Άρθρα & Συνεντεύξεις

  • Κοινοποίηση:

Άρθρο γνώμης του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα στην εφημερίδα «Άποψη» με τίτλο «Η ελληνική οικονομία σε σταυροδρόμι: Προοπτικές, προκλήσεις και ευκαιρίες το επίκεντρο της ΔΕΘ»

06/09/2025 - Άρθρα & Συνεντεύξεις

Η φετινή Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης πραγματοποιείται σε μια περίοδο όπου η ελληνική οικονομία βρίσκεται αντιμέτωπη με προκλήσεις αλλά και σημαντικές ευκαιρίες. Η ΔΕΘ, θεσμός που παραδοσιακά συνδέεται με την παρουσίαση οικονομικών πολιτικών, επενδυτικών σχεδίων και νέων τεχνολογιών, αποτελεί ιδανικό σημείο αναφοράς για μια συνολική αποτίμηση της πορείας και των προοπτικών της χώρας.

Σύμφωνα με τις τρέχουσες προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος, ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ το 2025 αναμένεται να διαμορφωθεί στο 2,3%, να υποχωρήσει στο 2% το 2026 και να επιταχυνθεί οριακά στο 2,1% το 2027. Αυτοί οι ρυθμοί ανάπτυξης είναι υψηλότεροι από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, συμβάλλοντας στη σταδιακή σύγκλιση του πραγματικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδος προς το μέσο επίπεδο της ΕΕ. Βασικότερη συνιστώσα της μεγέθυνσης αναμένεται να είναι η κατανάλωση, ενώ οι επενδύσεις και οι εξαγωγές θα συμβάλλουν επίσης θετικά. Οι άμεσες επιπτώσεις στο ΑΕΠ της Ελλάδος από την επιβολή δασμών εκτιμώνται περιορισμένες, καθώς οι ΗΠΑ δεν αποτελούν σημαντική αγορά για τις ελληνικές εξαγωγές αγαθών. Οι επιπτώσεις για την Ελλάδα θα είναι κυρίως έμμεσες, με βασικότερο δίαυλο μετάδοσης τη μείωση της εξωτερικής ζήτησης της ευρωζώνης, ενώ η αβεβαιότητα εκτιμάται ότι έχει σε κάποιο βαθμό υποχωρήσει ως απόρροια της εμπορικής συμφωνίας ΗΠΑ-ΕΕ, όπως ήδη προαναφέρθηκε.

Ο πληθωρισμός βάσει του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή  θα συνεχίσει να αποκλιμακώνεται την επόμενη τριετία. Το 2025 αναμένεται να διαμορφωθεί σε επίπεδα κοντά στο 3% αντανακλώντας αφενός την επιμονή του πληθωρισμού των υπηρεσιών, λόγω κυρίως των αναμενόμενων αυξήσεων των αμοιβών εργασίας και των ενοικίων και των πιέσεων από την υψηλή τουριστική ζήτηση, και αφετέρου των ανοδικών πιέσεων στις τιμές των ειδών διατροφής. O πυρήνας του πληθωρισμού θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα, παρουσιάζοντας σημαντική απόκλιση από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, αντανακλώντας τον υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας σε σχέση με αυτόν της ευρωζώνης και βεβαίως το θετικό παραγωγικό κενό της ελληνικής οικονομίας. Ωστόσο, αναμένεται να μειωθεί αισθητά στο 2,2% έως το 2027, εξαιτίας της αποκλιμάκωσης κυρίως του πληθωρισμού των μη ενεργειακών βιομηχανικών αγαθών.

Στο δημοσιονομικό τομέα, οι επιδόσεις του 2024 υπήρξαν εντυπωσιακές, με υπεραπόδοση των εσόδων, καθώς οι μεταρρυθμίσεις στην κατεύθυνση της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής, της ενίσχυσης του φοροεισπρακτικού μηχανισμού και της βελτίωσης της φορολογικής συμμόρφωσης αποδίδουν πλέον διατηρήσιμα οφέλη, ενώ το δημόσιο χρέος συνεχίζει να μειώνεται αισθητά. Ανάλογες θετικές επιδόσεις αν και σε χαμηλότερο επίπεδο αναμένονται και για το 2025 γεγονός που βελτιώνει περαιτέρω την αξιοπιστία της δημοσιονομικής πολιτικής. Επιπλέον, η προγραμματισμένη πρόωρη αποπληρωμή του υπολειπόμενου ποσού των δανείων του πρώτου προγράμματος οικονομικής προσαρμογής θα επιταχύνει την αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους σε σύγκριση με τον υφιστάμενο μεσοπρόθεσμο στόχο και, ως εκ τούτου, θα οδηγήσει σε αισθητή μείωση των μελλοντικών ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών και του κόστους εξυπηρέτησης, ενισχύοντας περαιτέρω τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους και περιορίζοντας αισθητά ενδεχόμενες μελλοντικές ανάγκες διαρθρωτικής προσαρμογής. Παράλληλα, το κόστος τραπεζικού δανεισμού του ιδιωτικού τομέα υποχώρησε το τρέχον έτος, σε συνέπεια με την κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος, και η καθαρή τραπεζική χρηματοδότηση των επιχειρήσεων αυξήθηκε σημαντικά, ενώ συνολικά τα θεμελιώδη μεγέθη των τραπεζών βελτιώθηκαν. Επιπλέον, συνεχίστηκαν οι αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιολόγησης του Ελληνικού Δημοσίου και των ελληνικών τραπεζών.

Οι κίνδυνοι που περιβάλλουν τις προβλέψεις του βασικού σεναρίου της Τράπεζας της Ελλάδος για την ανάπτυξη είναι κυρίως καθοδικοί, και αφορούν: (α) την περαιτέρω αύξηση του προστατευτισμού στο διεθνές εμπόριο που αναμένεται να δημιουργήσει στασιμοπληθωριστικές πιέσεις στην παγκόσμια οικονομία και μια μεγαλύτερη της αναμενόμενης επιβράδυνση της οικονομίας της ευρωζώνης, (β) ενδεχόμενες αυξήσεις στα μακροχρόνια επιτόκια κρατικών ομολόγων λόγω αύξησης του λόγου του δημοσίου χρέους προς το ΑΕΠ μεγάλων και ισχυρών οικονομιών (γ) τυχόν ισχυρότερες αρνητικές επιδράσεις στο παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον, στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές συνθήκες και στην αγορά ενέργειας από τις συνεχιζόμενες γεωπολιτικές εντάσεις, (δ) μεγαλύτερη στενότητα στην αγορά εργασίας και ενδεχόμενες μισθολογικές αυξήσεις, (ε) πιθανές φυσικές καταστροφές που συνδέονται με τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης, (στ) χαμηλότερο του αναμενομένου ρυθμό απορρόφησης και αξιοποίησης των κονδυλίων του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και (ζ) βραδύτερη υλοποίηση των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων, με δυσμενείς επιδράσεις στην παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας.

Πέρα από τους κινδύνους, εξακολουθούν να υπάρχουν εμπόδια και προκλήσεις που δρουν ανασταλτικά στην αναπτυξιακή δυναμική της χώρας. Το επιχειρηματικό περιβάλλον στην Ελλάδα επιβαρύνεται από το σχετικά επαχθές και συχνά μεταβαλλόμενο κανονιστικό και διοικητικό πλαίσιο που στερείται διαφάνειας και από ένα νομικό σύστημα που δεν θεωρείται αρκετά αποτελεσματικό και προστατευτικό των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας. Οι κανονιστικοί φραγμοί, η παραοικονομία, η φοροδιαφυγή, η κάθε είδους παραβατικότητα και η περιορισμένη πρόσβαση στη χρηματοδότηση, ειδικά για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, συνεχίζουν να παρεμποδίζουν τον ανταγωνισμό, τις ιδιωτικές επενδύσεις και την αύξηση της παραγωγικότητας. Οι αναντιστοιχίες δεξιοτήτων, οι χαμηλές επιδόσεις της εκπαίδευσης, η υστέρηση σε βασικές δεξιότητες και η έλλειψη κατάλληλων κινήτρων αποθαρρύνουν τους ανθρώπους από την αναζήτηση εργασίας και περιορίζουν την καινοτομία. Παράλληλα, η οικονομική προσιτότητα της στέγασης συνεχίζει να αποτελεί σημαντικό ζήτημα για τα νοικοκυριά, το ιδιωτικό χρέος εξακολουθεί να επιβαρύνει επιχειρήσεις και νοικοκυριά, ενώ η συγκέντρωση της παραγωγής σε αγαθά και υπηρεσίες χαμηλής εξειδίκευσης και έντασης τεχνολογίας συμβάλλει στο υψηλό έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, παρά τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας σε όρους κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος και παρά την εντυπωσιακή βελτίωση στις δημοσιονομικές επιδόσεις της χώρας. Τέλος, σημαντικές παραμένουν οι προκλήσεις του δημογραφικού αλλά και της κοινωνικής συνοχής και των ανισοτήτων σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, παρά την πρόοδο των τελευταίων ετών όσον αφορά την αύξηση του κατώτατου μισθού, του μέσου μισθού, και του διαθέσιμου εισοδήματος.

Για να αντιμετωπιστούν οι εγχώριες διαρθρωτικές αδυναμίες, αλλά και οι προκλήσεις που απορρέουν από το ρευστό παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον, είναι αναγκαία η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων που θα επιταχύνουν τον οικονομικό μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας και θα διασφαλίσουν τη σταθερότητα και την ανθεκτικότητά της.

Η συνέχιση της προσπάθειας για διασφάλιση της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους πρέπει να παραμείνει η βασική προτεραιότητα της οικονομικής πολιτικής. Για τον λόγο αυτό, καθοριστικής σημασίας είναι η συμμόρφωση με τους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες, αλλά και οι παρεμβάσεις πολιτικής, όπως η σχεδιαζόμενη πρόωρη αποπληρωμή των δανείων του πρώτου προγράμματος οικονομικής προσαρμογής που ενισχύουν την εμπιστοσύνη και αξιοπιστία προς τη δημοσιονομική πολιτική. Από την άλλη πλευρά, χρειάζονται και δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις που καθιστούν τη δημοσιονομική πολιτική φιλικότερη προς την ανάπτυξη. Προτεραιότητα σε αυτόν τον τομέα αποτελούν οι μεταρρυθμίσεις που αποσκοπούν στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και της κοινωνικής δικαιοσύνης του φορολογικού συστήματος καθώς και στη βελτίωση της ποιότητας και αποδοτικότητας των δημόσιων δαπανών. Ιδιαίτερη προσπάθεια θα πρέπει επίσης να αποδοθεί στη βελτίωση των κάθε είδους κρατικών υποδομών όπως στις μεταφορές, την ενέργεια, την υγεία, την παιδεία.

Ταυτόχρονα στο αμέσως επόμενο διάστημα είναι απαραίτητη η εντατικοποίηση της προσπάθειας για την έγκαιρη απορρόφηση και εκταμίευση των πόρων του RRF προς τον ιδιωτικό τομέα προκειμένου να επιτευχθούν οι προβλεπόμενοι ρυθμοί αύξησης των επενδύσεων κατά την περίοδο 2025-2026. Η ελληνική οικονομία θα πρέπει επίσης να αξιοποιήσει στο έπακρο τις νέες ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας. Προς τούτο, θα πρέπει να επιδιωχθεί η πιο ενεργή συμμετοχή της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας (όπου θα δραστηριοποιούνται τόσο ο δημόσιος όσο και ο ιδιωτικός τομέας από κοινού) σε διεθνή εξοπλιστικά προγράμματα και κοινοπραξίες, με στόχο την αύξηση της προστιθέμενης αξίας της αμυντικής βιομηχανίας στο σύνολο της οικονομίας και τη σταδιακά μεγαλύτερη κάλυψη των αμυντικών αναγκών της χώρας από την εγχώρια παραγωγή.

Παράλληλα, χρειάζονται πρόσθετες προσπάθειες για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και τη μετάβαση σε μια οικονομία μέσης και υψηλής εντάσεως τεχνολογίας. Βασική προτεραιότητα είναι οι μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την παραγωγικότητα, όπως η απλοποίηση των κανονιστικών ρυθμίσεων για τις επιχειρήσεις, η ενίσχυση της καινοτομίας, η βελτίωση της αποτελεσματικότητας του κράτους και η βάθυνση των εγχώριων αγορών πιστώσεων και κεφαλαίων.

Οι μεταρρυθμίσεις που αποσκοπούν στην απλοποίηση του κανονιστικού πλαισίου για τις επιχειρήσεις θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν δράσεις μείωσης της γραφειοκρατίας, περιορισμού των εμποδίων εισόδου και εξόδου επιχειρήσεων από την αγορά, βελτίωσης του χωροταξικού σχεδιασμού και απλοποίησης των διαδικασιών χρήσης γης. Βασικό στοιχείο της οικονομικής πολιτικής θα πρέπει να είναι η ενίσχυση του ανταγωνισμού σε αρκετούς βασικούς κλάδους παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών, με περιορισμό των εναπομενόντων εμποδίων εισόδου και εξόδου επιχειρήσεων από την αγορά, όπως ήδη προαναφέρθηκε, αλλά και με προσέλκυση ξένου κεφαλαίου για παραγωγικές επενδύσεις στους τομείς παραγωγής διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών. Όπως η κρίση του δημοσίου χρέους που βίωσε η Ελλάδα οδήγησε σε φυγή εργαζομένων υψηλής εξειδίκευσης, οδήγησε επίσης και σε κλείσιμο πολλών επιχειρήσεων και σε φυγή άλλων στο εξωτερικό. Χρειάζεται επομένως προσέλκυση τόσο εργαζομένων υψηλής αλλά και χαμηλής εξειδίκευσης, όσο και προσέλκυση κεφαλαίου και επιχειρήσεων προκειμένου να βελτιωθεί ο δυνητικός ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, να αυξηθεί η παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών, με ευεργετικές συνέπειες, μεταξύ άλλων, για τον πληθωρισμό και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.  

Οι μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την καινοτομία θα πρέπει να επικεντρωθούν στην παροχή στοχευμένων φορολογικών κινήτρων και στην αύξηση της δημόσιας χρηματοδότησης για έρευνα και ανάπτυξη, στην επέκταση του ψηφιακού μετασχηματισμού του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα και στην ενίσχυση της χρήσης της τεχνητής νοημοσύνης. Η διασύνδεση της έρευνας με τις επιχειρήσεις, ειδικά με τη βιομηχανία, είναι καταλυτικής σημασίας για την παραγωγή καινοτομίας. Σε ό,τι αφορά τη βελτίωση της κρατικής αποτελεσματικότητας, βασικές προτεραιότητες αποτελούν η ενίσχυση των υποδομών, όπως ήδη προαναφέρθηκε, του κράτους δικαίου, η επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης και η αντιμετώπιση της κάθε είδους παραβατικότητας.

Επίσης, απαιτείται η περαιτέρω βελτίωση της ποιότητας του κεφαλαίου των τραπεζών, με ταχεία απομείωση της αναβαλλόμενης φορολογίας, ενώ θα πρέπει να αποφευχθούν οι νέες καθαρές εισροές μη εξυπηρετούμενων δανείων. Επιπρόσθετα, είναι πολύ σημαντική η διαφοροποίηση των πηγών χρηματοδότησης ιδίως των νέων καινοτόμων μικρομεσαίων επιχειρήσεων, με αξιοποίηση του νέου Ταμείου Μικροπιστώσεων, καθώς και με την πρόσβαση σε εναλλακτικές μορφές χρηματοδότησης μέσω των αγορών κεφαλαίων. Συνολικά, ένα αποτελεσματικό σύστημα χρηματοπιστωτικής διαμεσολάβησης αυξάνει την κινητοποίηση αποταμιευτικών πόρων από εγχώριες και ξένες πηγές, συμβάλλει στην αποδοτικότερη κατανομή των δανειακών κεφαλαίων και οδηγεί στην αύξηση των επενδύσεων.

Μια εύρυθμη αγορά εργασίας και ένα μεγαλύτερο και καλύτερα εκπαιδευμένο εργατικό δυναμικό μπορούν να αυξήσουν άμεσα όχι μόνο την παραγωγή μέσω υψηλότερης εισροής εργασίας, αλλά και την παραγωγικότητα, ανακατανέμοντας ταχύτερα τους εργαζομένους προς αναπτυσσόμενους κλάδους και επιχειρήσεις. Οι βασικές προτεραιότητες αφορούν την αναβάθμιση του ανθρώπινου κεφαλαίου μέσω της βελτίωσης του εκπαιδευτικού συστήματος και της αναμόρφωσης και επέκτασης των προγραμμάτων κατάρτισης των ανέργων, την παροχή κινήτρων για τη συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό, κατά κύριο λόγο γυναικών, νέων, αλλά και ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας και, όπως προαναφέρθηκε, τον επαναπατρισμό των Ελλήνων επιστημόνων του εξωτερικού, αλλά και την προσέλκυση και ενσωμάτωση ξένων εργαζομένων, ιδίως εκείνων με πολύτιμες δεξιότητες.

Κλείνοντας, θα ήθελα να επισημάνω ότι, καθώς το παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον παραμένει αβέβαιο, η ορθή οικονομική πολιτική είναι απαραίτητη αλλά δεν αρκεί. Απαιτείται επιπροσθέτως ενίσχυση του συντονισμού μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ και βάθυνση της οικονομικής συνεργασίας και ενοποίησης. Οι πρόσφατες ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας, καθώς και των επενδύσεων σε υποδομές και κρίσιμες νέες τεχνολογίες, συμβάλλουν στη βάθυνση της Ενιαίας Αγοράς και μπορούν να δώσουν τεράστια ώθηση στην ευρωπαϊκή οικονομία, αυξάνοντας την ευελιξία και την ανθεκτικότητά της σε εξωτερικές διαταραχές. Παράλληλα, πρέπει να προωθηθεί περαιτέρω η ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης, η δημιουργία μιας ευρωπαϊκής ένωσης αποταμιεύσεων και επενδύσεων και η καθιέρωση ενός μόνιμου μηχανισμού κοινής ευρωπαϊκής χρηματοδότησης των επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων στα πρότυπα του NextGenerationEU. Οι παραπάνω δράσεις θα ενδυναμώσουν την ευρωπαϊκή οικονομία και θα ενισχύσουν τον διεθνή ρόλο του ευρώ με σημαντικά οφέλη για τις μικρότερες ανοιχτές οικονομίες της ευρωζώνης, όπως είναι η ελληνική.

 

​​ 
Αυτό το website χρησιμοποιεί cookies για την βελτιστοποίηση της εμπειρίας σας. Μάθετε περισσότερα
Αποδέχομαι