EN

Δελτία Τύπου ΕΚΤ

  • Κοινοποίηση:

Εισαγωγικό σημείωμα του Μηνιαίου Δελτίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας - Αύγουστος 2007

09/08/2007 - Δελτία Τύπου ΕΚΤ

Κατά τη συνεδρίαση της 2ας Αυγούστου 2007, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ αποφάσισε, βάσει της τακτικής οικονομικής και νομισματικής ανάλυσης που διενεργεί, να διατηρήσει αμετάβλητα τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ. Οι πληροφορίες που έχουν καταστεί διαθέσιμες μετά τη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου στις 5 Ιουλίου 2007 επιβεβαίωσαν περαιτέρω την προηγούμενη αξιολόγηση αυτής της κατάστασης. Πρόσφατες οικονομικές εξελίξεις και δείκτες ερευνών επιβεβαιώνουν ότι η διατηρήσιμη οικονομική ανάπτυξη συνεχίστηκε στη ζώνη του ευρώ το β’ τρίμηνο. Η αύξηση των τιμών του πετρελαίου, η εμφάνιση περιορισμών στη χρησιμοποίηση του παραγωγικού δυναμικού και το ενδεχόμενο για μεγαλύτερη δυναμική των μισθών και του κόστους, μεταξύ άλλων παραγόντων, στηρίζουν την προηγούμενη αξιολόγηση του Διοικητικού Συμβουλίου ότι υφίστανται ανοδικοί κίνδυνοι διατάραξης της σταθερότητας των τιμών μεσοπρόθεσμα. Η ύπαρξη ανοδικών κινδύνων διατάραξης της σταθερότητας των τιμών σε μεσομακροπρόθεσμους ορίζοντες επιβεβαιώνεται από τον έντονο υποκείμενο ρυθμό νομισματικής επέκτασης. Επομένως, απαιτείται έντονη επαγρύπνηση προκειμένου να διασφαλιστεί ότι δεν θα υλοποιηθούν οι κίνδυνοι διατάραξης της σταθερότητας των τιμών μεσοπρόθεσμα. Αυτό με τη σειρά του θα διασφαλίσει ότι οι μεσομακροπρόθεσμες προσδοκίες για τον πληθωρισμό στη ζώνη του ευρώ θα παραμείνουν σταθεροποιημένες σε επίπεδα συμβατά με τη σταθερότητα των τιμών. Όπως έχει επισημανθεί στο παρελθόν, αυτή η σταθεροποίηση αποτελεί προϋπόθεση προκειμένου η νομισματική πολιτική να συμβάλλει διαρκώς στη στήριξη της διατηρήσιμης οικονομικής ανάπτυξης και της δημιουργίας θέσεων απασχόλησης στη ζώνη του ευρώ. Δεδομένου του σημερινού θετικού οικονομικού περιβάλλοντος στη ζώνη του ευρώ, η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ εξακολουθεί να είναι διευκολυντική. Οι συνολικές συνθήκες χρηματοδότησης παραμένουν ευνοϊκές, η νομισματική και πιστωτική επέκταση είναι έντονη και η ρευστότητα είναι άφθονη. Επομένως, όσον αφορά τις μελλοντικές εξελίξεις, εξακολουθεί να απαιτείται έγκαιρη και αποφασιστική δράση για τη διασφάλιση της σταθερότητας των τιμών μεσοπρόθεσμα.

Αναφορικά με την οικονομική ανάλυση, η Eurostat αναθεώρησε πρόσφατα προς τα άνω (στο 0,7%) την εκτίμησή της για το ρυθμό αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ το α’ τρίμηνο του 2007, κάτι που επιβεβαιώνει τη συνεχιζόμενη δυναμική της οικονομίας της ζώνης του ευρώ. Επιπλέον, τα πλέον πρόσφατα δεδομένα και τα αποτελέσματα ερευνών υποδηλώνουν ότι η οικονομική δραστηριότητα το β’ τρίμηνο του 2007 εξακολούθησε να επεκτείνεται με σταθερούς ρυθμούς, επιβεβαιώνοντας έτσι το βασικό σενάριο του Διοικητικού Συμβουλίου. Σε ό,τι αφορά τις μελλοντικές εξελίξεις, οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης παραμένουν ευνοϊκές. Υπάρχουν οι συνθήκες προκειμένου η οικονομική δραστηριότητα στη ζώνη του ευρώ να εξακολουθήσει να επεκτείνεται με σταθερό ρυθμό. Όσον αφορά το εξωτερικό περιβάλλον, η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη έχει κατανεμηθεί πιο ισόρροπα μεταξύ των επιμέρους οικονομικών περιοχών και παραμένει ισχυρή. Έτσι, οι εξωτερικές συνθήκες εξακολουθούν να στηρίζουν τις εξαγωγές της ζώνης του ευρώ. Η εγχώρια ζήτηση στη ζώνη του ευρώ αναμένεται επίσης να διατηρήσει το σχετικά έντονο δυναμισμό της. Οι επενδύσεις αναμένεται να παραμείνουν δυναμικές, επωφελούμενες από τις γενικότερες ευνοϊκές συνθήκες χρηματοδότησης, τη συσσωρευμένη και συνεχιζόμενη υψηλή κερδοφορία των εταιρειών, την αναδιάρθρωση των λογιστικών τους καταστάσεων, καθώς και τη βελτίωση της αποδοτικότητας των επιχειρήσεων που έχει επιτευχθεί σε παρατεταμένη χρονική περίοδο. Η κατανάλωση θα ενισχυθεί από την εξέλιξη του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος σε ένα περιβάλλον συνεχιζόμενης ισχυρής αύξησης της απασχόλησης.

Οι κίνδυνοι που περιβάλλουν αυτές τις ευνοϊκές προοπτικές για την οικονομική ανάπτυξη είναι σε γενικές γραμμές ισορροπημένοι στο βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Σε μεσομακροπρόθεσμους ορίζοντες, εξακολουθούν να επικρατούν καθοδικοί κίνδυνοι, οι οποίοι απορρέουν κυρίως από εξωτερικούς παράγοντες. Σε αυτούς τους παράγοντες περιλαμβάνονται ιδίως το ενδεχόμενο πιθανής απότομης μεταστροφής του κλίματος στις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές που θα οδηγήσει σε ανατιμολόγηση των κινδύνων, η περαιτέρω άνοδος των τιμών του πετρελαίου, ανησυχίες για πιθανές μη ομαλές εξελίξεις λόγω των παγκόσμιων ανισορροπιών και φόβοι για αύξηση των πιέσεων προστατευτισμού.

 Όσον αφορά την εξέλιξη των τιμών, όπως αντανακλάται στην προκαταρκτική εκτίμηση της Eurostat, ο ετήσιος πληθωρισμός (βάσει του ΕνΔΤΚ) ήταν 1,8% τον Ιούλιο του 2007, σε σύγκριση με 1,9% τον Ιούνιο. Σε ό,τι αφορά τις μελλοντικές εξελίξεις, η βραχυπρόθεσμη πορεία των ετήσιων ρυθμών πληθωρισμού εξακολουθεί να καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από τις εξελίξεις στις τιμές της ενέργειας, ενώ η μεταβλητότητα που εμφάνισαν πέρυσι οι εν λόγω τιμές οδήγησε σε σημαντικές επιδράσεις της βάσης σύγκρισης. Με βάση τις σημερινές τιμές του πετρελαίου και τις τιμές των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης επί του πετρελαίου, οι ετήσιοι ρυθμοί πληθωρισμού είναι πιθανόν να παραμείνουν σε γενικές γραμμές στα σημερινά περίπου επίπεδα τους προσεχείς μήνες και να αυξηθούν εκ νέου σημαντικά προς τα τέλη του έτους, σε μεγάλο βαθμό λόγω αυτών των επιδράσεων της βάσης σύγκρισης.

Σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, ο οποίος είναι ο ορίζοντας που ενδιαφέρει τη νομισματική πολιτική, οι κίνδυνοι που αφορούν τις προοπτικές για τη σταθερότητα των τιμών εξακολουθούν να είναι ανοδικοί. Η πρόσφατη εξέλιξη των τιμών του πετρελαίου αποτελεί μια υπενθύμιση των ενδεχόμενων κινδύνων διατάραξης της σταθερότητας των τιμών οι οποίοι απορρέουν από τη δυναμική των τιμών των βασικών εμπορευμάτων. Συνολικά, όμως, οι ανοδικοί κίνδυνοι προέρχονται κυρίως από εγχώριους παράγοντες. Πιο συγκεκριμένα, καθώς η χρησιμοποίηση των πόρων στην οικονομία της ζώνης του ευρώ βρίσκεται σε υψηλό επίπεδο και η απασχόληση αυξάνεται με υψηλό ρυθμό, εμφανίζονται περιορισμοί στη χρησιμοποίηση του παραγωγικού δυναμικού οι οποίοι θα μπορούσαν να οδηγήσουν ειδικότερα σε εντονότερη από ό,τι αναμένεται δυναμική των μισθών και του κόστους. Επιπλέον, σε ένα τέτοιο περιβάλλον η δύναμη καθορισμού των τιμών σε τμήματα της αγοράς όπου ο ανταγωνισμός είναι χαμηλός ενδέχεται να αυξήσει τα περιθώρια κέρδους. Οι εξελίξεις αυτές θα προκαλούσαν σημαντικούς ανοδικούς κινδύνους διατάραξης της σταθερότητας των τιμών. Επομένως, έχει καίρια σημασία όλες οι ενδιαφερόμενες πλευρές να ανταποκριθούν στις ευθύνες τους. Οι μισθολογικές συμφωνίες ειδικότερα θα πρέπει να είναι επαρκώς διαφοροποιημένες ώστε να λαμβάνουν υπόψη την κατάσταση της ανταγωνιστικότητας ως προς τις τιμές, το ακόμη υψηλό επίπεδο της ανεργίας σε πολλές οικονομίες, καθώς και την εξέλιξη της παραγωγικότητας στους διάφορους τομείς. Το Διοικητικό Συμβούλιο τονίζει πόσο σημαντικό είναι να αποφευχθούν οι μισθολογικές εξελίξεις που θα μπορούσαν τελικά να οδηγήσουν σε πληθωριστικές πιέσεις και να βλάψουν έτσι την αγοραστική δύναμη όλων των πολιτών της ζώνης του ευρώ. Επιπλέον, ανοδικοί κίνδυνοι για τη σταθερότητα των τιμών προκύπτουν από αυξήσεις των διοικητικά καθοριζόμενων τιμών και των έμμεσων φόρων, οι οποίες είναι υψηλότερες απ’ ό,τι αναμενόταν μέχρι σήμερα, και από την κατεύθυνση της δημοσιονομικής πολιτικής που ακολουθεί ενδεχομένως τις κυκλικές διακυμάνσεις σε ορισμένες χώρες.

Καθώς ο υποκείμενος ρυθμός της νομισματικής και πιστωτικής επέκτασης παραμένει ισχυρός, σε ένα πλαίσιο ήδη άφθονης ρευστότητας, η νομισματική ανάλυση επιβεβαιώνει την ύπαρξη ανοδικών κινδύνων για τη σταθερότητα των τιμών σε μεσομακροπρόθεσμους ορίζοντες. Η συνεχιζόμενη έντονη νομισματική επέκταση αντανακλάται στη συνεχιζόμενη ισχυρή αύξηση του Μ3, ο ετήσιος ρυθμός της οποίας ανήλθε τον Ιούνιο του 2007 σε 10,9%, καθώς και στο ακόμη υψηλό επίπεδο πιστωτικής επέκτασης. Ο συνεχιζόμενος υψηλός ρυθμός νομισματικής και πιστωτικής επέκτασης αντανακλά εν μέρει τις ευνοϊκές συνθήκες χρηματοδότησης και την ισχυρή οικονομική ανάπτυξη.

Κατά τον προσδιορισμό και την αξιολόγηση των υποκείμενων τάσεων της νομισματικής και πιστωτικής επέκτασης που ενδιαφέρουν τη νομισματική πολιτική, είναι σημαντικό να μην περιορίζεται η εξέταση στην πιο βραχυπρόθεσμη μεταβλητότητα, στις επιδράσεις των μεταβολών της κλίσης της καμπύλης αποδόσεων και σε άλλους παράγοντες που είναι πιθανόν να αποδειχθούν προσωρινοί. Υπό αυτή την πιο μεσοπρόθεσμη οπτική, υπάρχουν αρκετές ενδείξεις ότι η άνοδος των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων επηρεάζει πλέον τη δυναμική των νομισματικών μεγεθών, αν και μέχρι τώρα δεν έχει περιορίσει σημαντικά τη συνολική ένταση του υποκείμενου ρυθμού νομισματικής και πιστωτικής επέκτασης. Για παράδειγμα, οι αυξήσεις των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων έχουν συμβάλει σε μια πιο συγκρατημένη επέκταση του στενού νομισματικού μεγέθους M1 τα τελευταία τρίμηνα. Αντίστοιχα, ο ετήσιος ρυθμός ανόδου των δανείων προς τον ιδιωτικό τομέα έχει παρουσιάσει κάποιες ενδείξεις σταθεροποίησης από τα μέσα του 2006, αν και σε διψήφια επίπεδα. Η σταθεροποίηση του ρυθμού ανόδου των δανείων είναι ιδιαίτερα εμφανής στο δανεισμό των νοικοκυριών, αντανακλώντας κάποια συγκράτηση στη δυναμική των τιμών των κατοικιών, παρόλο που ο ρυθμός ανόδου των τιμών των κατοικιών παραμένει σε υψηλά επίπεδα κατά μέσο όρο στη ζώνη του ευρώ.

Δεδομένης της συνεχιζόμενης έντονης νομισματικής και πιστωτικής επέκτασης, υπάρχουν σαφείς ενδείξεις για ανοδικούς κινδύνους διατάραξης της σταθερότητας των τιμών μεσομακροπρόθεσμα. Μετά από ισχυρή νομισματική επέκταση επί σειρά ετών, η ρευστότητα στη ζώνη του ευρώ παραμένει άφθονη. Σε αυτό το περιβάλλον, οι νομισματικές εξελίξεις εξακολουθούν να απαιτούν πολύ προσεκτική παρακολούθηση, ιδίως στο πλαίσιο της επέκτασης της οικονομικής δραστηριότητας και των ακόμη έντονων εξελίξεων στις αγορές ακινήτων.

Εν περιλήψει, κατά την αξιολόγηση των τάσεων των τιμών, είναι σημαντικό η εξέταση να μην περιορίζεται στην τυχόν βραχυπρόθεσμη μεταβλητότητα των ρυθμών πληθωρισμού. Ο μεσοπρόθεσμος ορίζοντας είναι εκείνος που ενδιαφέρει τη νομισματική πολιτική. Οι κίνδυνοι που αφορούν τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές για τη σταθερότητα των τιμών παραμένουν ανοδικοί και απορρέουν από τις τιμές του πετρελαίου και ιδίως από εγχώριους παράγοντες. Καθώς η χρησιμοποίηση των πόρων βρίσκεται σε υψηλό επίπεδο και οι αγορές εργασίας εξακολουθούν να βελτιώνονται, εμφανίζονται περιορισμοί στη χρησιμοποίηση του παραγωγικού δυναμικού που θα μπορούσαν ιδίως να οδηγήσουν σε εντονότερη από ό,τι αναμένεται δυναμική των μισθών και του κόστους, καθώς και στην αύξηση των περιθωρίων κέρδους, καθώς οι επιχειρήσεις κερδίζουν σε δύναμη καθορισμού των τιμών. Η διασταύρωση του αποτελέσματος της οικονομικής ανάλυσης με εκείνο της νομισματικής ανάλυσης στηρίζει την εκτίμηση ότι επικρατούν ανοδικοί κίνδυνοι για τη σταθερότητα των τιμών μεσομακροπρόθεσμα. Γι’ αυτό και το Διοικητικό Συμβούλιο θα βρίσκεται σε έντονη επαγρύπνηση προκειμένου να διασφαλίσει ότι δεν θα υλοποιηθούν τέτοιοι κίνδυνοι και ότι οι μεσομακροπρόθεσμες προσδοκίες για τον πληθωρισμό στη ζώνη του ευρώ θα παραμείνουν σταθεροποιημένες σε επίπεδα συμβατά με τη σταθερότητα των τιμών. Επομένως, αναφορικά με τις μελλοντικές εξελίξεις, εξακολουθεί να απαιτείται έγκαιρη και αποφασιστική δράση για τη διασφάλιση της σταθερότητας των τιμών μεσοπρόθεσμα.

Όσον αφορά τη δημοσιονομική πολιτική, καθίσταται επιτακτικό στο σημερινό θετικό οικονομικό περιβάλλον οι κυβερνήσεις της ζώνης του ευρώ να αποφεύγουν την άσκηση πολιτικών που ακολουθούν τις κυκλικές διακυμάνσεις και να επιταχύνουν το ρυθμό της δημοσιονομικής προσαρμογής. Δεν θα πρέπει να υπάρξει χαλάρωση των δημοσιονομικών στόχων, που σε ορισμένες χώρες δεν είναι φιλόδοξοι, και τα έκτακτα έσοδα θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν για τη μείωση των ελλειμμάτων. Τα σχέδια προϋπολογισμών για το 2008 θα πρέπει να αντανακλούν τη συνεχιζόμενη ανάγκη για εξυγίανση, παρέχοντας συγκεκριμένα μέτρα μείωσης των ελλειμμάτων, κατά προτίμηση στην πλευρά των δαπανών. Χώρες που περικόπτουν τα σχέδιά τους για δημοσιονομική εξυγίανση εν όψει απρόσμενα θετικών δημοσιονομικών αποτελεσμάτων κινδυνεύουν να επαναλάβουν την εμπειρία του 2000-2001 όταν η ανεπαρκής προετοιμασία για οικονομική επιβράδυνση είχε ως αποτέλεσμα λόγους υπερβολικών ελλειμμάτων μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα.

Όπως έχει επισημανθεί σε προηγούμενες περιπτώσεις, είναι εξίσου επιτακτικό οι εθνικές κυβερνήσεις να επιδείξουν αποφασιστικότητα κατά την υλοποίηση των διαρθρωτικών τους μεταρρυθμίσεων προκειμένου να βελτιώσουν τη λειτουργία και την ευελιξία των αγορών και να αυξήσουν τον ανταγωνισμό. Η τήρηση της αρχής της «οικονομίας ανοικτής αγοράς με ελεύθερο ανταγωνισμό» είναι ζωτικής σημασίας για την ενίσχυση της μακροπρόθεσμης οικονομικής ανάπτυξης και της δημιουργίας θέσεων απασχόλησης. Η περαιτέρω απελευθέρωση των αγορών, ιδίως στον αγροτικό τομέα και τον τομέα των υπηρεσιών, ο αυξημένος ανταγωνισμός στις αγορές και ο περιορισμός των διασυνοριακών φραγμών θα ωφελούσαν τους καταναλωτές, εφόσον θα είχαν ως αποτέλεσμα χαμηλότερες τιμές, υψηλότερους πραγματικούς μισθούς και μεγαλύτερη ποικιλία προϊόντων. Επίσης, θα ωφελούσαν τις επιχειρήσεις, εφόσον θα συνεπάγονταν υψηλότερη αποδοτικότητα, μεγαλύτερο δυναμισμό, καθώς και αυξημένη ικανότητα αντιμετώπισης των οικονομικών διαταραχών, των προκλήσεων και των ευκαιριών που δημιουργεί η παγκοσμιοποίηση. Επομένως, η ολοκλήρωση της Ενιαίας Αγοράς πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα, ιδίως όσον αφορά την περαιτέρω ενοποίηση των χρηματοπιστωτικών αγορών, την επίτευξη αποτελεσματικού ανταγωνισμού στους κλάδους δικτύων και την υλοποίηση της Οδηγίας περί υπηρεσιών.

Οι χρηματοπιστωτικές αγορές βρίσκονται επί του παρόντος σε μια περίοδο νευρικότητας λόγω της αυξημένης μεταβλητότητας και της εκ νέου αξιολόγησης των κινδύνων. Η εξέλιξη αυτή παρουσιάζει ενδείξεις εξομάλυνσης όσον αφορά την τιμολόγηση των κινδύνων. Η μεταστροφή του κλίματος της αγοράς χρειάζεται στενή παρακολούθηση. Το Διοικητικό Συμβούλιο θα εξακολουθήσει να δίνει μεγάλη προσοχή στις εξελίξεις στις αγορές την προσεχή περίοδο.

Το παρόν τεύχος του Μηνιαίου Δελτίου περιλαμβάνει τρία άρθρα. Το πρώτο άρθρο αναλύει τους κύριους παράγοντες στους οποίους οφείλονται οι παγκόσμιες ανισορροπίες και εξετάζει τους πιθανούς μηχανισμούς προσαρμογής και τις επιδράσεις πολιτικής σε έναν κόσμο που ενοποιείται οικονομικά. Το δεύτερο άρθρο εξετάζει τις διαφορές στη χρηματοδότηση μικρομεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων, καθώς και την ύπαρξη περιορισμών στη χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στη ζώνη του ευρώ. Το τρίτο άρθρο παρουσιάζει συνοπτικά τη δραστηριότητα των αγορών που ασχολούνται με εξαγορές μέσω μόχλευσης στην ΕΕ και τους συναφείς κινδύνους για τον τραπεζικό τομέα και τις χρηματοπιστωτικές αγορές ως σύνολο.

​​ 
Αυτό το website χρησιμοποιεί cookies για την βελτιστοποίηση της εμπειρίας σας. Μάθετε περισσότερα
Αποδέχομαι