EN

Δελτία Τύπου

  • Κοινοποίηση:

Ισοζύγιο Εξωτερικών Συναλλαγών Δ' Τρίμηνο 1999 / Ιανουάριος-Δεκέμβριος 1999

09/06/2000 - Δελτία Τύπου

Δ’ Τρίμηνο 1999

Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών το δ΄ τρίμηνο του 1999 διαμορφώνεται σε 2.179 εκατ. ευρώ, έναντι ελλείμματος 537 εκατ. ευρώ την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους. Η εξέλιξη αυτή είναι αποτέλεσμα κυρίως της ανόδου του εμπορικού ελλείμματος (κατά 1.405 εκατ. ευρώ), αλλά και του περιορισμού του πλεονάσματος στο ισοζύγιο μεταβιβάσεων (κατά 638 εκατ. ευρώ). Αντίθετα, τόσο το ισοζύγιο υπηρεσιών όσο και το ισοζύγιο εισοδημάτων παρουσίασαν μικρή βελτίωση.

Η αύξηση του εμπορικού ελλείμματος aποτελεί συνισταμένη της αύξησης του ελλείμματος εκτός καυσίμων, αλλά και της ανόδου των καθαρών εισαγωγών καυσίμων. Στην ίδια περίοδο τόσο οι εισπράξεις όσο και σε μικρότερο βαθμό οι πληρωμές για τουριστικές, μεταφορικές και λοιπές υπηρεσίες εμφανίζονται αυξημένες, με αποτέλεσμα το πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών να παρουσιάσει άνοδο κατά 247 εκατ. ευρώ. Όσον αφορά το ισοζύγιο των εισοδημάτων, οι εισπράξεις τόσο από αμοιβές και μισθούς όσο και από τόκους, μερίσματα και κέρδη ήταν αυξημένες. Έτσι, παρά την άνοδο των πληρωμών για τόκους μερίσματα και κέρδη, το έλλειμμα των εισοδημάτων περιορίστηκε σε σχέση με το δ’ τρίμηνο του 1998. Τέλος, το πλεόνασμα του ισοζυγίου μεταβιβάσεων μειώθηκε λόγω περιορισμού των εισπράξεων από μεταβιβάσεις της ΕΕ και μεταναστευτικά εμβάσματα, ενώ οι αντίστοιχες πληρωμές σημείωσαν άνοδο.

Το ισοζύγιο χρηματοοικονομικών συναλλαγών, το δ’ τρίμηνο του 1999 παρουσιάζει καθαρή εισροή κεφαλαίων σε επενδύσεις χαρτοφυλακίου και «λοιπές επενδύσεις», ενώ στην κατηγορία των αμέσων επενδύσεων σημειώθηκε καθαρή εκροή.

Οι παραπάνω εξελίξεις οδήγησαν σε μείωση των συναλλαγματικών διαθεσίμων της χώρας στη διάρκεια του δ’ τριμήνου κατά 3 δισεκ. δολάρια περίπου.

Ιανούαριος – Δεκέμβριος 1999

Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε από 3,286 εκατ. ευρώ το 1998 σε 4,808 εκατ. Ευρώ το 1999. Η επιβάρυνση του ισοζυγίου προέρχεται κυρίως από την άνοδο του εμπορικού ελλείμματος, αλλά και από τη μείωση του πλεονάσματος του ισοζυγίου μεταβιβάσεων. Αντίθετα, το μεν πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών αυξήθηκε σημαντικά, το δε έλλειμμα του ισοζυγίου εισοδημάτων περιορίστηκε περίπου κατά το ήμισυ.

Η εξέλιξη των μεγεθών του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών έχει επηρεασθεί, πρώτον, από τον υψηλό ρυθμό ανόδου του ΑΕΠ, ο οποίος ήταν ταχύτερος σε σχέση με αυτόν των κύριων εμπορικών εταίρων της Ελλάδος και δεύτερον, από την άνοδο των διεθνών τιμών του αργού πετρελαίου. Σημαντική ήταν η επιβάρυνση του εμπορικού ισοζυγίου λόγω της αθρόας εισαγωγής επιβατικών αυτοκινήτων μετά τη μείωση των ειδικών τελών καθώς και λόγω του υψηλού ρυθμού ανόδου των επενδύσεων σε εξοπλισμό και του αυξημένου, σε σχέση με το 1998, ρυθμού ανόδου της ιδιωτικής κατανάλωσης. Επίσης, παρά την επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής δραστηριότητας, τουλάχιστον στις χώρες με τις οποίες η Ελλάδα έχει σημαντικές εμπορικές συναλλαγές και την ανάλογη επιβράδυνση του ρυθμού ανόδου της εξωτερικής ζήτησης, η αύξηση των εξαγωγικών εισπράξεων υπήρξε σημαντική. Όσον αφορά τις υπηρεσίες και τα εισοδήματα, οι θετικές εξελίξεις οφείλονται κυρίως στην άνοδο του πραγματικού εισοδήματος στις χώρες της ΕΕ, στη συγκρατημένη άνοδο των εγχώριων τουριστικών τιμών, στην ομαλοποίηση των εξελίξεων στις διεθνείς θαλάσσιες μεταφορές, καθώς και στην αύξηση των εισοδημάτων από τοποθετήσεις κατοίκων στο εξωτερικό.

Η άνοδος του εμπορικού ελλείμματος κατά 2,069 εκατ. ευρώ αντανακλά την άνοδο τόσο του ελλείμματος εκτός καυσίμων, γεγονός που οφείλεται στην αύξηση της δαπάνης για εισαγωγές, η οποία υπεραντιστάθμισε την άνοδο των εξαγωγικών εισπράξεων, όσο και της δαπάνης για καθαρές εισαγωγές καυσίμων. Όσον αφορά το ισοζύγιο υπηρεσιών, η άνοδος των εισπράξεων από τουριστικές και μεταφορικές υπηρεσίες ήταν πολύ μεγαλύτερη από εκείνη των αντίστοιχων πληρωμών, με αποτέλεσμα το πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών να αυξηθεί κατα 774 εκατ. ευρώ. Σημαντική βελτίωση παρουσίασε επίσης το ισοζύγιο εισοδημάτων, το έλλειμμα του οποίου μειώθηκε κατά 755 εκατ. ευρώ. Η μείωση αυτή προκύπτει κυρίως από τη σημαντική αύξηση των εισροών από τόκους, μερίσματα και κέρδη, η οποία υπερκάλυψε την άνοδο των αντίστοιχων πληρωμών, αλλά και από την άνοδο των εισπράξεων από αμοιβές. Τέλος, το πλεόνασμα του ισοζυγίου μεταβιβάσεων περιορίστηκε κατά 982 εκατ. ευρώ, λόγω του περιορισμού κυρίως της εισροής μεταναστευτικών και λοιπών εμβασμάτων αλλά και των μεταβιβάσεων από την ΕΕ σε μικρότερο βαθμό.

Όσον αφορά τις χρηματοοικονομικές συναλλαγές, σημαντικοί παράγοντες οι οποίοι επηρέασαν την εξέλιξή τους το 1999 ήταν η μείωση των δανειακών αναγκών του Δημοσίου το 1999, καθώς και η αύξηση των ελληνικών επενδύσεων στο εξωτερικό, και ειδικότερα στις βαλκανικές χώρες. Συγκεκριμένα, οι καθαρές άμεσες επενδύσεις ήταν περίπου μηδενικές, εφόσον η καθαρή αύξηση των αμέσων επενδύσεων στο εξωτερικό σχεδόν αντιστάθμισε την εισροή κεφαλαίων από το εξωτερικό για επενδύσεις στην Ελλάδα. Όσον αφορά τις επενδύσεις χαρτοφυλακίου, η καθαρή εισροή διαμορφώθηκε σε 5.706 εκατ. ευρώ, έναντι 10.700 εκατ. ευρώ το 1998. Η εισροή αφορούσε τοποθετήσεις για αγορά ελληνικών ομολόγων, η οποία αντισταθμίστηκε εν μέρει από πωλήσεις μετοχών, κυρίως κατά το δεύτερο εξάμηνο του 1999. Τέλος οι «λοιπές επενδύσεις» εμφάνισαν καθαρή εκροή πολύ μικρότερη αυτής του 1998 λόγω του σημαντικού περιορισμού του καθαρού δανεισμού της Γενικής Κυβέρνησης.

Αποτέλεσμα των εξελίξεων αυτών ήταν τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της χώρας να διαμορφωθούν σε 18,9 δισεκ. δολ. στο τέλος Δεκεμβρίου 1999, έναντι 18,2 δισεκ. δολ. στο τέλος του 1998.

​​ 
Αυτό το website χρησιμοποιεί cookies για την βελτιστοποίηση της εμπειρίας σας. Μάθετε περισσότερα
Αποδέχομαι