Χαιρετισμός του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα στην εκδήλωση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων για την υπογραφή συμβάσεων με θέμα τη «Στήριξη της επιχειρηματικότητας μέσω ελληνικών τραπεζών»
22/12/2016 - Ομιλίες
Χαίρομαι ιδιαίτερα που βρίσκομαι μαζί σας σήμερα. Με την ευκαιρία αυτή θα ήθελα να χαιρετίσω το ρόλο της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) στην Ελλάδα, η οποία έχει σταθεί αρωγός στην προσπάθεια ανάσχεσης της ύφεσης και ανάταξης της ελληνικής οικονομίας. Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων έχει χρηματοδοτήσει στην Ελλάδα επενδύσεις κυρίως στους τομείς της ενέργειας, των μεταφορών και τηλεπικοινωνιών. Σημαντική προτεραιότητα για την ΕΤΕπ αποτελεί η στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) μέσω του Ελληνικού Ταμείου Εγγυοδοσίας, του Προγράμματος Ενίσχυσης της Χρηματοδότησης του Εξωτερικού Εμπορίου και του προγράμματος «Θέσεις απασχόλησης για τους νέους».
Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει επανειλημμένα τονίσει τον καθοριστικό ρόλο που διαδραματίζουν οι επενδύσεις στην επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας. Οι νέες επενδύσεις θα διευρύνουν την εξαγωγική βάση και ταυτόχρονα θα βελτιώσουν την ποιότητα των ελληνικών εξαγωγών, διευκολύνοντας την καινοτομία και την εισαγωγή νέων τεχνολογιών, αυξάνοντας παράλληλα τη συνολική παραγωγικότητα των συντελεστών παραγωγής της ελληνικής οικονομίας. Αυτό με τη σειρά του θα αυξήσει το δυνητικό προϊόν μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.
Σήμερα, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων με την υπογραφή της συμφωνίας για τη χορήγηση ρευστότητας προς τις τέσσερις συστημικές τράπεζες συμβάλλει σημαντικά προς αυτή την κατεύθυνση. Μάλιστα, επανεισάγει στο πεδίο εφαρμογής αυτής της πολιτικής επιχειρήσεις μεσαίας κεφαλαιοποίησης και διευκολύνει τη συμμετοχή επιχειρήσεων σε νέους τομείς, όπως η γεωργία και η αγροδιατροφή.
Παρά τα προβλήματα, το υψηλό κόστος προσαρμογής και τις συχνές οπισθοδρομήσεις, τα προγράμματα οικονομικής προσαρμογής που εφαρμόστηκαν από το 2010 και έπειτα, πέτυχαν, σε μεγάλο βαθμό, να αντιστρέψουν τις ιδιαίτερα δυσμενείς τάσεις που επικρατούσαν και να βελτιώσουν τις αναπτυξιακές δυνατότητες της οικονομίας. Ειδικότερα επιτεύχθηκε:
• Πρωτοφανής δημοσιονομική προσαρμογή. Την περίοδο μάλιστα 2013-2016, το πρωτογενές έλλειμμα εξαλείφθηκε και καταγράφηκαν πρωτογενή πλεονάσματα της γενικής κυβέρνησης για πρώτη φορά από το 2001. Επίσης, το “διαρθρωτικό” πρωτογενές δημοσιονομικό αποτέλεσμα βελτιώθηκε περισσότερο από 17 εκατοστιαίες μονάδες του δυνητικού ΑΕΠ την περίοδο 2009-2016. Δηλαδή, λαμβάνοντας υπόψη την επίδραση του οικονομικού κύκλου, η δημοσιονομική προσαρμογή στην Ελλάδα ήταν υπερδιπλάσια από αυτή που πέτυχαν άλλα κράτη-μέλη, τα οποία εφάρμοσαν παρόμοια προγράμματα.
• Ανάκτηση των μεγάλων απωλειών της ανταγωνιστικότητας σε όρους μοναδιαίου κόστους εργασίας της περιόδου 2000-2009.
• Εξάλειψη του ελλείμματος του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών, που το 2008 είχε ξεπεράσει το 15% του ΑΕΠ.
• Αύξηση του ποσοστού των εξαγωγών στο ΑΕΠ από 19% το 2009 σε 32% σήμερα.
• Ανακεφαλαιοποίηση και αναδιάρθρωση του τραπεζικού τομέα, με αποτέλεσμα να αντεπεξέλθει με επιτυχία στην κρίση και τη φυγή των καταθέσεων, έχοντας σήμερα επαρκή κεφάλαια, προβλέψεις και εξασφαλίσεις, τα οποία αποτελούν αναγκαίες (αλλά όχι και επαρκείς) προϋποθέσεις για την αντιμετώπιση του μείζονος προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
• Διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις κυρίως στην αγορά εργασίας αλλά και στην αγορά προϊόντων, καθώς και στη δημόσια διοίκηση.
• Ανάκαμψη της οικονομίας το δεύτερο και τρίτο τρίμηνο του 2016, με αποτέλεσμα να αναμένεται θετικός ρυθμός ανάπτυξης για όλο το έτος, για πρώτη φορά μετά το 2014.
• Ανακοπή της αύξησης (και ελαφρά μείωση) του όγκου των μη εξυπηρετούμενων δανείων το δεύτερο και τρίτο τρίμηνο του 2016, για πρώτη φορά μετά το 2014.
Οι αλλαγές που έχουν έως τώρα εφαρμοστεί έχουν συντελέσει στη διαφαινόμενη αναδιάρθρωση της οικονομίας προς ένα νέο, εξωστρεφές αναπτυξιακό πρότυπο, που βασίζεται στους τομείς των διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών και στην αύξηση του μεριδίου των εξαγωγών στο ΑΕΠ. Οι ενδείξεις που υπάρχουν είναι ήδη βάσιμες και επιτρέπουν την εκτίμηση ότι η πορεία αναδιάρθρωσης θα επιταχυνθεί, αν εφαρμοστούν και όσες μεταρρυθμίσεις απομένουν.
Επιπλέον όμως, η ανάπτυξη εναλλακτικών πηγών χρηματοδότησης των επιχειρήσεων και η ενίσχυση της κεφαλαιακής τους βάσης συμβάλλει έμμεσα και στην αντιμετώπιση της μεγαλύτερης πρόκλησης που αντιμετωπίζει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, της μείωσης του υψηλού ποσοστού των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Εν κατακλείδι, η προοπτική εξόδου από την κρίση, και η επιστροφή σε διατηρήσιμη και εξωστρεφή ανάπτυξη είναι πλέον και πάλι ορατές. Η αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, σε συνδυασμό με πρωτοβουλίες όπως αυτή της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων για τη χρηματοδότηση της επιχειρηματικότητας, θα δράσει ως καταλύτης στην αναδιάρθρωση της ελληνικής οικονομίας και θα θέσει τις βάσεις για μία πιο βιώσιμη ανάπτυξη.
Βασική προϋπόθεση όμως για όλα αυτά είναι η άμεση περάτωση της δεύτερης αξιολόγησης του προγράμματος προσαρμογής, η οποία θα συμβάλει στη συνέχιση των καλών αποτελεσμάτων της ελληνικής οικονομίας και στη βελτίωση του κλίματος εμπιστοσύνης.