Πεντηκοστό τεύχος του Οικονομικού Δελτίου της Τράπεζας της Ελλάδος
28/01/2020 - Δελτία Τύπου
Κυκλοφόρησε το 50ό τεύχος (Δεκέμβριος 2019) του Οικονομικού Δελτίου της Τράπεζας της Ελλάδος.
Οι μελέτες που δημοσιεύονται στο Οικονομικό Δελτίο απηχούν, όπως πάντοτε, τις απόψεις των συγγραφέων και όχι κατ’ ανάγκην της Τράπεζας της Ελλάδος.
Στο 50ό τεύχος δημοσιεύονται οι εξής τέσσερις μελέτες:
Heather D. Gibson, Γεωργία Παύλου, Χριστίνα Τσόχατζη και Μελίνα Βασαρδάνη: “Η συμμετοχή της Ελλάδος στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας”
Στη μελέτη διερευνάται η συμμετοχή της Ελλάδος στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας (global value chains ή GVCs), δηλαδή σε διαδικασίες παραγωγής και διανομής αγαθών ή υπηρεσιών, τα επιμέρους στάδια των οποίων λαμβάνουν χώρα σε διαφορετικά κράτη. Ακολουθείται η ανάλυση που προτείνoυν οι Wang et al. (2013, 2018) και η οποία εφαρμόζεται στη βάση δεδομένων World Input-Output Database (WIOD). Το γενικό συμπέρασμα της μελέτης είναι ότι η εγχώρια προστιθέμενη αξία είναι υψηλή στους κλάδους των υπηρεσιών και πολύ χαμηλότερη στη μεταποίηση, συμβαδίζοντας με τα αποτελέσματα της βιβλιογραφίας. Ωστόσο, τα αποτελέσματα καταδεικνύουν συμμετοχή κλάδων οικονομικής δραστηριότητας τόσο στα αρχικά στάδια (upstreamness) όσο και στα τελικά στάδια (downstreamness) της παγκόσμιας παραγωγικής αλυσίδας. Συγκεκριμένα, οι κλάδοι της φυτικής και ζωικής παραγωγής, της παραγωγής ορυχείων-λατομείων, της παραγωγής βασικών μετάλλων και του χονδρικού και λιανικού εμπορίου συμμετέχουν στα αρχικά στάδια της παγκόσμιας παραγωγικής αλυσίδας. Η συμμετοχή στα τελικά στάδια της παγκόσμιας αλυσίδας παραγωγής παρατηρείται συνήθως στον κλάδο καταλυμάτων και δραστηριοτήτων υπηρεσιών εστίασης. Δύο κλάδοι – η βιομηχανία τροφίμων και η παραγωγή βασικών φαρμακευτικών προϊόντων και φαρμακευτικών παρασκευασμάτων – καταγράφουν αύξηση του ποσοστού της εγχώριας προστιθέμενης αξίας στις εξαγωγές. Αυτό σημαίνει ότι η παραγωγή των εν λόγω προϊόντων γίνεται σε αυξανόμενο βαθμό από την αρχή έως το τέλος, προσδίδοντας υψηλότερη εγχώρια προστιθέμενη αξία στις εξαγωγές. Τέλος, υπάρχουν κλάδοι που συμμετέχουν τόσο στα αρχικά όσο και στα τελικά στάδια της παγκόσμιας αλυσίδας παραγωγής. Σε αυτούς τους κλάδους περιλαμβάνονται η παραγωγή κλωστοϋφαντουργικών υλών, ειδών ενδυμασίας, δέρματος και δερμάτινων ειδών, η βιομηχανία ξύλου και κατασκευής προϊόντων από ξύλο, η βιομηχανία χαρτοποιίας και κατασκευής χάρτινων προϊόντων και κυρίως οι κλάδοι παραγωγής οπτάνθρακα και προϊόντων διύλισης πετρελαίου και παραγωγής χημικών ουσιών και προϊόντων, οι οποίοι έχουν στην Ελλάδα την υψηλότερη συμμετοχή στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας. Η ισχυροποίηση της τάσης μεγαλύτερης συμμετοχής στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας – είτε στη μεταποίηση είτε στους κλάδους υπηρεσιών και διανομής – ενδέχεται να αποφέρει οφέλη στην ελληνική οικονομία, καθιστώντας δυνατή τη βελτίωση της ποιότητας των εξαγωγών της, καθώς και τη μείωση των τιμών εξαγωγών.
Κωνσταντίνα Μπακινέζου, Στέλιος Παναγιώτου και Αθηνά Ρεντίφη: “Εξαγωγική επίδοση της Ελλάδος: μια ανάλυση σταθερών μεριδίων αγοράς των εξαγωγών αγαθών”
Στη μελέτη αναλύονται οι μεταβολές στα μερίδια αγοράς των ελληνικών εξαγωγών κατά τις περιόδους πριν και μετά την κρίση, χρησιμοποιώντας τη μεθοδολογία της “ανάλυσης σταθερών μεριδίων αγοράς”. Μετά την άνοδο των μεριδίων αγοράς των ελληνικών εξαγωγών αγαθών (χωρίς καύσιμα) κατά την περίοδο 2005-2008, παρατηρήθηκε συνεχής υποχώρησή τους την περίοδο 2009-2015, ενώ η ανάκαμψή τους ξεκίνησε το 2016. Για τη μελέτη των διαχρονικών αυτών μεταβολών εξετάζονται το αποτέλεσμα σύνθεσης των εξαγωγών και το αποτέλεσμα ανταγωνιστικότητας, τα οποία απαρτίζουν τη συνολική μεταβολή του μεριδίου αγοράς των ελληνικών εξαγωγών. Η ανάλυση δείχνει ότι η άνοδος των μεριδίων αγοράς πριν από την κρίση μπορεί να αποδοθεί στο έντονο θετικό αποτέλεσμα που προκύπτει από τη γεωγραφική κατανομή των εξαγωγών, το οποίο τροφοδοτείται από τη μεγάλη αύξηση των εμπορικών συναλλαγών στις κύριες εξαγωγικές αγορές της Ελλάδος (δηλ. τη ζώνη του ευρώ και τη Νοτιοανατολική Ευρώπη). Το αποτέλεσμα της κατά προϊόν σύνθεσης των εξαγωγών ήταν σχεδόν ουδέτερο, ενώ το αποτέλεσμα ανταγωνιστικότητας αντιστάθμισε περισσότερο από το ήμισυ του θετικού αποτελέσματος σύνθεσης των εξαγωγών. Κατά την περίοδο 2009-2018, το μερίδιο αγοράς των ελληνικών εξαγωγών σημείωσε πτώση, που οφειλόταν κυρίως στο αρνητικό αποτέλεσμα ανταγωνιστικότητας. Από την ανάλυση της τελευταίας περιόδου (2016-2018) προκύπτουν ορισμένα σημαντικά συμπεράσματα. Το αρνητικό αποτέλεσμα ανταγωνιστικότητας μειώνεται, ενώ το αποτέλεσμα σύνθεσης μετατρέπεται από αρνητικό το 2009-2012 σε θετικό το 2016-2018, κυρίως λόγω της γεωγραφικής κατανομής και δευτερευόντως λόγω της κατά προϊόν σύνθεσης. Ωστόσο, παρά την πρόσφατη ανάκαμψη, τα μερίδια αγοράς δεν έχουν ακόμη φθάσει στα επίπεδα του 2008.
Νίκος Βέττας, Ευαγγελία Βαλαβανιώτη, Κωνσταντίνος Πέππας και Μιχαήλ Βασιλειάδης: “Η εξέλιξη των χαρακτηριστικών των νέων επιχειρήσεων στην Ελλάδα την περίοδο πριν από τα προγράμματα οικονομικής προσαρμογής και κατά τη διάρκειά τους”
Στη μελέτη εξετάζονται οι παράγοντες που επηρεάζουν την επιβίωση, την ανάπτυξη και την απόφαση για εξαγωγική δραστηριότητα των νέων επιχειρήσεων στην Ελλάδα. Για αυτά τα ερευνητικά ερωτήματα, αξιοποιήθηκε ένα δείγμα 39.113 επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνταν την περίοδο 2000-2016 και στους τρεις τομείς της ελληνικής οικονομίας (πρωτογενής, δευτερογενής, τριτογενής). Από τις εκτιμήσεις που πραγματοποιήθηκαν τόσο για την περίοδο 2000-2016 όσο και για τις υποπεριόδους 2000-2007 και 2008-2016, προκειμένου να ελεγχθούν οι επιδράσεις της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης και της εγχώριας δημοσιονομικής κρίσης, προκύπτουν ενδιαφέροντα ευρήματα.
Ως προς τους παράγοντες που καθορίζουν την πιθανότητα επιβίωσης των επιχειρήσεων, εκτιμήθηκε σημαντική επίδραση σε αυτήν από τη μείωση της συνολικής φορολογικής τους επιβάρυνσης, τη δραστηριοποίηση σε κλάδους έντασης γνώσης και κλάδους τεχνολογιών πληροφορίας και επικοινωνιών (ΤΠΕ), τη διευκόλυνση στην πραγματοποίηση διεθνούς εμπορίου, τη μείωση του ελάχιστου κόστους ίδρυσης και την αύξηση της παροχής τραπεζικών πιστώσεων. Από τις εκτιμήσεις για την υποπερίοδο 2000-2007 δεν προέκυψαν σημαντικές διαφοροποιήσεις στα αποτελέσματα. Αντίθετα, όταν οι εκτιμήσεις εστιάστηκαν στα έτη 2008-2016, τα αποτελέσματα διαφοροποιήθηκαν. Όμως, και σε αυτήν την περίπτωση αναδείχθηκε ο σημαντικός ρόλος της κατάλληλης διαμόρφωσης του περιβάλλοντος δραστηριοποίησης των νέων επιχειρήσεων (ίδρυση, κόστος εξαγωγών κ.ά.), της παραγωγής προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας και της τραπεζικής χρηματοδότησης στην επιβίωση των νέων επιχειρήσεων, σε μια περίοδο έντονης αβεβαιότητας λόγω της παρατεταμένης δημοσιονομικής προσαρμογής, των εξελίξεων στο τραπεζικό σύστημα και των διαρθρωτικών αλλαγών.
Αναφορικά με τα αποτελέσματα εκτιμήσεων του υποδείγματος ανάπτυξης επιχειρήσεων, το μικρό αρχικό μέγεθός τους, η μεγάλη εξάρτησή τους από ξένα κεφάλαια, ο υψηλός τραπεζικός δανεισμός τους και ο βαθμός συγκέντρωσης του κλάδου όπου δραστηριοποιούνται εκτιμήθηκε πως επηρεάζουν αρνητικά την ανάπτυξή τους, ενώ αντίθετα η μεγαλύτερη ρευστότητα την ευνοεί. Η πραγματοποίηση των εκτιμήσεων για την υποπερίοδο 2008-2016 δεν διαφοροποίησε τα αποτελέσματα, ενώ όταν οι εκτιμήσεις επικεντρώθηκαν στα έτη 2000-2007, προέκυψαν διαφορές. Συγκεκριμένα, η ρευστότητα, το κόστος δανεισμού και ο βαθμός συγκέντρωσης της αγοράς δεν εκτιμήθηκε ότι ασκούν στατιστικά σημαντική επίδραση στη μεγέθυνση των επιχειρήσεων προ των κρίσεων διεθνώς και στην Ελλάδα, ενώ μετά την έναρξή τους είχαν στατιστικά σημαντική και ισχυρή επίπτωση. Επίσης, τα πρόσημα των μεταβλητών που αφορούν τις υποχρεώσεις προς τρίτους και την ηλικία της επιχείρησης ήταν αντίθετα από ό,τι στις αρχικές εκτιμήσεις, υποδηλώνοντας ότι σε καλές μακροοικονομικές συνθήκες, όπως αυτές των ετών 2000-2007, η είσοδος, η προσαρμογή και η ανάπτυξη των νέων επιχειρήσεων είναι ευκολότερες.
Τέλος, από τα αποτελέσματα των εκτιμήσεων σχετικά με τους παράγοντες οι οποίοι παρακινούν ή αποτρέπουν μια νέα επιχείρηση να αναπτύξει εξαγωγική δραστηριότητα προέκυψε ότι όσες νέες επιχειρήσεις καταφέρνουν να μεγαλώσουν και να εδραιωθούν στην αγορά τους, αλλά και εκείνες που έχουν ικανοποιητική ρευστότητα και ευκολία στην εύρεση τραπεζικής χρηματοδότησης, έχουν υψηλότερη πιθανότητα διείσδυσης σε διεθνείς αγορές. Το ίδιο αποτέλεσμα προέκυψε για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε κλάδους έντασης τεχνολογιών πληροφορίας και επικοινωνιών ή παροχής επιχειρηματικών υπηρεσιών έντασης γνώσης και για όσες έχουν έδρα στις μεγαλύτερες πόλεις της Ελλάδος.
Φαίδων Καλφάογλου: “Τα κρυπτοστοιχεία και οι δυνητικές επιπτώσεις τους στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα”
Το φαινόμενο των κρυπτοστοιχείων αναδείχθηκε τα τελευταία χρόνια και μελετάται από πολλούς εθνικούς και υπερεθνικούς οργανισμούς, ιδιαίτερα σε σχέση με τις δυνητικές επιπτώσεις του στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Για να αξιολογηθούν οι όποιες επιπτώσεις, απαιτείται μια συστηματική ταξινόμηση και εξέταση των επιμέρους θεμάτων που εγείρονται. Η μελέτη αρχικώς εξετάζει την τεχνολογία κατανεμημένου καθολικού (blockchain), η οποία επιτρέπει τη δημιουργία κρυπτοστοιχείων. Στη συνέχεια, επικεντρώνεται στη χρηματοοικονομική τεχνολογία (FinTech) ως γενικό φαινόμενο και ως ειδικό φαινόμενο εφαρμογών της τεχνολογίας κατανεμημένου καθολικού. Τέλος, εξετάζονται το πλαίσιο και το εύρος των κρυπτοστοιχείων, καθώς και τα κρυπτονομίσματα ως η πιο γνωστή εφαρμογή των κρυπτοστοιχείων. Στη μελέτη αναπτύσσεται μια μη τεχνική περίληψη των επιμέρους θεμάτων και ακολουθούν ορισμένες σκέψεις σχετικά με τις ενδεχόμενες επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Το αντικείμενο είναι καινούργιο και δεν προκύπτουν σαφή συμπεράσματα. H γενική σύσταση των διεθνών οργανισμών είναι ότι προς το παρόν οι κίνδυνοι δεν αξιολογούνται ως σημαντικοί. Ωστόσο, το φαινόμενο είναι δυναμικό και απαιτεί συνεχή παρακολούθηση.
* * *
Στο 50ό τεύχος περιλαμβάνονται επίσης περιλήψεις των “Δοκιμίων Εργασίας” τα οποία δημοσίευσε (στην αγγλική γλώσσα) το Τμήμα Ειδικών Μελετών της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης και Μελετών της Τράπεζας στο διάστημα Ιουλίου-Δεκεμβρίου 2019.
Το τεύχος του Οικονομικού Δελτίου είναι διαθέσιμο εδώ στην αγγλική γλώσσα.