Ομιλία του κ. Νίκου Αλεξόπουλου στην ειδική εκδήλωση της Τράπεζας της Ελλάδος προς τιμήν του Ξενοφώντος Ζολώτα
15/12/2014 - Ομιλίες
Η ανθρώπινη πλευρά του Διοικητή Ζολώτα
Είναι ευρέως γνωστό και αναγνωρισμένο το πολυσχιδές έργο του Ξενοφώντα Ζολώτα. Είναι γνωστή η τεράστια συμβολή του στην οικονομική ανάπτυξη αυτής της χώρας. Είναι, επίσης γνωστή η συμμετοχή του στη διαμόρφωση της παγκόσμιας οικονομικής σκέψης, ιδιαιτέρως σε θέματα που αφορούσαν την οικονομική πρόοδο των αναπτυσσομένων χωρών.
Στη σημερινή μου ομιλία δε θα αναφερθώ σε αυτές τις πλευρές της προσωπικότητας του Ξ. Ζολώτα. Θα προσπαθήσω να σταθώ σε άλλες, πιο αθέατες και ίσως λιγότερο γνωστές πλευρές του Καθηγητή Ζολώτα, όπως ο ίδιος ήθελε να τον αποκαλούν, του ανθρώπου Ζολώτα, όπως τον γνώρισαν όσοι βρέθηκαν πιο κοντά του και του Διοικητή Ζολώτα, μέσα από τις μνήμες των ανθρώπων που είχαν την τύχη να εργασθούν μαζί του.
Μέσα από την τεράστια εμπειρία που διέθετε, τόσο από την Ακαδημαϊκή του διαδρομή όσο και από τις ποικίλες θέσεις που κατείχε στον Ελληνικό κρατικό μηχανισμό, είχε διαμορφώσει την άποψη ότι η Τράπεζα της Ελλάδος θα αποτελούσε το κρίσιμο εργαλείο για την ανάκαμψη της χώρας και την εφαρμογή των πολιτικών που θα οδηγούσαν στην υλοποίηση των στόχων που είχαν τεθεί, ιδιαίτερα στα ταραγμένα χρόνια που ακολούθησαν το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στην καρδιά και στο μυαλό του η Τράπεζα της Ελλάδος θα αποτελούσε το εφαλτήριο για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας μέσα σε ένα πλαίσιο οικονομικής μεγέθυνσης, νομισματικής ισορροπίας, βελτιστοποίησης της κατανομής του εισοδήματος και ανόδου της οικονομικής ευημερίας των κατοίκων. Ήδη από το 1944, ως Συνδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος εργάσθηκε προς την κατεύθυνση αυτή, καταβάλλοντας σημαντικές προσπάθειες για την αντιμετώπιση του υπερπληθωρισμού και της νομισματικής αστάθειας που επικρατούσε, καθώς και για την αποκατάσταση της νομισματικής σταθερότητας, την οποία θεωρούσε απαραίτητη προϋπόθεση για την έξοδο της χώρας από την κρίση και για τη μακροπρόθεσμη οικονομική της ανάπτυξη.
Με την εξομάλυνση της οικονομικής κατάστασης και, αφότου, το 1955, ανέλαβε ως Διοικητής τα ηνία της Τράπεζας της Ελλάδος, επιδόθηκε με εξαιρετικό ζήλο στην αναδιοργάνωση των δομών της Κεντρικής Τράπεζας. Σταθερός σκοπός του ήταν να την εκσυγχρονίσει και να την καταστήσει, από την εποχή εκείνη, πρωτοπόρο Κεντρική Τράπεζα για ολόκληρο τον αναπτυγμένο κόσμο.
Πίστευε ότι το ανθρώπινο δυναμικό της Τραπέζης της Ελλάδος θα ήταν εκείνο που θα πρωτοστατούσε προς την κατεύθυνση αυτή. Έτσι, έθεσε ως κύρια προτεραιότητα τη δημιουργία της Διεύθυνσης Οικονομικών Μελετών μεριμνώντας για τη στελέχωσή της με υψηλής επιστημονικής κατάρτισης συνεργάτες. Χαρακτηριστικό είναι ότι για την επιλογή των οικονομολόγων, από το μικρότερο έως το μεγαλύτερο βαθμό, συνέστησε επιτροπή υπό την προεδρία του, ενώ κατά την προφορική διαδικασία των εξετάσεων υπέβαλε ο ίδιος το μεγαλύτερο μέρος των ερωτήσεων προς τους υποψηφίους. Ήταν τέτοιο το πάθος του για δημιουργία της Διεύθυνσης Οικονομικών Μελετών, ώστε παρακολουθούσε ανελλιπώς τις σπουδές των οικονομολόγων και την εξέλιξη τους. Σε πολλές εξάλλου περιπτώσεις, στελέχη της Τράπεζας, με την προτροπή και προσωπική υποστήριξη του ιδίου, φοίτησαν σε πανεπιστημιακές σχολές διεθνούς κύρους και επέστρεψαν για να παράσχουν τις υπηρεσίες τους στην Τράπεζα.
Παράλληλα, ο Ζολώτας επεδίωκε και το υπόλοιπο προσωπικό της Τραπέζης της Ελλάδος να είναι υψηλής μόρφωσης και ιδιαίτερων προσόντων, ώστε να μπορούν άπαντες να ανταπεξέρχονται στις δύσκολες απαιτήσεις της εποχής. Η επιλογή του προσωπικού γινόταν κατόπιν διαγωνισμών υπό αυστηρές προϋποθέσεις και υπό την εποπτεία επιτροπών καθηγητών εγνωσμένης αξίας.
Ο Διοικητής είχε σταθερή συνεργασία με τα στελέχη της Διεύθυνσης Οικονομικών Μελετών, προκειμένου να ενημερώνεται σε συνεχή βάση για τις τρέχουσες οικονομικές εξελίξεις. Έδινε προσωπικά οδηγίες για τους τομείς εκείνους που θα έπρεπε να ερευνηθούν και τη μέθοδο έρευνας, ενώ παρακολουθούσε την εν συνεχεία εξειδίκευση και πρακτική εφαρμογή των θεωρητικών μοντέλων και πορισμάτων.
Είναι περιττό ίσως να αναφερθεί η δημιουργία της οικονομικής βιβλιοθήκης. Ως διευθύντρια τοποθετήθηκε ένα πρόσωπο με εξαιρετικές σπουδές και βαθειά γνώση της εργασίας αυτής. Ο Ξ. Ζολώτας παρακολουθούσε προσωπικά τον εμπλουτισμό της βιβλιοθήκης με τις τελευταίες κάθε φορά εκδόσεις.
Ο ίδιος χρησιμοποιούσε τη βιβλιοθήκη καθημερινά, ενώ σε αυτήν προσέτρεχαν οι συνεργάτες του, το προσωπικό της Τράπεζας και βέβαια τα στελέχη της Διεύθυνσης Οικονομικών Μελετών αλλά και το ευρύ κοινό.
Ο Ξενοφών Ζολώτας ήταν ένας άνθρωπος λιτός, ευγενής και πράος, αλλά εξαιρετικά απαιτητικός και τελειομανής, οι δε αντοχές του ήταν ανεξάντλητες. Επέβαλε, στον εαυτό του κατ’ αρχήν, αυστηρή πειθαρχία. Την ίδια πειθαρχία και ένταση στην εργασία ζητούσε κι από τους συνεργάτες του, οι οποίοι συχνά έφθαναν στα όρια της φυσικής τους αντοχής. «Βρε παιδιά, δεν βλέπετε κι εγώ πόσο δουλεύω;» τους έλεγε ο Διοικητής σε αυτές τις περιπτώσεις. Το ωράριο του στην Τράπεζα της Ελλάδος ήταν αυστηρά καθορισμένο: κάθε μέρα, 9 παρά τέταρτο με 2 παρά τέταρτο το μεσημέρι. Επιστροφή στις 5 παρά τέταρτο και αποχώρηση στις 9 το βράδυ. Θεωρούσε ότι η υγεία αλλά και η πνευματική διαύγεια συμβαδίζουν με τη σωματική άσκηση. Είναι γνωστό, εξάλλου, ότι υπήρξε χειμερινός κολυμβητής. Έτσι αξιοποιούσε τη μεσημεριανή του διακοπή προκειμένου να κολυμπά, σε καθημερινή βάση, σχεδόν επί ένα δίωρο.
Ήταν οι μόνες στιγμές ηρεμίας για τους συνεργάτες του. Η αποχώρησή του το μεσημέρι από την Τράπεζα σήμαινε την προσωρινή λήξη του μόνιμου, κατά τα λοιπά, συναγερμού.
Το ενδιαφέρον του απλωνόταν σε όλη την Τράπεζα. Πρωταρχικό του μέλημα ήταν το προσωπικό της. Το ενδιαφέρον του τόσο σε θέματα υγείας όσο και στην επίλυση των ασφαλιστικών προβλημάτων των εργαζομένων ήταν συνεχές, ενώ έδινε πάντα τη βοήθειά του, σε κάθε τομέα, ώστε το προσωπικό να εργάζεται απρόσκοπτα και αποδοτικά.
Το 1967 με την έλευση της δικτατορίας ο ίδιος μαζί με τον Γιάγκο Πεσματζόγλου αποφάσισαν ότι έπρεπε να παραιτηθεί η Διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδος. Έπεισαν, ωστόσο, τον Υποδιοικητή Δ. Γαλάνη να μην παραιτηθεί από τη θέση του, ώστε να μπορέσει η Τράπεζα της Ελλάδος να παραμείνει αλώβητη και ανεξάρτητη από την τότε πολιτική ηγεσία των στρατιωτικών. Πράγματι σε μεγάλο βαθμό έτσι έγινε. Ο Γαλάνης αντιστάθηκε στις θέσεις που προσπάθησε να επιβάλει ο τότε Υπουργός των Οικονομικών σε θέματα πιστωτικής πολιτικής, και μετά από έντονη πίεση που του ασκήθηκε σε μια συνεδρίαση της Νομισματικής Επιτροπής, άφησε την τελευταία του πνοή.
Αν και χωρίς, τότε, θεσμικό ρόλο, ο Ζολώτας δεν έπαψε, καθ’ όλη τη διάρκεια της Δικτατορίας, να ενημερώνεται συνεχώς για τα τεκταινόμενα στην Τράπεζα της Ελλάδος ανησυχώντας για την επίδραση που θα είχαν στην οικονομική κατάσταση της χώρας οι ακολουθούμενες πολιτικές.
Ήταν τέτοια η αγάπη και το ενδιαφέρον του για την Τράπεζα της Ελλάδος, ώστε αμέσως μετά την παραίτησή του νοίκιασε ένα μικρό γραφείο στην οδό Βησσαρίωνος, 50 μέτρα από την Τράπεζα, ακολουθώντας καθημερινά, το ίδιο σχεδόν ωράριο με αυτό που είχε ως Διοικητής.
Με τη μεταπολίτευση και ως Υπουργός πλέον Εθνικής Οικονομίας στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, συνέβαλε καθοριστικά στην αποκατάσταση των ανισορροπιών που είχε δημιουργήσει στην ελληνική οικονομία η δικτατορία. Μετά από τις εκλογές του 1974, ο τότε Πρόεδρος της Κυβέρνησης, Κων/νος Καραμανλής, του ζήτησε να παραμείνει ως Υπουργός Οικονομικών. Εκείνος, ωστόσο, έπεισε τον Καραμανλή ότι στη Διοίκηση της Τραπέζης της Ελλάδος θα ήταν σε θέση να προσφέρει πολύ περισσότερα για την ομαλή εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας, σε μία ιδιαίτερα κρίσιμη για τη χώρα περίοδο.
Με την επιστροφή του στην Τράπεζα της Ελλάδος, που για πολλούς αποτελούσε το πρώτο του σπίτι, δραστηριοποιήθηκε προς την κατεύθυνση της επαναδιοργάνωσης της Τράπεζας, εστιάζοντας πρωτίστως στον εμπλουτισμό του ανθρωπίνου δυναμικού. Ο Ξ. Ζολώτας ασχολούταν με κάθε τι που αφορούσε την Τράπεζα. Φρόντισε για τη συντήρηση και διατήρηση του παλαιού κτηρίου, αλλά και για την επέκταση των κτηριακών της εγκαταστάσεων της Τράπεζας. Το νέο κτήριο της οδού Σταδίου διαμορφώθηκε ώστε να είναι πανομοιότυπο με το ήδη υπάρχον και έτσι τα δύο κτήρια αποτέλεσαν ένα σχεδόν ενιαίο σύνολο. Τα πάντα, από την κατασκευή έως τη διακόσμηση, βρισκόταν υπό τη συνεχή επίβλεψή του Διοικητή. Τα έργα τέχνης, τα έπιπλα, όλα έπρεπε να τύχουν της επιλογής του και του γούστου του.
Την ίδια περίοδο, συμμετείχε στα Υπουργικά συμβούλια της τότε Κυβέρνησης Καραμανλή ή σε συσκέψεις του Πρωθυπουργού με τους οικονομικούς υπουργούς του. Δεν αρκούταν στην ενημέρωση της Κυβέρνησης για τις οικονομικές εξελίξεις, αλλά προσπαθούσε να περάσει τις απόψεις της Τράπεζας της Ελλάδος σε θέματα της ακολουθητέας Νομισματικής και Δημοσιονομικής Πολιτικής. Η προετοιμασία του γι΄αυτές τις συναντήσεις θα μου μείνουν αξέχαστες. Συχνά, το ξημέρωμα μας έβρισκε, τον Διοικητή και όλους τους συνεργάτες του μαζί, να προσπαθούμε να εξειδικεύσουμε και την τελευταία παράμετρο που θα μπορούσε να αξιοποιήσει η Κυβέρνηση. Τότε προσελήφθησαν στη ΔΟΜ, με αυστηρά ποιοτικά κριτήρια, άτομα ικανά, με γνώσεις και πτυχία από διεθνούς κύρους πανεπιστήμια του εξωτερικού.
Πολλές φορές οι απόψεις της Τραπέζης της Ελλάδος γίνονταν αποδεκτές. Ωστόσο, καθώς εξέπνεε η δεκαετία του 1970, άρχισε, ως γνωστόν, να τηρείται μια χαλαρότερη πολιτική, με πιστωτική επέκταση που ξεπερνούσε τους στόχους που ετίθεντο στα Νομισματικά Ισοζύγια της ΤτΕ. Αποτέλεσμα αυτού ήταν να εμφανιστούν πληθωριστικές πιέσεις και άλλες οικονομικές ανισορροπίες. Όπως είχε υποχρέωση, ο Ξ. Ζολώτας ενημέρωσε τον τότε Πρωθυπουργό προειδοποιώντας τον και λέγοντας, επί λέξει ότι «εάν δεν συμμορφωθούν οι Υπουργοί σας, κύριε Πρόεδρε, η Ελλάδα θα ακολουθήσει τη μοίρα της Τουρκίας», που ως γνωστόν την εποχή εκείνη βρισκόταν σε τραγική οικονομική κατάσταση.
Με την προσωπικότητά του και με τις υπηρεσίες που προσέφερε στον τόπο, η διεθνής απήχησή του ήταν τεράστια. Η αναγνώριση που είχε, οι γνωριμίες και οι φιλίες που είχε καλλιεργήσει ήταν κάτι που τον ευχαριστούσε ιδιαιτέρως. Σε στιγμές χαλάρωσης από την εργασία του μας διηγούνταν άγνωστες πτυχές από τις διεθνείς του σχέσεις και μας έδειχνε φωτογραφίες από συναντήσεις του με επιφανείς οικονομολόγους της εποχής, όπως ο John Maynard Keynes, ενώ πολλοί άλλοι τον συμβουλεύονταν για να αντλήσουν από τις εμπειρίες του και τις τεράστιες γνώσεις του κυρίως σε θέματα Νομισματικής και Πιστωτικής Πολιτικής.
Είναι παροιμιώδες το ενδιαφέρον που ο Διοικητής απέδιδε στις ετήσιες συνόδους του IMF. Κάθε χρόνο μιλούσε από το βήμα αυτό, η δε προετοιμασία του ξεκινούσε πολλούς μήνες πριν. Το περιεχόμενο των ομιλιών του ήταν πάντα προσαρμοσμένο στην οικονομική επικαιρότητα, ώστε με τους λόγους του να συνεισφέρει στις εξελίξεις της παγκόσμιας οικονομίας. Η δε απήχηση των ομιλιών του ήταν τεράστια, ενώ οι σκέψεις του ιδιαίτερα σε θέματα Νομισματικής Πολιτικής ακολουθούνταν συχνά και από μεγάλες χώρες, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και άλλες. Με αφορμή τις ομιλίες του στο ΙΜF, είχε επί μακρόν συχνή επικοινωνία και ανταλλαγή απόψεων με επιφανείς, κυρίως Αμερικανούς, Νομπελίστες Οικονομολόγους.
Η συμβολή της Τραπέζης της Ελλάδος και του ιδίου προσωπικά στην ένταξη της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ ήταν σημαντική. Ως Έλληνες, οι προετοιμασίες μας ξεκινούν πάντα στο παραπέντε. Το κενό αυτό, την εποχή εκείνη, αναπλήρωσε επιτυχώς η Τράπεζα της Ελλάδος και ειδικότερα η ΔΟΜ. Όλοι, τότε, αποδυθήκαμε κυριολεκτικά σ΄ έναν αγώνα ταχύτητας για να μπορέσει να επιτύχει η χώρα τα πλεονεκτήματα της ευρωπαϊκής οικονομικής ολοκλήρωσης. Ο ίδιος ο Διοικητής μεθόδευσε και συντόνισε όλη αυτήν την προσπάθεια. Συγκεντρώθηκε ένα τεράστιο στατιστικό υλικό και πλήθος σημειωμάτων, που καθόρισαν καταλυτικά τις ενταξιακές μας προσπάθειες. Η δε προσωπική του συμβολή ήταν τεράστια, τόσο με τη συμμετοχή του στις διαβουλεύσεις με τους ξένους ηγέτες, όσο και με το συγκεκριμένο συγγραφικό του έργο.
Δικαίως ένιωσε μεγάλη υπερηφάνεια, όταν η προσπάθειά του αυτή αναγνωρίσθηκε από την τότε κυβέρνηση, αλλά και από τις κυβερνήσεις των ισχυρών κρατών της Ευρώπης (Γαλλία, Γερμανία και άλλες).
Ο καθηγητής Ζολώτας – όπως είπαμε και στην αρχή, έτσι ήθελε να τον αποκαλούν – έλαβε, ως γνωστόν, πολλά αξιώματα, έγινε ακόμη και Πρωθυπουργός της χώρας, εκπληρώνοντας έτσι όλα όσα είχε οραματισθεί από νεαρότατη ηλικία. Εκείνο που δεν απόλαυσε ήταν η απονομή σε αυτόν του βραβείου Nobel. Ήταν υποψήφιος επί σειρά ετών. Σύμφωνα άλλωστε με τον κανονισμό των βραβείων της Σουηδικής Ακαδημίας, προτεινόταν από παλαιότερους Νομπελίστες, όπως οι John Hicks, Wassily Leontief και άλλοι. Την τελευταία φορά που έθεσε υποψηφιότητα έφθασε στη short-list των δύο υποψηφίων, με πολύ μεγάλη πιθανότητα να του απονεμηθεί το βραβείο. Δυστυχώς, όμως, αυτό δεν επετεύχθη. Τα ελληνικά δαιμόνια έδρασαν την τελευταία στιγμή, όπως άλλοτε είχε συμβεί και με τον Ν. Καζαντζάκη. Δεν εξέφρασε ποτέ πικρία για αυτό το γεγονός. Είχε την ικανοποίηση της διεθνούς αναγνώρισής του ως οικονομολόγου, ανεξαρτήτως της μη απονομής του βραβείου. Είχε επίσης την ικανοποίηση ότι είχε υπηρετήσει τη χώρα του, κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Όλοι οι Διοικητές που τον διαδέχθηκαν στην Τράπεζα της Ελλάδος - αυτό για μένα προσωπικά ίσως είναι μία από τις σημαντικότερες προσφορές του - γαλουχήθηκαν από την προσωπικότητά του. Έδρασαν κι εκείνοι με το ίδιο ήθος, ενεργητικότητα, αποφασιστικότητα, ώστε η Τράπεζα της Ελλάδος να είναι ο φάρος και ο θεσμός εκείνος που συμβάλλει και θα συμβάλλει αποφασιστικά για το καλό της χώρας.
Στα χρόνια που ακολούθησαν λόγω της μεγάλης του ηλικίας, δεν έβγαινε από το σπίτι, διατηρούσε όμως το μυαλό του σε εγρήγορση, όπως και στη νεαρή του ηλικία. Γινόταν όμως πραγματικά ευτυχισμένος όταν οι στενοί του συνεργάτες τον επισκεπτόμαστε τακτικά, τον ενημερώναμε για τις οικονομικές εξελίξεις και ιδιαίτερα για τα τεκταινόμενα στην Τράπεζα της Ελλάδος.
Η μόνη φορά που άφηνε να εκδηλωθεί η συγκίνησή του ήταν όταν του θυμίζαμε τα όσα έκανε για τον τόπο αυτό και την Τράπεζα της Ελλάδος, αφήνοντας ένα δάκρυ να κυλίσει από τα μάτια του που όμως έλαμπαν από ικανοποίηση.