EN

Δελτία Τύπου

  • Κοινοποίηση:

Τριακοστό τεύχος του "Οικονομικού Δελτίου" της Τράπεζας της Ελλάδος

11/06/2008 - Δελτία Τύπου

Κυκλοφόρησε το τεύχος 30 (Μάιος 2008) του "Οικονομικού Δελτίου" της Τράπεζας της Ελλάδος. Στο "Οικονομικό Δελτίο" δημοσιεύονται 3 μελέτες.

Οι μελέτες που δημοσιεύονται στο Οικονομικό Δελτίο απηχούν, όπως πάντοτε, τις απόψεις των συγγραφέων και όχι κατ' ανάγκη της Τράπεζας της Ελλάδος. Στο 30ό τεύχος δημοσιεύονται οι εξής μελέτες:

Ιωάννης Ασημακόπουλος, Σοφοκλής Μπρισίμης και Μάνθος Ντελής, "Η αποτελεσματικότητα του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και οι προσδιοριστικοί της παράγοντες".

Η μελέτη εξετάζει την αποτελεσματικότητα των ελληνικών τραπεζών (σε επίπεδο ομίλων) στην περίοδο 1994-2006, εφαρμόζοντας τη μέθοδο της "περιβάλλουσας ανάλυσης δεδομένων". Σύμφωνα με τα ευρήματα της εμπειρικής ανάλυσης, η συνολική αποτελεσματικότητα των τραπεζών εμφάνισε βελτίωση κατά την υπό εξέταση περίοδο, κυρίως λόγω της εξέλιξης της ''κατανεμητικής αποτελεσματικότητας'', η οποία αποτελεί συνιστώσα της συνολικής αποτελεσματικότητας. Επίσης, οι μεγάλες και οι μικρές τράπεζες εμφανίζονται πιο αποτελεσματικές από εκείνες που έχουν μεσαίο μέγεθος, ενώ η πραγματοποίηση εξαγορών και συγχωνεύσεων βρέθηκε ότι επιδρά θετικά στην αποτελεσματικότητα του τραπεζικού συστήματος. Από την ανάλυση των προσδιοριστικών παραγόντων της αποτελεσματικότητας διαπιστώθηκε ότι θετικά συσχετίζονται με αυτήν η κεφαλαιακή επάρκεια, το μέγεθος και η αποδοτικότητα των τραπεζών, ενώ το γεγονός ότι οι τράπεζες που κατέχουν σημαντικό μερίδιο αγοράς επέτυχαν να είναι πιο αποτελεσματικές μπορεί να αποδοθεί στην καλύτερη διαχείριση των παραγωγικών τους πόρων και όχι στην εφαρμογή στρατηγικών συνεννόησης.

Ιδιαίτερα σημαντική επίδραση στην αποτελεσματικότητα έχει η διαχείριση του πιστωτικού κινδύνου, η οποία φαίνεται να έχει βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια σε σχέση με το παρελθόν, κατόπιν της απελευθέρωσης της καταναλωτικής πίστης και της ενίσχυσης του θεσμικού πλαισίου εποπτείας των τραπεζών. Αντίθετα, μη σημαντική βρέθηκε η επίδραση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος.

Χιόνα Μπαλφούσια, "Χρηματοπιστωτική ολοκλήρωση: το Χρηματιστήριο Αθηνών στην ευρωπαϊκή χρηματοπιστωτική αγορά ".

Στη μελέτη διερευνάται κατά πόσον έχει μεταβληθεί ο βαθμός ολοκλήρωσης μεταξύ του Χρηματιστηρίου Αθηνών (ΧΑ) και τριών μεγάλων χρηματιστηριακών αγορών της ζώνης του ευρώ (της Φραγκφούρτης, της Μαδρίτης και του Παρισιού, από την υπογραφή της Συνθήκης του Μάαστριχτ μέχρι σήμερα. Εισαγωγικά, περιγράφεται η διαχρονική εξέλιξη των συντελεστών συσχέτισης μεταξύ των αποδόσεων του ΧΑ και των αποδόσεων των τριών επιλεγμένων ευρωπαϊκών αγορών. Στη συνέχεια, εξετάζεται οικονομετρικά ο βαθμός ολοκλήρωσης των εν λόγω χρηματιστηρίων, ιδίως η δυναμική αλληλεξάρτηση μεταξύ των ημερήσιων αποδόσεων των χρηματιστηριακών δεικτών του ΧΑ και των αποδόσεων άλλων ευρωπαϊκών αγορών.

Ειδικότερα εντοπίζεται άνοδος του επιπέδου διακύμανσης των αποδόσεων του ΧΑ κατά την περίοδο 1998-2001, ενώ η δυναμική της διακύμανσης των εν λόγω αποδόσεων φαίνεται ότι προοδευτικά επηρεάζεται περισσότερο από το γενικότερο επίπεδο της διακύμανσης στην αγορά σε μια δεδομένη περίοδο και λιγότερο από τις διαταραχές με υστέρηση που φθάνουν στην αγορά του ΧΑ. Το εύρημα αυτό επιτρέπει ενδεχομένως το συμπέρασμα ότι οι αποδόσεις του ΧΑ καθίστανται σταδιακά λιγότερο ασταθείς. Η φύση της χρηματοπιστωτικής ολοκλήρωσης μεταξύ του ΧΑ και των λοιπών ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων διερευνάται με μια σειρά εναλλακτικών υποδειγμάτων τύπου GARCH για τις αποδόσεις του ΧΑ και τη διακύμανσή τους. Τόσο οι αποδόσεις του γενικού δείκτη του ΧΑ όσο και η διακύμανσή τους φαίνεται ότι επηρεάζονται από τα αντίστοιχα μεγέθη άλλων ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων. Ο βαθμός αλληλεξάρτησής τους όμως φαίνεται ότι ήταν μεταβλητός κατά την υπό εξέταση περίοδο. Οι εκτιμώμενες αλληλεξαρτήσεις εμφανίζουν σημαντική κάμψη κατά την περίοδο της έξαρσης και της πτώσης του ΧΑ (1999-2000), η οποία φαίνεται ότι αποτελεί περίοδο προσωρινής απόκλισης της πορείας του ΧΑ από τη μακροπρόθεσμη σχέση του με τα λοιπά ευρωπαϊκά χρηματιστήρια. Η συνολική τάση του βαθμού ολοκλήρωσης παραμένει παρόλα αυτά θετική, όπως διαφαίνεται τόσο από τους κυλιόμενους συντελεστές συσχέτισης των αποδόσεων του ΧΑ με τις αποδόσεις των ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων, οι οποίοι λαμβάνουν, στο τέλος του δείγματος, την ιστορικά μέγιστη τιμή τους, όσο και από τους στατιστικούς ελέγχους σημαντικότητας των εκτιμώμενων οικονομετρικών υποδειγμάτων.

Θεόδωρος Μητράκος, ''Παιδική φτώχεια: πρόσφατες εξελίξεις και προσδιοριστικοί παράγοντες''.

Η μελέτη εξετάζει τις διαστάσεις και τις πρόσφατες εξελίξεις της παιδικής φτώχειας στην Ελλάδα και στις άλλες χώρες της ΕΕ. Από την ανάλυση των στοιχείων της Eurostat, η μελέτη συμπεραίνει ότι οι διαστάσεις του προβλήματος της παιδικής φτώχειας στην Ελλάδα μετά το 2002 διευρύνονται. Αντίθετα μάλιστα με ό,τι συνέβη στις περισσότερες άλλες χώρες της ΕΕ, το ποσοστό των παιδιών έως 15 ετών που ζουν κάτω από τη γραμμή φτώχειας στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά τρεις εκατοστιαίες μονάδες το 2006 φθάνοντας το 22%, από 19% το 2005. Αυτό σημαίνει ότι περίπου 380 χιλιάδες παιδιά ηλικίας έως 15 ετών ή περίπου 450 χιλιάδες παιδιά έως 17 ετών βρίσκονται στην Ελλάδα κάτω από το χρηματικό όριο της φτώχειας.

Μια σαφής και αρνητική σχέση μεταξύ του αριθμού των εργαζόμενων μελών του νοικοκυριού και του ποσοστού παιδικής φτώχειας καταγράφεται για τις περισσότερες χώρες της ΕΕ, ενώ οι διαστάσεις του φαινομένου της παιδικής φτώχειας σχετίζονται με τη μορφή και τη σύνθεση του νοικοκυριού. Ειδικότερα, τα παιδιά που στερούνται της παρουσίας ενός από τους δύο γονείς σε όλες σχεδόν τις χώρες αντιμετωπίζουν πολύ υψηλότερο κίνδυνο φτώχειας από ό,τι το σύνολο του πληθυσμού. Όταν είναι παρόντες και οι δύο γονείς, ο κίνδυνος φτώχειας αυξάνεται σημαντικά καθώς αυξάνεται ο αριθμός των παιδιών.

Από την ανάλυση των στοιχείων προκύπτει επίσης ότι οι διαστάσεις της παιδικής φτώχειας στην Ελλάδα είναι σημαντικά μικρότερες αν μετρηθούν με βάση την κατανομή της καταναλωτικής δαπάνης από ό,τι αν μετρηθούν με βάση την κατανομή του εισοδήματος. Αυτό υποδηλώνει ότι τα νεαρά ζευγάρια με παιδιά, προκειμένου να μην υποβαθμίσουν το βιοτικό επίπεδο των παιδιών και της οικογένειάς τους εξαιτίας του χαμηλού τους εισοδήματος, αναζητούν τρόπους (δανεισμό, εκποίηση περιουσιακών στοιχείων κ.ά.) ώστε να διατηρήσουν τη δαπάνη τους σε υψηλά επίπεδα (αποφεύγοντας έτσι τις καταστάσεις φτώχειας για τα παιδιά τους). Η προσπάθεια αυτή πολύ συχνά στηρίζεται από το ευρύτερο οικογενειακό περιβάλλον, ενώ ενισχύεται και από τη μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια όσον αφορά επιλογές πολιτικής που επηρεάζουν τις επόμενες γενεές (ασφαλιστικό, κατάργηση φόρων κληρονομίας κ.ά.).

Κύριοι προσδιοριστικοί παράγοντες της πιθανότητας ένα παιδί να βρεθεί κάτω από τη γραμμή φτώχειας στην Ελλάδα είναι το χαμηλό εκπαιδευτικό επίπεδο, η διαμονή σε αγροτικές περιοχές ή σε ενοικιαζόμενη κατοικία και η συνύπαρξη πολλών παιδιών στο νοικοκυριό. Η πιθανότητα παιδικής φτώχειας αυξάνεται σημαντικά για τα νοικοκυριά των οικονομικών μεταναστών, τους ανασφαλίστους ή τους ασφαλισμένους στον ΟΓΑ και τους απασχολουμένους στα χειρωνακτικά επαγγέλματα (εργάτες, αγρότες), ενώ -- αντίθετα -- μειώνεται σημαντικά καθώς αυξάνει ο αριθμός των εργαζόμενων μελών του νοικοκυριού και η σχέση εργασίας τους αποκτά μονιμότερο χαρακτήρα.

Η συμβολή των δημοσιονομικών μέτρων και των κοινωνικών δαπανών στη μείωση της παιδικής φτώχειας στην Ελλάδα είναι πολύ περιορισμένη σε σύγκριση με την πλειονότητα και τον μέσο όρο των χωρών της ΕΕ. Το γεγονός αυτό οφείλεται στο ότι ένα σημαντικό μερίδιο των σχετικά περιορισμένων οικονομικών ενισχύσεων προς τις οικογένειες με παιδιά δεν κατευθύνεται προς τις φτωχότερες από αυτές, καθώς η παροχή τους είναι ανεξάρτητη από το εισόδημα της οικογένειας (επίδομα τρίτου παιδιού, πρόσθετο αφορολόγητο ποσό για το τρίτο παιδί, επίδομα πολυτέκνων κ.ά.). Κατά συνέπεια - σύμφωνα με τη μελέτη -- η ενίσχυση και η βελτίωση της στόχευσης των κοινωνικών παροχών προς τις οικογένειες με παιδιά και με σχετικά μεγαλύτερη οικονομική ανάγκη θα συμβάλει στη μείωση της παιδικής φτώχειας στη χώρα μας. Στη μελέτη επισημαίνεται ότι ανάλογα αποτελέσματα θα έχουν και μέτρα πολιτικής που αποσκοπούν στη βελτίωση του εκπαιδευτικού επιπέδου των φτωχότερων τμημάτων του πληθυσμού, στον περιορισμό της ανασφάλιστης εργασίας, στην ταχύτερη ένταξη των οικονομικών μεταναστών στην κοινωνική και οικονομική ζωή της χώρας, και κυρίως στη διευκόλυνση της πρόσβασης των νεαρών ζευγαριών με παιδιά στην απασχόληση.

* * *

Στο 30ό τεύχος περιλαμβάνονται επίσης (α) περιλήψεις των ''δοκιμίων εργασίας'' τα οποία δημοσίευσε (στην αγγλική γλώσσα) ο Τομέας Ειδικών Μελετών της Διεύθυνσης Οικονομικών Μελετών της Τράπεζας στο διάστημα Αυγούστου 2007-Απριλίου 2008, (β) στατιστικό τμήμα με βασικούς οικονομικούς δείκτες και (γ) παράρτημα με τα μέτρα νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος και τις αποφάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος σχετικά με την ίδρυση και λειτουργία των πιστωτικών ιδρυμάτων και την εποπτεία του χρηματοπιστωτικού συστήματος (στο διάστημα Οκτωβρίου 2007-Μαΐου 2008). Στο παράρτημα δημοσιεύεται η Πράξη Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος υπ' αριθ. 2597/31.10.2007, η οποία αφορά την τροποποίηση και συμπλήρωση της ΠΔ/ΤΕ 2577/2006 σχετικά με το πλαίσιο αρχών λειτουργίας και κριτηρίων αξιολόγησης της οργάνωσης και των Συστημάτων Εσωτερικού Ελέγχου των πιστωτικών και χρηματοδοτικών ιδρυμάτων καθώς και τις σχετικές αρμοδιότητες των διοικητικών τους οργάνων. Επίσης, δημοσιεύεται περίληψη των Πράξεων Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος υπ' αριθ. 2598-2599/2.11.2007 σχετικά με την εποπτεία των καλυμμένων ομολογιών και με την κατάργηση του ορίου παροχής πιστώσεων από πιστωτικά ιδρύματα και μέλη του Χ.Α. σε πελάτες τους για τη διενέργεια χρηματιστηριακών συναλλαγών.

 

​​ 
Αυτό το website χρησιμοποιεί cookies για την βελτιστοποίηση της εμπειρίας σας. Μάθετε περισσότερα
Αποδέχομαι