Άρθρο του Υποδιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Θεόδωρου Μητράκου στην εφημερίδα «ΕΘΝΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ»: “Αναβαθμισμένη» η ελληνική οικονομία στη διεθνή ατζέντα”
05/05/2019 - Άρθρα & Συνεντεύξεις
Θεσμικοί παράγοντες και επενδυτές αποδέχονται ότι η Ελλάδα έχει εισέλθει πλέον σε ένα πιο αισιόδοξο μονοπάτι σταθερότητας και ανάπτυξης.
Το θετικό κλίμα που καταγράφηκε το 2018 για την ελληνική οικονομία συνεχίζεται και κατά το τρέχον έτος. Αυτό προέκυψε και κατά τη διάρκεια των συναντήσεων στο πλαίσιο της πρόσφατης εαρινής συνόδου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας στην οποία συμμετείχα ως εκπρόσωπος της Τράπεζας της Ελλάδος. Για πρώτη φορά μετά από χρόνια οι θεσμικοί παράγοντες και οι διεθνείς επενδυτές επέδειξαν μία εντελώς διαφορετική διάθεση, με την επιφυλακτικότητα του παρελθόντος να έχει δώσει τη θέση της στο επενδυτικό ενδιαφέρον που δημιουργούν οι θετικές επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας και κυρίως οι προοπτικές της.
Η βελτίωση αυτή είναι το αποτέλεσμα πολλών παραγόντων όπως η διαπιστωμένη πλέον ικανότητα του ελληνικού Δημοσίου για την επίτευξη των υψηλών στόχων των δημοσιονομικών πλεονασμάτων, η διασφαλισμένη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους με τη σχετική δέσμευση των Ευρωπαίων εταίρων, το μεγάλο «μαξιλάρι» ρευστότητας που διατηρεί η χώρα για την κάλυψη χρηματοδοτικών κινδύνων, η θετική κατάληξη των δύο πρώτων αξιολογήσεων της μεταμνημονιακής περιόδου, η σταδιακή επιστροφή των καταθέσεων και η ενίσχυση της ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα, οι θετικές επιδόσεις και οι αισιόδοξοι αλλά εφικτοί στόχοι στη διαχείριση των επισφαλών δανείων.
Οι μεταρρυθμίσεις που εφαρμόστηκαν κατά τη διάρκεια της κρίσης, με σημαντικό κοινωνικό κόστος είναι αλήθεια, παράγουν θετικά αποτελέσματα τα οποία αναγνωρίζονται πλέον ευρέως από τους διεθνείς συνομιλητές μας (διεθνείς οργανισμούς, επενδυτικές τράπεζες, διαχειριστές χρέους, επενδυτικά κεφάλαια κ.λπ.). Έμπρακτη απόδειξη αποτελεί η αυξημένη ζήτηση για τοποθετήσεις σε ελληνικούς τίτλους. Χαρακτηριστικό είναι επίσης το γεγονός της συνεχούς αποκλιμάκωσης των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων σε προ κρίσης επίπεδα, η άνοδος των τιμών των μετοχών και η αύξηση των ξένων άμεσων επενδύσεων. Οι εξελίξεις συνδέονται με τις ελκυστικές αποδόσεις που προσφέρουν οι επενδύσεις στην Ελλάδα σε ένα περιβάλλον σχετικά περιορισμένου εγχώριου κινδύνου και σημαντικής διαθέσιμης ρευστότητας διεθνώς.
Από το ενδιαφέρον των διεθνών επενδυτών δεν θα μπορούσε να λείπει η αγορά ακινήτων και ο τραπεζικός κλάδος. Στην αγορά ακινήτων φαίνεται ότι αναπτύσσεται σταδιακά μία νέα δυναμική, όπως αποτυπώνεται στους ρυθμούς μεταβολής των αξιών τόσο των οικιστικών όσο και των επαγγελματικών ακινήτων υψηλών κυρίως προδιαγραφών. Οι βραχυχρόνιες μισθώσεις, το πρόγραμμα «Χρυσή Βίζα» και το ενδιαφέρον για ακίνητα που συνδέονται με τον τουρισμό οδηγούν τις εξελίξεις. Ενδεικτικά, το 2018, εκτός από τους θετικούς ετήσιους ρυθμούς αύξησης των τιμών (1,5% για τα διαμερίσματα και 7,4% και 3,1% αντίστοιχα για τα γραφεία και καταστήματα υψηλών προδιαγραφών κατά το α΄ εξάμηνο του 2018 σε σχέση με το α΄ εξάμηνο του 2017), παρατηρούμε αύξηση της οικοδομικής δραστηριότητας (κατά 21,3% σε ετήσια βάση το 2018, με βάση τον όγκο) αλλά και προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων ύψους περίπου 1,1 δισεκ. ευρώ. Μάλιστα, βάσει των στοιχείων της Τράπεζας της Ελλάδος παρατηρείται μια σημαντικά επιταχυνόμενη αύξηση των επενδύσεων από το εξωτερικό σε ακίνητα ως καθαρή εισροή κεφαλαίων τα τρία τελευταία χρόνια (172,1% το 2018, έναντι 86,5% για το 2017 και 45,3% για το 2016). Ωστόσο, όπως συμβαίνει σε κάθε τομέα επενδύσεων, καταγράφονται, διαφορετικές τάσεις και ταχύτητες μεταξύ των τοπικών αγορών και των διαφόρων κατηγοριών ακινήτων.
Στον τραπεζικό κλάδο, καταγράφονται βελτιωμένες συνθήκες ρευστότητας και θετικές εξελίξεις αναφορικά με τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Η επιστροφή των καταθέσεων και οι καλύτεροι όροι χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών από την διατραπεζική αγορά συνέβαλαν στο μηδενισμό της έκτακτης ενίσχυσης σε ρευστότητα (ELA) από την Τράπεζα της Ελλάδος. Ως προς τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, αναγνωρίζεται η πρόοδος που έχει επιτευχθεί στην κατεύθυνση της αποκλιμάκωσής τους και η αισιόδοξη αλλά ταυτόχρονα εφικτή στοχοθεσία για περιορισμό τους σε επίπεδο χαμηλότερο του 20% μέχρι το τέλος του 2021. Σε αυτό θα συμβάλουν η σταθεροποίηση και πιθανή ενίσχυση των ρυθμών ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, η περαιτέρω ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων η οποία θα βελτιώσει τις αποτιμήσεις των εξασφαλίσεων και συνεπώς τις τιμές τυχόν μεταπώλησης χαρτοφυλακίων επισφαλών δανείων. Είναι επίσης σε εξέλιξη η συζήτηση για την έγκριση και εφαρμογή μιας πιο συστημικής λύσης αντιμετώπισης του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων που θα λειτουργεί συμπληρωματικά προς τις προσπάθειες των ίδιων των τραπεζών. Πρόκειται για ενδιαφέρουσες προτάσεις που έχει επεξεργαστεί το αρμόδιο Υπουργείο, η Τράπεζα της Ελλάδος και το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Θετική εξέλιξη αποτελεί και η ανταπόκριση των συνομιλητών της χώρας στην πρόταση του Υπουργείου Οικονομικών για μερική πρόωρη αποπληρωμή των δανείων που έχει λάβει η χώρα από το ΔΝΤ. Λόγω της σημαντικής αποκλιμάκωσης των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων, φαίνεται ότι είναι εφικτή πλέον η αντικατάσταση ακριβού χρέους με φθηνότερο, εξέλιξη που θα οδηγήσει σε μείωση του κόστους εξυπηρέτησης του χρέους από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Για το 2019, η Τράπεζα της Ελλάδος προβλέπει ότι το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 1,9%, με τους κύριους προσδιοριστικούς παράγοντες - όπως εκτιμάται - της εξέλιξης αυτής τις εξαγωγές και την ιδιωτική κατανάλωση. Φυσικά, παραμένουν αυξημένοι κίνδυνοι οι οποίοι προέρχονται κυρίως από το εξωτερικό περιβάλλον. ε εγχώριο επίπεδο βασικές προκλήσεις παραμένουν η καταπολέμηση της ανεργίας (παρά τη σημαντική μείωση των τελευταίων ετών), οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές και οι στόχοι των δημοσιονομικών πλεονασμάτων, το μεγάλο απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, το υψηλό δημόσιο χρέος και η υλοποίηση μεταρρυθμίσεων για τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος φιλικότερου προς τις επενδύσεις.
Συνοψίζοντας, η διεθνής κοινότητα αποδέχεται πλέον ότι η ελληνική οικονομία, με σημαντικό οικονομικό και κοινωνικό κόστος, έχει εισέλθει πλέον σε ένα πιο αισιόδοξο μονοπάτι σταθερότητας και ανάπτυξης. Η πορεία αυτή μπορεί και πρέπει να συνεχιστεί με ολοένα και μεγαλύτερο δυναμισμό, ενισχύοντας την εμπιστοσύνη των επενδυτών και αξιοποιώντας παράλληλα το δημοσιονομικό χώρο που έχει δημιουργηθεί από τη συνετή δημοσιονομική πολιτική για την ενίσχυση δράσεων μείωσης της ανεργίας και των ανισοτήτων, και την υποστήριξη των πιο ευάλωτων κοινωνικών ομάδων.