EN

Ομιλίες

  • Κοινοποίηση:

Χαιρετισμός του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα, στη Διεπιστημονική Συνάντηση «Το παλίμψηστον της Αθήνας»

20/10/2022 - Ομιλίες

Είναι χαρά μου που σας καλωσορίζω σήμερα στη διεπιστημονική συνάντηση για «Το παλίμψηστον της Αθήνας», η οποία διοργανώνεται από το Κέντρο Πολιτισμού, Έρευνας και Τεκμηρίωσης της Τράπεζας και περιλαμβάνει πολύ ενδιαφέρουσες εισηγήσεις σημαντικών ομιλητών από διάφορους επιστημονικούς κλάδους.

Επί σχεδόν 100 χρόνια η Τράπεζα της Ελλάδος εδρεύει στην Αθήνα: Αρχικά σε κτήριο στην Πανεπιστημίου 28 (σημερινή Πανεπιστημίου 40) και, από το 1938, απέναντι από την Αθηναϊκή Τριλογία, στο ιδιόκτητο κτήριό της, στο οποίο βρισκόμαστε όλοι σήμερα.

Πριν από δύο χρόνια, η Τράπεζα, ως ελάχιστο φόρο τιμής προς την Αθήνα που τη φιλοξενεί, ανέδειξε την ιστορία των θεμελίων της με την έκδοση της μελέτης Εκ Θεμελίων. Αποκαλύφθηκε η αρχαιολογία της θέσης της, η πολεοδομική εξέλιξη του οικοδομικού τετραγώνου, η ιστορία και η χρήση των προηγούμενων κτηρίων που βρίσκονταν εδώ και που γκρεμίστηκαν για να χτιστεί το σημερινό κτήριο.

Αυτή η δραστηριότητα γκρεμίσματος και ξαναχτισίματος, ή «εγγραφής» πάνω στις προηγούμενες «εγγραφές», είναι που δημιουργεί την αίσθηση αλλά και την πραγματικότητα της Αθήνας, ως παλίμψηστου σε ιστορικό, αρχιτεκτονικό, πολεοδομικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο. Σαν ένας ζωντανός οργανισμός, η πόλη ωθείται, από τον χρόνο και τους ανθρώπους που την κατοικούν, σε νέες επινοήσεις του εαυτού της που μερικές φορές κρύβουν εντελώς τις προηγούμενες, έστω και αν στηρίζονται πάνω σε αυτές.

Το ίδιο θα μπορούσε κάποιος να πει και για την Τράπεζα της Ελλάδος – όχι πλέον ως κτήριο, αλλά ως θεσμό, ο ρόλος και οι δραστηριότητες του οποίου έχουν μετασχηματιστεί αρκετές φορές στη διάρκεια της ιστορίας του. Αναλογιστείτε μόνο πώς η Τράπεζα, που ιδρύθηκε το 1928 για να μην χρηματοδοτεί το κράτος ή τις εμπορικές τράπεζες, βρέθηκε να αποτελεί βασικό χρηματοδότη της οικονομίας μετά την κρίση του Μεσοπολέμου και – πολύ περισσότερο – μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Αναλογιστείτε πώς ένα ίδρυμα, βγαλμένο από το φιλελεύθερο καλούπι των κεντρικών τραπεζών του Μεσοπολέμου, κατέληξε επί δεκαετίες να ασκεί ασφυκτικό έλεγχο στο τραπεζικό σύστημα, υποστηρίζοντας την εκάστοτε αναπτυξιακή πολιτική των κυβερνώντων.

Θυμηθείτε πόσο ριζικά άλλαξε αυτό τη δεκαετία του 1990, όταν η απελευθέρωση του τραπεζικού συστήματος μετέβαλε τόσο το τραπεζικό τοπίο όσο και τον ρόλο της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία ανέκτησε μέρος της μεσοπολεμικής της ανεξαρτησίας. Ή πώς η εξέλιξη αυτή επισφραγίστηκε με την ένταξη στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών και τη συμμετοχή στην Ευρωζώνη. Για να μην αναφερθώ στις πιο πρόσφατες δοκιμασίες, από την κρίση χρέους έως την αντιμετώπιση της πανδημίας, που επίσης οδήγησαν στην ανάπτυξη νέων δραστηριοτήτων και τον μετασχηματισμό παλαιότερων. Η Τράπεζα της Ελλάδος, όπως κάθε μακρόβιος οργανισμός, αποτελεί ένα θεσμικό παλίμψηστο.

Ως θεσμός και ως κτήριο, ωστόσο, δεν παύει ποτέ, πέρα από κάθε νέα «εγγραφή» που αναδιαμορφώνει την ιστορία της, να αποτελεί τμήμα του αθηναϊκού παλίμψηστου που είναι το αντικείμενο της σημερινής μας συνάντησης. Είμαι σίγουρος ότι ανυπομονείτε κι εσείς, όπως κι εγώ, να ακούσετε τους σημαντικούς ομιλητές μας να μιλούν για το θέμα.

Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά τη Δρα Κλεοπάτρα Παπαευαγγέλου-Γκενάκου, που είχε την ιδέα αλλά και την επιμέλεια αυτής της συνάντησης. Ευχαριστώ επίσης όλους εσάς που είστε εδώ σήμερα.

Δίνω τώρα τον λόγο στον Διευθυντή του Κέντρου Πολιτισμού, Έρευνας και Τεκμηρίωσης της Τράπεζας, κ. Παναγιώτη Παναγάκη.

​​ 
Αυτό το website χρησιμοποιεί cookies για την βελτιστοποίηση της εμπειρίας σας. Μάθετε περισσότερα
Αποδέχομαι