Ομιλία του κ. Νικόλαου Χ. Γκαργκάνα, Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος στην ημερίδα του Υπουργείου Ανάπτυξης "Οι Δείκτες Διεθνούς Ανταγωνιστικότητας και η Κατάταξη της Ελλάδας"
04/04/2005 - Ομιλίες
Ομιλία του κ. Νικόλαου Χ.
Γκαργκάνα
Διοικητή της Τράπεζας της
Ελλάδος
στην ημερίδα του Υπουργείου
Ανάπτυξης
"Οι Δείκτες Διεθνούς
Ανταγωνιστικότητας και η Κατάταξη της
Ελλάδας"
Ζάππειο Μέγαρο, 4 Απριλίου 2005
"Η ανταγωνιστικότητα της
Ελλάδος στη ζώνη του ευρώ"
Τα τελευταία χρόνια η χώρα μας
παρουσιάζει ταχείς ρυθμούς ανάπτυξης, σε
αντίθεση με την πλειονότητα των χωρών της
ζώνης του ευρώ. Ταχύτερη από ότι θα
δικαιολογούσε η κατάταξή μας σε σύγκριση με
άλλες χώρες ως προς την ανταγωνιστικότητα.
Ο κυριότερος παράγοντας που συνέβαλε σ'
αυτές τις υψηλές αναπτυξιακές επιδόσεις
ήταν η ισχυρή εγχώρια ζήτηση. Γι' αυτό αυτός
ο υψηλός ρυθμός ανάπτυξης με τα σημερινά
δεδομένα δεν είναι ίσως διατηρήσιμος
μακροχρόνια.
Στο πλαίσιο της ζώνης του ευρώ ή
της παγκοσμιοποιημένης πλέον αγοράς, η
Ελλάδα είναι μια μικρή ανοικτή οικονομία.
Επομένως, δεν μπορεί να βασίζεται στην
εγχώρια ζήτηση ως αποκλειστικό παράγοντα
της οικονομικής της ανάπτυξης. Για να
συνεχιστούν οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης και
να επιτευχθεί σύγκλιση του βιοτικού μας
επιπέδου με αυτό των Ευρωπαίων εταίρων μας
σε εύλογο χρονικό διάστημα, θα πρέπει να
στρέψουμε την προσοχή μας στους παράγοντες
που επηρεάζουν τη διεθνή ανταγωνιστικότητα
και να επιδιώξουμε τη βελτίωση της
ανταγωνιστικότητας της ελληνικής
οικονομίας. Όπως δείχνει σαφώς η επισκόπηση
της ανταγωνιστικής θέσης της Ελλάδος την
οποία παρουσίασε σήμερα ο Καθηγητής κ.
Μακρυδάκης εκ μέρους του Υπουργείου
Ανάπτυξης, πρέπει να γίνουν ακόμη πολλά
προς αυτή την κατεύθυνση.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της
Τράπεζας της Ελλάδος ο ρυθμός αύξησης του
ΑΕΠ θα παρουσιάσει επιβράδυνση εφέτος.
Επίσης, οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές για την
οικονομική ανάπτυξη παραμένουν αβέβαιες.
Το κλειδί για την επίτευξη διατηρήσιμης
ταχύρρυθμης ανάπτυξης είναι η αύξηση της
παραγωγικότητας και η βελτίωση της
διεθνούς ανταγωνιστικότητας της χώρας.
Επομένως, η επίτευξη του στόχου αυτού είναι
η πιο σημαντική πρόκληση που αντιμετωπίζει
η ελληνική οικονομία.
Η ενίσχυση της
ανταγωνιστικότητας εξαρτάται από δύο
θεμελιώδεις παράγοντες. Ο πρώτος
παράγοντας είναι η μακροοικονομική
σταθερότητα. Αυτή αποτελεί το βασικό
πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορούν να ασκηθούν
πολιτικές με στόχο τη βελτίωση των
προοπτικών ανάπτυξης της οικονομίας. Στην
παρούσα συγκυρία, ύψιστη προτεραιότητα
έχει η άσκηση αξιόπιστης πολιτικής για την
επίτευξη δημοσιονομικής προσαρμογής, η
οποία, μεταξύ άλλων, είναι απαραίτητη για να
διασφαλίσουμε μακροχρόνια σταθερότητα των
τιμών. Παράλληλα, οι αυξήσεις των
πραγματικών μισθών πρέπει να συμβαδίζουν
με την εξέλιξη της παραγωγικότητας, έτσι
ώστε να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα ως
προς τις τιμές. ΄Ενας από τους παράγοντες
που διαβρώνουν τη διεθνή ανταγωνιστικότητα
της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία
χρόνια είναι η ταχύτερη αύξηση των τιμών
και του κόστους εργασίας ανά μονάδα
προϊόντος σε σχέση με το μέσο όρο της ζώνης
του ευρώ. Σε μια νομισματική ένωση, όσες
χώρες έχουν υπερβολικά υψηλό γενικό
επίπεδο τιμών τείνουν να αντιμετωπίζουν
χρόνια προβλήματα χαμηλής απασχόλησης και
ανάπτυξης. Σήμερα που δεν υπάρχει πλέον η
δυνατότητα άσκησης ανεξάρτητης
νομισματικής πολιτικής, θα πρέπει να
αναζητηθούν εναλλακτικές πολιτικές
προσαρμογής και, πάνω απ' όλα, θα πρέπει να
τεθούν υπό έλεγχο τα δημόσια οικονομικά.
Ο δεύτερος παράγοντας είναι οι
διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες
πρέπει να επιταχυνθούν, έτσι ώστε να
δημιουργηθούν οι συνθήκες που θα
επιτρέψουν την αύξηση της απασχόλησης και
την ταχύτερη άνοδο της παραγωγικότητας. Οι
υψηλοί ρυθμοί οικονομικής ανάπτυξης, για να
είναι διατηρήσιμοι μακροπρόθεσμα, πρέπει
να βασίζονται όχι τόσο σε μέτρα που
τονώνουν τη ζήτηση, αλλά περισσότερο σε
πολιτικές που επηρεάζουν την πλευρά της
προσφοράς, ενθαρρύνοντας τις καινοτομίες,
την επιχειρηματικότητα, την παραγωγικότητα
και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Σε
πολλούς τομείς, η Ευρώπη γενικά, και η
Ελλάδα ειδικότερα, υστερούν σε σχέση με
τους κυριότερους ανταγωνιστές τους.
Επιτρέψτε μου να αναφέρω μερικά
παραδείγματα:
1. Ενώ οι δαπάνες για έρευνα και
ανάπτυξη είναι χαμηλότερες στη ζώνη του
ευρώ από ό,τι στην Ιαπωνία ή στις ΗΠΑ, είναι
ακόμη χαμηλότερες στην Ελλάδα, όπου
αντιπροσωπεύουν μόλις το 0,5% περίπου του ΑΕΠ,
όπως προκύπτει και από την ίδια την Έκθεση (Πίνακας
4.1, Διάγραμμα 4.10).
2. Η εισαγωγή καινοτομιών, ιδίως
στους τομείς υψηλής τεχνολογίας, επίσης
εξακολουθεί να είναι περιορισμένη, παρότι
έχει αυξηθεί η αναλογία των πτυχιούχων
πανεπιστημιακών σχολών τεχνολογικής
κατεύθυνσης στο συνολικό αριθμό των νέων
αποφοίτων.
3. Τέλος, δεν φαίνεται να υπάρχουν
αρκετοί επιχειρηματίες στην Ευρώπη. Εν
μέρει αυτό οφείλεται στις δυσκολίες
εξεύρεσης κεφαλαίων για την ίδρυση νέων
επιχειρήσεων, καθώς επίσης και στο
πολύπλοκο σύνολο των διοικητικών ρυθμίσεων
και κανονισμών που δυσχεραίνει την
ανάπτυξη νέων επιχειρηματικών
πρωτοβουλιών.
Είναι θετικό ότι πολλές
προτάσεις για την ενίσχυση της
ανταγωνιστικότητας μέσω της προώθησης των
καλύτερων πρακτικών έχουν ήδη εγκριθεί σε
κοινοτικό επίπεδο και θα ήταν ιδιαίτερα
επωφελές για την Ελλάδα να τις θέσει σε
εφαρμογή αποτελεσματικά και απαρέγκλιτα.
Με τον τρόπο αυτό μπορούμε να
δημιουργήσουμε τις συνθήκες εκείνες που,
όπως έχει ήδη διαπιστωθεί από την εμπειρία
άλλων χωρών, προάγουν την έρευνα και
ανάπτυξη, τις καινοτομίες και την
επιχειρηματικότητα. Τέτοιου είδους
πρωτοβουλίες είναι:
· Οι Ευρωπαϊκές Τεχνολογικές
Πλατφόρμες, που δημιουργούνται από την
Ευρωπαϊκή Επιτροπή και συνδέουν φορείς του
δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, με στόχο
τη χάραξη μιας στρατηγικής για την ανάπτυξη
και χρήση νέων τεχνολογιών στην Ευρώπη.
· Το Σχέδιο Δράσης για Επενδύσεις
σε Έρευνα, του οποίου στόχος είναι η
βελτίωση των επιδόσεων της Ευρώπης όσον
αφορά την έρευνα και ανάπτυξη, με μια σειρά
μέτρων που καλύπτουν ευρύ φάσμα τομέων,
όπως η έρευνα, οι καινοτομίες, οι
χρηματοοικονομικές αγορές και το ανθρώπινο
δυναμικό.
· Η εκπαίδευση και η
επαγγελματική κατάρτιση έχουν επίσης
επιλεγεί ως βασικοί τομείς προτεραιότητας.
Στο πλαίσιο αυτό, η Οδηγία για την αμοιβαία
αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων θα
διευκολύνει τα εξειδικευμένα στελέχη να
κινούνται από τη μία χώρα της ΕΕ στην άλλη.
Επίσης, οι επιχειρήσεις μπορούν να
επωφεληθούν από μέτρα που αποβλέπουν στην
καλύτερη καταγραφή των ελλείψεων σε
δεξιότητες, καθώς και από τη στενότερη
συνεργασία τους με τα ανώτερα και ανώτατα
εκπαιδευτικά ιδρύματα, έτσι ώστε το
εκπαιδευτικό σύστημα να ανταποκρίνεται
καλύτερα προς τις ανάγκες των επιχειρήσεων.
Η Ελλάδα πρέπει επίσης να
υποστηρίξει ενεργά τις νέες προτάσεις για
τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας
εφαρμόζοντας μέτρα που αποβλέπουν στην
ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς.
Παραδείγματος χάριν, το σχέδιο δράσης για
την εσωτερική αγορά στον τομέα των
υπηρεσιών θα μπορούσε να δώσει νέα ώθηση
στην οικονομική ανάπτυξη. Οι υπηρεσίες
παίζουν σημαντικό ρόλο στις ευρωπαϊκές
οικονομίες και στην Ελλάδα ειδικότερα, γι'
αυτό και είναι μεγάλα τα οφέλη που μπορεί να
προκύψουν από την προώθηση των
διασυνοριακών δραστηριοτήτων στον τομέα
των υπηρεσιών. Η διευκόλυνση της παροχής
υπηρεσιών σε διασυνοριακό επίπεδο είναι
ένας τρόπος με τον οποίο μπορεί να
προωθηθεί η διάδοση των καλύτερων
πρακτικών. Η πολιτική αυτή μπορεί επίσης να
ενθαρρύνει την εισαγωγή καινοτομιών, να
οδηγήσει σε μείωση των τιμών και τελικά να
προσδώσει νέο δυναμισμό στον τομέα των
υπηρεσιών. Οι υπηρεσίες ανέκαθεν ήταν
ιδιαίτερα σημαντικές για την Ελλάδα και τα
οφέλη που μπορούμε να αποκομίσουμε στον
τομέα αυτό είναι τεράστια.
Βεβαίως, προκειμένου να αυξήσει
την ανταγωνιστικότητά της, η Ελλάδα δεν
πρέπει να στηριχθεί μόνο στις κοινοτικές
πρωτοβουλίες. Επίσης πρέπει να κάνει πολλά
και μόνη της. Η χώρα μας υστερεί στους
τομείς αυτούς σε σχέση με πολλές από τις
χώρες της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης. Είναι φανερό
λοιπόν πόσο μπορεί να ωφεληθεί από τη
βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς της.
Υπάρχουν πράγματι πολλά
περιθώρια για να ενισχύσουμε τον
ανταγωνισμό στις αγορές προϊόντων - αγαθών
και υπηρεσιών. Η ενίσχυση του ανταγωνισμού
θα έχει ευεργετικές συνέπειες
μακροπρόθεσμα, καθώς αναμένεται να
οδηγήσει σε άνοδο της παραγωγικότητας,
βελτίωση της ποιότητας των ελληνικών
προϊόντων και μείωση των τιμών.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της
ενίσχυσης του ανταγωνισμού στον τομέα των
τηλεπικοινωνιών στην Ελλάδα. ¶λλα μέτρα για
την αύξηση του ανταγωνισμού στην οικονομία
γενικότερα είναι το μεγαλύτερο άνοιγμα στο
διεθνή ανταγωνισμό, η αναμόρφωση και ο
εκσυγχρονισμός του ρυθμιστικού πλαισίου
και η ολοκλήρωση της διαδικασίας των
ιδιωτικοποιήσεων και της απελευθέρωσης των
αγορών, που ήδη έχει αποφέρει σημαντικά
οφέλη.
Επίσης, το επιχειρηματικό κλίμα
μπορεί να βελτιωθεί σημαντικά με την
υιοθέτηση καλύτερων πρακτικών, π.χ. με την
περαιτέρω απλούστευση του φορολογικού
συστήματος, τη δημιουργία σταθερού
φορολογικού πλαισίου που θα διευκολύνει το
μακροπρόθεσμο προγραμματισμό των
επιχειρήσεων, καθώς και με τον περιορισμό
και την απλούστευση της πληθώρας των
κανονισμών που διέπουν την ίδρυση και τη
λειτουργία των επιχειρήσεων στην Ελλάδα. Η
ενθάρρυνση της επιχειρηματικότητας είναι
ζωτικής σημασίας για τη βελτίωση των
οικονομικών επιδόσεων. Η δημιουργία ενός
σταθερού ρυθμιστικού περιβάλλοντος και
ενός πλαισίου που θα εξασφαλίζει επαρκή
προσφορά χρηματοδότησης θα αποτελέσουν
σημαντικά κίνητρα για τους νέους μας ώστε
να αναλάβουν επιχειρηματικές πρωτοβουλίες.
Κλείνοντας, θέλω να επισημάνω και
πάλι ότι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις
παίζουν αποφασιστικό ρόλο στην αύξηση της
διεθνούς ανταγωνιστικότητας της χώρας.
Δίνοντας τα κατάλληλα κίνητρα στα άτομα και
στις επιχειρήσεις, μπορούμε να
ενθαρρύνουμε τα μεν άτομα να εργάζονται
περισσότερο, τις δε επιχειρήσεις να
λειτουργούν πιο αποδοτικά, να επεκτείνουν
τις δραστηριότητές τους και να δημιουργούν
θέσεις εργασίας. Βέβαια, οι διαρθρωτικές
μεταρρυθμίσεις συνεπάγονται κόστος, παρά
το γεγονός ότι εξασφαλίζουν μεγαλύτερη
ευημερία για τη χώρα συνολικά. Οι δυσκολίες
αυτές είναι αναμενόμενες. Γι' αυτό πρέπει να
προετοιμαστούμε για την αντιμετώπιση των
προκλήσεων που συνεπάγεται η διαρθρωτική
προσαρμογή. Πρέπει να προστατεύσουμε
αυτούς που ενδεχομένως θα υποστούν τις
αρνητικές συνέπειες των αλλαγών, ενώ
παράλληλα πρέπει να δώσουμε κίνητρα και να
δημιουργήσουμε ένα θεσμικό πλαίσιο που θα
τους επιτρέψει να προσαρμοστούν ομαλά στις
αναπόφευκτες αλλαγές στον τρόπο ζωής και
εργασίας τους. Η Ελλάδα δεν έχει άλλη
επιλογή παρά να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις
προκειμένου να επιτύχει διατηρήσιμη
οικονομική ανάπτυξη και πραγματική
σύγκλιση. Η παρούσα κατάσταση δεν είναι
δυνατόν να διατηρηθεί για πολύ. Ο κόσμος
σήμερα έχει αλλάξει ριζικά. Η Ελλάδα πρέπει
να προσαρμοστεί δυναμικά στις αλλαγές
αυτές, έτσι ώστε να επιτύχει περαιτέρω
βελτίωση του βιοτικού επιπέδου της και
πλήρη απασχόληση.