Ομιλία του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα στην παρουσίαση του βιβλίου «A Financial Crisis Manual – Reflections and the Road Ahead» (Εγχειρίδιο Διαχείρισης Χρηματοοικονομικών Κρίσεων) σε επιμέλεια Δ. Θωμάκου, Π. Μονοκρούσου και Κ. Νικο
18/01/2016 - Δελτία Τύπου
Σημαντικό βιβλίο: Σημαντική συμβολή στη διεθνή βιβλιογραφία για την χρηματοοικονομική κρίση, τις προκλήσεις της δημοσιονομικής πολιτικής, τις προκλήσεις της νομισματικής πολιτικής σε ένα περιβάλλον πολύ χαμηλού πληθωρισμού και πολύ χαμηλών επιτοκίων, την απαιτούμενη νέα αρχιτεκτονική για την Ευρωζώνη, τη βιωσιμότητα του χρέους στην Ελλάδα, το μέγεθος των δημοσιονομικών πολλαπλασιαστών.
To βιβλίο αυτό, που επιμελούνται οι Καθηγητές Δημήτριος Θωμάκος (Παν. Πελοπονήσου), Κωνσταντίνος Νικολόπουλος (Bangor University, UK) και ο Δρ. Πλάτων Μονοκρούσος (Chief Economist - Eurobank), επιχειρεί ένα σπάνιο συγκερασμό απόψεων διακεκριμένων ακαδημαϊκών αλλά και υψηλόβαθμων στελεχών της αγοράς για: τα βαθύτερα αίτια, τα διδάγματα αλλά προπάντων τις απαιτούμενες λύσεις για την έξοδο από την πρόσφατη διεθνή χρηματοοικονομική κρίση; με άλλα λόγια ένα πλήρες ... Εγχειρίδιο Διαχείρισης Χρηματοικονομικών Κρίσεων! Το βιβλίο κινείται σε τρία επίπεδα: παγκόσμια οικονομία (κεφάλαια 1, 4, 5, 10 & 12), Ευρωζώνη (κεφάλαια 2, 3, 13 & 14) και Ελλάδα (κεφάλαια 6-9 & 11). Τα βασικά σημεία του είναι τα εξής:
Α) Παγκόσμια οικονομία και διεθνείς χρηματοοικονομικές αγορές
Οι πολιτικές ελέγχου (financial repression), ο έντονος παρεμβατισμός και ο περιορισμός της μεταβλητότητας στις αγορές μπορεί να έχουν παρενέργειες, περιορίζοντας την ανθεκτικότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος σε μελλοντικούς κλυδωνισμούς. Επιπροσθέτως, η συμπίεση των αποδόσεων των ομολόγων ενθαρρύνει τον εθισμό των επενδυτών σε κινδύνους μακράς διάρκειας.
Σημαντικές αλλαγές απαιτούνται σε επίπεδο εποπτικού και κανονιστικού πλαισίου έτσι ώστε να περιοριστούν μελλοντικοί κίνδυνοι συστημικής αστάθειας. Κατ αρχάς, τα κίνητρα πρέπει να αλλάξουν. Οι αμοιβές των υψηλόβαθμων στελεχών του χρηματοοικονομικού κλάδου θα πρέπει να συναρτώνται από μια πιο σαφή σχέση ρίσκου-απόδοσης σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Οι εποπτικές αρχές πρέπει να αξιολογούν τα στοιχεία ενεργητικού και παθητικού των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου με σκοπό την ενσωμάτωση περιόδων ιδιαίτερα χαμηλής ή υψηλής μεταβλητότητας στις τιμές των περιουσιακών στοιχείων. Επιπλέον, η έννοια του δανειστή έσχατης ανάγκης χρειάζεται να διευρυνθεί έτσι ώστε να ενσωματώσει και μη-τραπεζικούς διαμεσολαβητές (‘σκιώδες’ τραπεζικό σύστημα) παράλληλα με τον εποπτικό έλεγχό τους.
Β) Νομισματική Πολιτική
Οι προκλήσεις σήμερα είναι ακριβώς αντίθετες απ’ ότι ήταν μέχρι μια δεκαετία πριν:
Μέχρι τότε οι Κεντρικές Τράπεζες χρησιμοποιούσαν, συνήθως, μέτρα περιοριστικής νομισματικής πολιτικής για να μειώσουν τον πληθωρισμό. Σήμερα, λειτουργώντας σε συνθήκες χαμηλής οικονομικής δραστηριότητας και πολύ χαμηλού πληθωρισμού, πασχίζουν να αυξήσουν τον πληθωρισμό, ώστε να επιτύχουν έναν ρυθμό κοντά στο 2%, με συνδυασμό συμβατικών, αλλά και μη συμβατικών, μέτρων επεκτατικής νομισματικής πολιτικής, όπως: πολύ χαμηλά, ακόμα και αρνητικά παρεμβατικά επιτόκια, ποσοτική χαλάρωση (QE), μελλοντική καθοδήγηση (forward guidance), προκειμένου να επηρεάσουν τις προσδοκίες αλλά και να συμπιέσουν τις αποδόσεις των μακροπρόθεσμων ομολόγων. Για να αποφύγουν τις ανεπιθύμητες επιπτώσεις αυτής της πολιτικής (πχ. δημιουργία πολύ υψηλών τιμών περιουσιακών στοιχείων), χρησιμοποιούν και μέτρα μακροπροληπτικής εποπτείας (macroprudential measures), όπως θέσπιση ποικίλων περιορισμών στη δραστηριότητα των τραπεζών (αποθεματικά ασφαλείας, κανονισμούς που αφορούν την δανειοδότηση αγοράς κατοικιών, υψηλά ποσοστά κεφαλαιακής επάρκειας, κ.λπ.). Αυτό το είδος επεκτατικής, μη συμβατικής νομισματικής πολιτικής, σε συνδυασμό με τα μέτρα μακροπροληπτικής εποπτείας, αποτελεί μία σχετικά νέα εμπειρία (η Ιαπωνία εγκαινίασε πρώτη αυτό το είδος των μέτρων λόγω της μακράς ύφεσης που γνώρισε αρκετά χρόνια πριν) τα αποτελέσματα της οποίας τα παρακολουθούμε στενά! Κατά γενική ομολογία, τα μέτρα αυτά λειτουργούν ικανοποιητικά και έχουν προσδώσει στη νομισματική πολιτική νέες δυνατότητες.
Γ) Οικονομική Πολιτική σε επίπεδο Ευρωζώνης: Νέα αρχιτεκτονική
Ο δρόμος για την επίτευξη της οικονομικής ολοκλήρωσης εξακολουθεί να είναι μακρύς και δύσκολος. Προβάλλεται ο ισχυρισμός στο βιβλίο αυτό ότι το νέο πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την τόνωση των επενδύσεων κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση. Όμως αυτό δεν είναι αρκετό. Απαιτείται, και αυτό επίσης τονίζεται στο βιβλίο, η πλήρης εκμετάλλευση του δημοσιονομικού χώρου (fiscal space), όπου υπάρχει, για την εύρυθμη λειτουργία και τη διαδικασία ολοκλήρωσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το μεγαλύτερο πρόβλημα στην Ευρωζώνη σήμερα δεν είναι τα δίδυμα ελλείμματα των χωρών-μελών της περιφέρειας, τα οποία έχουν, σε μεγάλο βαθμό, εξαλειφθεί, αλλά το πλεόνασμα ρεκόρ στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας, που αποτελεί άμεσο επακόλουθο των πολιτικών που υιοθετήθηκαν ως απάντηση στην κρίση. Δεν μπορεί να επιτευχθεί βιώσιμη μακροπρόθεσμη ισορροπία στην Ευρωζώνη χωρίς αυτό το πλεόνασμα να μειωθεί σημαντικά. Η διόρθωση της μεγάλης αυτής ανισορροπίας είναι μία δύσκολη διαδικασία και ενδεχομένως να δημιουργήσει κλυδωνισμούς στην παγκόσμια οικονομία, εάν δεν γίνει έγκαιρα. Υπάρχουν τρόποι να επιτευχθεί η διόρθωση αυτή. Ένας εξ αυτών είναι η ανατίμηση της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας, που κατ’ ουσίαν σημαίνει υψηλότερο πληθωρισμό στη Γερμανία απ’ ότι στις λοιπές χώρες-μέλη της Ευρωζώνης. Υπάρχουν βεβαίως και άλλοι τρόποι να επιτευχθεί αυτό, όπως η πραγματοποίηση επενδύσεων στις χώρες-μέλη της περιφέρειας, π.χ. μέσω της ενίσχυσης των κεφαλαίων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.
Η απαιτούμενη νέα αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης περιγράφεται γλαφυρά στη λεγόμενη Έκθεση των πέντε Προέδρων (‘Five Presidents’ Report’), η οποία περιλαμβάνει , πέρα από τη Νομισματική Ένωση, που έχει ήδη επιτευχθεί, την Οικονομική Ένωση, την Τραπεζική Ένωση και τη Δημοσιονομική Ένωση μέσα στα αμέσως επόμενα χρόνια. Τα βήματα περιγράφονται στην Έκθεση αυτή, που αποτελεί τόσο το όραμα για μια πιο αποτελεσματική Ευρωζώνη, όσο και έναν οδηγό με τις απαιτούμενες διαδικασίες και τον απαιτούμενο χρονικό ορίζοντα για την ολοκλήρωση αυτού του εγχειρήματος.
Δ) Οικονομική Πολιτική σε επίπεδο Ελλάδας
Παρουσιάζονται στο βιβλίο τα αποτελέσματα οικονομετρικών μελετών α) για τους προσδιοριστικούς παράγοντες του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, και β) για τις μακροοικονομικές επιπτώσεις των δημοσιονομικών προγραμμάτων που εφαρμόστηκαν στη χώρα την τελευταία εξαετία. Μάλιστα, η τελευταία αποτελεί συμβολή στη διεθνή βιβλιογραφία για το πώς μεταβάλλονται οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές στην Ελλάδα σε συνάρτηση με τον οικονομικό κύκλο. Επιπροσθέτως, παρουσιάζεται εμπεριστατωμένη ανάλυση της εξέλιξης του ελληνικού δημοσίου χρέους μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης και υπογραμμίζεται η αναγκαιότητα ενός νέου πακέτου ελάφρυνσής του. Τέλος, αναφορικά με την αναγκαιότητα χάραξης ενός ενιαίου στρατηγικού σχεδίου για την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης στην Ελλάδα, τονίζεται ότι η διακοπή της φυγής ανθρώπινου κεφαλαίου και η αύξηση της απασχόλησης για τη νεότερη γενιά θα πρέπει να αποτελέσουν σημαντικές προτεραιότητες του σχεδίου αυτού. Βεβαίως, απαραίτητη προϋπόθεση επιστροφής στην κανονικότητα είναι η αποκατάσταση κλίματος εμπιστοσύνης με την ολοκλήρωση του προγράμματος αξιολόγησης, που θα αποτελέσει τον καταλύτη για μια σειρά ευνοϊκών ρυθμίσεων (επαναφορά εξαίρεσης - waiver - από την ΕΚΤ, χαλάρωση και τελικά εξάλειψη των ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων, συμπερίληψη της Ελλάδας στα μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης, ελάφρυνση χρέους).
Ε) Συμπεράσματα
Φιλοδοξία του βιβλίου που παρουσιάζεται σήμερα είναι η άντληση σημαντικών διδαγμάτων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως σημείο αναφοράς πριν ξεσπάσει μια νέα διεθνής κρίση. Και αυτό αποτελεί, σύμφωνα με τους συγγραφείς αυτού του βιβλίου, ένα σοβαρό ενδεχόμενο εάν δεν θέσουμε άμεσα σε εφαρμογή τις κατάλληλες πολιτικές για την πρόληψή της!
Οι κίνδυνοι σήμερα στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα είναι υπαρκτοί και δεν επιτρέπεται εφησυχασμός. Το προσφυγικό πρόβλημα και οι μη συμμετρικές επιπτώσεις του στην ΕΕ, το δημοψήφισμα για την παραμονή ή όχι της Βρετανίας στην ΕΕ, οι διαφορετικές απόψεις κρατών-μελών για την τραπεζική ένωση, η προσαρμογή της Κίνας στο νέο επιδιωκόμενο οικονομικό πρότυπο με μεγαλύτερη έμφαση στην κατανάλωση και λιγότερη στις επενδύσεις και τις εξαγωγές, οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι στη Μέση Ανατολή.
Το μείγμα οικονομικής πολιτικής που ακολουθείται σήμερα διεθνώς δεν είναι επαρκώς ευέλικτο: Υπάρχει μεγάλη έμφαση στην χρήση μέσων νομισματικής πολιτικής, και αυτό σαφώς αποτελεί ορθή επιλογή, αλλά η νομισματική πολιτική πρέπει να συμπληρωθεί από μια πιο ευέλικτη δημοσιονομική πολιτική, όπου υπάρχει αντίστοιχος χώρος, ιδιαίτερα με αύξηση των επενδύσεων σε υποδομές, αλλά και από ευρύτερη χρήση μεταρρυθμίσεων και διαρθρωτικών πολιτικών που αυξάνουν τον δυνητικό ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης. Διότι δεν μπορεί από μόνη της η νομισματική πολιτική, όσο καινοτόμος και αποτελεσματική και αν είναι, να επιτύχει όλους τους στόχους της οικονομικής πολιτικής.