Πεντηκοστό έκτο τεύχος του Οικονομικού Δελτίου της Τράπεζας της Ελλάδος
08/02/2023 - Δελτία Τύπου
Κυκλοφόρησε το 56ο τεύχος (Δεκέμβριος 2022) του Οικονομικού Δελτίου της Τράπεζας της Ελλάδος.
Οι μελέτες που δημοσιεύονται στο Οικονομικό Δελτίο απηχούν, όπως πάντοτε, τις απόψεις των συγγραφέων και όχι κατ’ ανάγκην της Τράπεζας της Ελλάδος.
Στο 56ο τεύχος δημοσιεύονται οι εξής τρεις μελέτες:
Νίκος Βέττας, Αλέξανδρος Λουκά, Κωνσταντίνος Πέππας, Υακίνθη Πουντουράκη και Μιχάλης Βασιλειάδης: «Τάσεις στη συνολική παραγωγικότητα στην Ελλάδα και προσδιοριστικοί παράγοντες αυτής την περίοδο 2005-2019»
Η μελέτη εξετάζει το ρυθμό μεταβολής της συνολικής παραγωγικότητας συντελεστών (Total Factor Productivity – TFP) 15 διψήφιων κλάδων της ελληνικής οικονομίας την περίοδο 2005-2019. Βασίζεται σε μια μεγάλη ετήσια βάση μικροδεδομένων για την ελληνική οικονομία, αντλημένων από τα οικονομικά αποτελέσματα των εταιριών, η οποία είναι ικανή να δώσει μια αντιπροσωπευτική εικόνα των εγχώριων παραγωγικών κλάδων. Ο ρυθμός μεταβολής της συνολικής παραγωγικότητας συντελεστών είναι το άθροισμα των ρυθμών τεχνολογικής αλλαγής, μεταβολής της τεχνικής αποτελεσματικότητας και μεταβολής των αποδόσεων κλίμακας.
Οι εκτιμήσεις που παρουσιάζονται στη μελέτη δείχνουν ότι η συντριπτική πλειονότητα των κλάδων της ελληνικής οικονομίας παρουσίασε αρνητικούς ρυθμούς μεταβολής της συνολικής παραγωγικότητας συντελεστών, κυρίως κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης και τα πρώτα 3-4 χρόνια εφαρμογής των προγραμμάτων οικονομικής προσαρμογής, ενώ τα επόμενα χρόνια αυτός ο αρνητικός ρυθμός μεταβολής επιβραδύνθηκε.
Παρά τη γενική πτώση της συνολικής παραγωγικότητας συντελεστών κατά την περίοδο που εξετάζεται, η μελέτη δείχνει σημαντικές διαφοροποιήσεις με βάση ποιοτικά χαρακτηριστικά των εταιρειών. Οι εξαγωγικές επιχειρήσεις παρουσιάζουν χαμηλότερο αρνητικό ρυθμό μεταβολής, πιθανώς επειδή ήταν πιο ανθεκτικές στις πιέσεις που ασκήθηκαν κατά την οικονομική κρίση, και ως εκ τούτου οι συνιστώσες της συνολικής παραγωγικότητας συντελεστών επηρεάστηκαν αρνητικά σε μικρότερο βαθμό. Το αποτέλεσμα αυτό επιβεβαιώνει πως ο εξωστρεφής προσανατολισμός μπορεί να αυξήσει την ανθεκτικότητα των εταιριών όταν ασκούνται οικονομικές πιέσεις. Παρομοίως, ο αρνητικός ρυθμός μεταβολής της συνολικής παραγωγικότητας συντελεστών ήταν αντιστρόφως ανάλογος του μεγέθους των επιχειρήσεων, κάτι το οποίο είναι αναμενόμενο, καθώς οι μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις πιθανώς είχαν περισσότερους τρόπους να αντιδράσουν στις διακυμάνσεις της ελληνικής οικονομίας.
Τέλος, η μελέτη διαπιστώνει σημαντικές διαφορές στην παραγωγικότητα ανάμεσα σε εταιρίες που επιβίωσαν καθ’ όλη τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου και σε αυτές που αποσύρθηκαν από την αγορά. Οι επιχειρήσεις που επιβίωσαν είχαν σημαντικά μικρότερη μείωση παραγωγικότητας κατά μέσο όρο, κάτι που αφενός δείχνει τη σημασία της παραγωγικότητας των εταιριών για την ανθεκτικότητά τους, αφετέρου όμως υποδηλώνει ότι η κρίση επέδρασε, σε κάποιο τουλάχιστον βαθμό, εξυγιαντικά.
Χρήστος Αντωνόπουλος, Σοφία Ανυφαντάκη, Χιόνα Μπαλφούσια, Θεοδώρα Κοσμά, Ευαγγελία Παπαπέτρου, Φίλιππος Πετρουλάκης, Παύλος Πέτρουλας και Πηνελόπη Ζιούτου: «Η ελληνική αγορά εργασίας πριν και μετά την πανδημία: Χαλαρότητα, στενότητα και αναντιστοιχία δεξιοτήτων»
Η μελέτη εξετάζει την ελληνική αγορά εργασίας κατά την περίοδο πριν και μετά την πανδημία. Διαπιστώνει σημαντική βελτίωση στην εν λόγω αγορά κατά το πρώτο εξάμηνο του 2022, σε συνέχεια μιας προϋπάρχουσας θετικής πορείας, που δεν ανακόπηκε από την πανδημία. Αυτή η τάση αντικατοπτρίζει, μεταξύ άλλων, τον αυξημένο ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης, τα μέτρα στήριξης που έλαβε η ελληνική κυβέρνηση κατά την πανδημία και την εφαρμογή σημαντικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων κατά την προηγούμενη δεκαετία. Ωστόσο, στο τρέχον πληθωριστικό περιβάλλον, το ερώτημα που τίθεται είναι αν υπάρχει ακόμη «χαλαρότητα» (slack) στην αγορά εργασίας με περιθώριο περαιτέρω αύξησης της απασχόλησης ή αν παρατηρείται «στενότητα» (tightness) και ενδέχεται να εμφανιστούν μισθολογικές πιέσεις. Οι συγγραφείς αντλούν πληροφορίες για την αγορά εργασίας από διάφορες πηγές και χρησιμοποιούν μια σειρά υποδειγμάτων, σε μια προσπάθεια να διερευνήσουν αυτό το ερώτημα και να εξετάσουν πώς εξελίχθηκε η ελληνική αγορά εργασίας πριν και μετά την πανδημία.
Αρχικά, επισημαίνουν ότι η ανεργία παραμένει υψηλή στην Ελλάδα, πολύ πάνω από το μέσο όρο της ζώνης του ευρώ, ενώ εξακολουθεί να διαπιστώνεται χαλαρότητα στην αγορά εργασίας με βάση τα κύρια μεγέθη. Ωστόσο, παρατηρούνται κάποιες ενδείξεις στενότητας σε κλαδικό επίπεδο. Επιπλέον, ο βαθμός χαλαρότητας στην αγορά εργασίας μειώνεται με γρήγορους ρυθμούς, όπως υποδηλώνει η πτώση της ανεργίας τα τελευταία τρία χρόνια. Το υψηλό ποσοστό της μακροχρόνιας ανεργίας και οι μάλλον αυξημένες εκτιμήσεις για την «αποτελεσματική ανεργία» (efficient unemployment), που παρουσιάζονται σε αυτή τη μελέτη, αποτελούν ενδείξεις προς την ίδια κατεύθυνση. Σημειώνεται ότι είναι η πρώτη φορά που παρουσιάζονται εκτιμήσεις της αποτελεσματικής ανεργίας για την ελληνική αγορά εργασίας. Η μελέτη έτσι εισάγει ένα νέο μέτρο αξιολόγησης του βαθμού στενότητας της εν λόγω αγοράς. Δεδομένης της πρόσφατης σημαντικής αύξησης της απασχόλησης καθώς και της προοπτικής δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας τα επόμενα χρόνια λόγω της εφαρμογής του σχεδίου NextGenerationEU, η στενότητα στην αγορά εργασίας ενδέχεται να αυξηθεί περαιτέρω. Η αναντιστοιχία δεξιοτήτων που διαπιστώνεται στην ελληνική αγορά εργασίας επιτείνει τον ως άνω προβληματισμό. Συνάγεται ότι είναι σημαντικό να επιδιωχθούν πολιτικές που στοχεύουν στην εκπαίδευση ή επανειδίκευση του εργατικού δυναμικού, συμπεριλαμβανομένων ιδίως των μακροχρόνια ανέργων, και στην αύξηση του ποσοστού συμμετοχής στην αγορά εργασίας.
Ιωάννα Μπαρδάκα: «Κατανάλωση ενέργειας ανά είδος ενέργειας και εξαγωγές αγαθών στην Ελλάδα: Συγκριτική ανάλυση σε σχέση με τη ζώνη του ευρώ»
Η μελέτη εξετάζει τη δυναμική σχέση μεταξύ των εξαγωγών μη ενεργειακών αγαθών και της τελικής κατανάλωσης ενέργειας για την Ελλάδα και τη ζώνη του ευρώ. Έναυσμα αποτελεί η σημαντική αύξηση των εξαγωγών μη πετρελαϊκών αγαθών που καταγράφηκε την τελευταία δεκαετία, παρά τη σοβαρή οικονομική κρίση που αντιμετώπιζε η χώρα και τη συνακόλουθη πτωτική τάση στη συνολική κατανάλωση ενέργειας. Εξετάζονται πέντε διαφορετικοί τύποι ενέργειας για τη διερεύνηση της πιο πάνω σχέσης, ενώ χρησιμοποιούνται και συγκρίνονται δύο εναλλακτικές εμπειρικές προσεγγίσεις, η παλινδρόμηση σχέσεων συνολοκλήρωσης (cointegration) και η εκτίμηση με πάνελ.
Η μελέτη διαπιστώνει πως οι εξαγωγές αγαθών στην Ελλάδα εξαρτώνται (κατά Granger) από την τελική κατανάλωση πετρελαίου, ηλεκτρικής ενέργειας και ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ενώ η τελική κατανάλωση φυσικού αερίου, πετρελαίου και ηλεκτρικής ενέργειας έχουν σημαντική επίδραση στις εξαγωγές αγαθών στη ζώνη του ευρώ. Τον μεγαλύτερο αντίκτυπο στις εξαγωγές αγαθών στην Ελλάδα έχει η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, μέρος της οποίας τα τελευταία χρόνια παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Επίσης, διαπιστώνεται ότι οι εξαγωγές αγαθών της Ελλάδας έχουν μεγαλύτερη εξάρτηση από την κατανάλωση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε σχέση με εκείνες της ζώνης του ευρώ, γεγονός που ενδεχομένως σχετίζεται με τους πρόσφατους υψηλότερους ρυθμούς αύξησης της κατανάλωσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Σημειώνεται ωστόσο ότι οι προοπτικές για επιτάχυνση της ενεργειακής μετάβασης καθίστανται λιγότερο ευνοϊκές με την εμφάνιση της ενεργειακής κρίσης. Επιπρόσθετα, αυτή η εξέλιξη είναι πιθανό να επιδράσει αρνητικά στην βελτίωση της εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας και την ανοδική πορεία των εξαγωγών αγαθών που καταγράφονται τα τελευταία χρόνια.
Περισσότερες πληροφορίες:
Στο 56ο τεύχος περιλαμβάνονται επίσης περιλήψεις των “Δοκιμίων Εργασίας”, τα οποία δημοσίευσε (στην αγγλική γλώσσα) το Τμήμα Ειδικών Μελετών της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης και Μελετών της Τράπεζας στο διάστημα Αυγούστου-Δεκεμβρίου 2022.
Σχετικός σύνδεσμος:
Το τεύχος του Οικονομικού Δελτίου είναι διαθέσιμο στην αγγλική γλώσσα και σε ηλεκτρονική μορφή στον παρακάτω σύνδεσμο: Πεντηκοστό έκτο τεύχος του Οικονομικού Δελτίου της Τράπεζας της Ελλάδος.