγμοί στη δανειοδότηση του εσωτερικού και εισαγωγικού εμπορίου και σειράς άλλων οικονομικών δραστηριοτήτων που εκρίνονταν λιγότερο παραγωγικές. Παράλληλα, για την ενίσχυση της μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης των επιχειρήσεων, προωθήθηκε με αποφάσεις της Νομισματικής Επιτροπής η ίδρυση από τις δύο μεγαλύτερες υπό κρατικό έλεγχο εμπορικές τράπεζες ειδικών φορέων, οι οποίοι εκτός της παροχής μακροπρόθεσμων δανείων μπορούσαν να συμμετέχουν στο μετοχικό κεφάλαιο επιχειρήσεων. Η αγροτική πίστη εχρηματοδοτείτο με ευνοϊκούς όρους από την Τράπεζα της Ελλάδος.

3. Αναμόρφωση του Διεθνούς Νομισματικού Συστήματος

Θα ήταν παράλειψη να κλείσω την ομιλία μου για το έργο του Ξενοφώντα Ζολώτα ως Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, χωρίς να αναφέρω την ενεργό συμμετοχή του στις συζητήσεις, κυρίως στο πλαίσιο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, για την αναμόρφωση και ισχυροποίηση του διεθνούς νομισματικού συστήματος. Χάρις στο κύρος και τη διεθνή αναγνώριση που απολάμβανε, οι απόψεις του είχαν ευρεία απήχηση και συζητήθηκαν από τους κεντρικούς τραπεζίτες και τους διεθνείς οικονομικούς οργανισμούς. Θα αναφέρω μερικές χαρακτηριστικές παρεμβάσεις του:

- Σε υπόμνημά του στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο τον Φεβρουάριο 1961 εξέτασε τους κινδύνους σοβαρών οικονομικών διαταραχών και διεθνών οικονομικών ανισορροπιών και υποδείκνυε αναγκαίες λύσεις. Ειδικότερα, υποδείκνυε επέκταση του ρόλου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου σε θέματα συνεργασίας και συντονισμού των οικονομικών και νομισματικών πολιτικών των μεγάλων βιομηχανικών χωρών και υπέβαλε λεπτομερές σχέδιο προσανατολισμών του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και περίγραμμα μηχανισμού για την εφαρμογή του σχεδίου.

- Τον Αύγουστο του 1961, σε υπόμνημά του, που εστάλη στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και στις κεντρικές τράπεζες διαφόρων χωρών, επεσήμαινε την ανάγκη διασφάλισης επαρκούς προσφοράς διεθνών συναλλαγματικών διαθεσίμων και τους κινδύνους στους οποίους εκτίθεντο οι αποθεματικές χώρες, που θα μπορούσαν να παρασύρουν το διεθνές νομισματικό σύστημα σε αποδιοργάνωση. Για την αποτροπή των κινδύνων αυτών, πρότεινε σειρά αλληλοσυμπληρούμενων μέτρων.

- Στην ομιλία του τον Σεπτέμβριο του 1961 στην ετήσια συνέλευση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου επανήλθε στο πρόβλημα της εξασφάλισης ικανοποιητικής λειτουργίας του διεθνούς νομισματικού συστήματος με νέες συγκεκριμένες προτάσεις. Μεταξύ άλλων πρότεινε μετατρεψιμότητα των "νομισμάτων-κλειδών" σε χρυσό σε τιμή προσδιοριζόμενη από την περιεκτικότητά τους σε χρυσό, οι δε χώρες μετατρέψιμων νομισμάτων να καθιερώσουν εγγύηση χρυσού στα διαθέσιμα σε νομίσματά τους που τηρούσαν οι κεντρικές τράπεζες.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ορισμένες από τις προτάσεις αυτές του Ξενοφώντα Ζολώτα διατηρούν και σήμερα την επικαιρότητά τους. ¶λλες όμως προτάσεις του ανάγονται σήμερα στην αρμοδιότητα της οικονομικής ιστορίας, μετά την εγκατάλειψη του συστήματος σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών. Νομίζω ότι όφειλα να επισημάνω ότι ο Ξενοφών Ζολώτας, υπό την ιδιότητα του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, ευρίσκετο στο κέντρο των διεθνών συζητήσεων για την αναμόρφωση και ισχυροποίηση του διεθνούς νομισματικού συστήματος. Και στον τομέα αυτό η συμβολή του ήταν σημαντική και ενίσχυε το κύρος της Τράπεζας της Ελλάδος, αλλά και της χώρας στο εξωτερικό.

​​ 
Αυτό το website χρησιμοποιεί cookies για την βελτιστοποίηση της εμπειρίας σας. Μάθετε περισσότερα
Αποδέχομαι