Άρθρο του Υποδιοικητή Θ. Μητράκου στην «Εφημερίδα των Συντακτών»: "Τέσσερις παράγοντες αβεβαιότητας στην ανάκαμψη του 2021"
02/11/2020 - Άρθρα & Συνεντεύξεις
Με βάση όλα τα διαθέσιμα στοιχεία και τις εκτιμήσεις, το 2020 είναι μία χαμένη χρονιά με βαθιά ύφεση και δραματική επιδείνωση όλων των οικονομικών και κοινωνικών δεικτών. Ως αποτέλεσμα της πανδημίας και των μέτρων αντιμετώπισής της, το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 7,9% το α΄ εξάμηνο του 2020 σε σύγκριση με το αντίστοιχο εξάμηνο του 2019, ενώ για όλο το έτος η πρόβλεψη του Προσχεδίου Κρατικού Προϋπολογισμού (2021) εκτιμά συρρίκνωση της τάξεως του 8,2%. Αντίθετα, ιδιαίτερα αισιόδοξη είναι η εκτίμηση στο Προσχέδιο Κρατικού Προϋπολογισμού, για αύξηση του ΑΕΠ κατά 7,5% το 2021, λαμβάνοντας υπόψη τους πόρους που θα εισρεύσουν από το Ταμείο Ανάκαμψης και το React EU. Η ανάκαμψη αυτή δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη, καθώς περιβάλλεται από μεγάλη αβεβαιότητα, ειδικά αν λάβουμε υπόψη ακόμα μια σειρά παραγόντων.
Πρώτον, καθοριστικό ρόλο για την ανάκαμψη της οικονομίας θα διαδραματίσουν οι εξελίξεις στο υγειονομικό πεδίο. Όπως άλλωστε επισημαίνεται στο Προσχέδιο του Κρατικού Προϋπολογισμού 2021, επικρατούν παράδοξες και εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες και οι εκτιμήσεις υπόκεινται σε σοβαρή αβεβαιότητα. Η εξάρτηση της Ελλάδος από τον τουρισμό και γενικότερα από την παροχή υπηρεσιών, σε συνδυασμό με την πρόσφατη επιδείνωση των επιδημιολογικών δεδομένων, καταδεικνύει πόσο ευάλωτη παραμένει η εγχώρια οικονομική δραστηριότητα στην εξέλιξη της πανδημίας. Ακόμη και αν αποφευχθεί η εκ νέου επιβολή γενικών περιορισμών στην οικονομική δραστηριότητα και την κινητικότητα των πολιτών (lockdown), η ένταση των επιδημιολογικών φαινομένων θα επηρεάσει τον αντίκτυπο στην καταναλωτική συμπεριφορά. Επιπροσθέτως, ενδεχόμενη καθυστέρηση στην ανάπτυξη και διανομή αποτελεσματικού εμβολίου μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την τουριστική περίοδο του 2021 και να επιτείνει τα προβλήματα στους κλάδους των καταλυμάτων, της εστίασης, των μεταφορών και της διασκέδασης. Σύμφωνα με τις προκαταρκτικές εκτιμήσεις των φορέων του τουριστικού κλάδου, αναμένεται σε κάθε περίπτωση να ανακτηθεί μέρος μόνο των απωλειών του 2020.
Δεύτερον, η εμπειρία από την προηγούμενη και παρατεταμένη οικονομική κρίση που ξεκίνησε το 2008 δείχνει ότι διαρθρωτικοί παράγοντες, όπως η γραφειοκρατία, η ανεπάρκεια της δημόσιας διοίκησης, το μικρό μέγεθος των επιχειρήσεων κ.ά., έχουν αποτελέσει ιστορικά τροχοπέδη για την ανάκαμψη. Στο πλαίσιο αυτό, αποτελεί μια μεγάλη πρόκληση η απορρόφηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης και των υφιστάμενων κοινοτικών πόρων (ΕΣΠΑ, ΚΑΠ κ.λπ.), οι οποίοι θα μπορούσαν να επιταχύνουν το ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες ετησίως. Καλούμαστε να απορροφήσουμε πόρους ταχύτερα και αποδοτικότερα από κάθε άλλη φορά. Η αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων αυτών αποτελεί το κλειδί για την ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας, αλλά και για την αναμόρφωση του παραγωγικού ιστού ώστε να επιτευχθεί διατηρήσιμη ανάπτυξη. Εξίσου σημαντικός είναι ο τρόπος κατανομής των πόρων αυτών, καθώς, για παράδειγμα, οι δημόσιες επενδύσεις σε υποδομές, νέες τεχνολογίες και εκπαίδευση έχουν υψηλό πολλαπλασιαστή και μακροχρόνια οφέλη.
Τρίτον, η αναπόφευκτη επιστροφή, πιθανότατα μετά το 2021, στη δημοσιονομική πειθαρχία για τον έλεγχο της δυναμικής του εξαιρετικά υψηλού δημόσιου χρέους θα περιορίσει την αναπτυξιακή δυναμική τα επόμενα χρόνια. Η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική το 2020 έχει συμβάλει σημαντικά στην άμβλυνση της ύφεσης και στη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής, αλλά τα δημοσιονομικά περιθώρια σταδιακά θα στενεύουν. Το μείγμα των μέτρων δημοσιονομικής πολιτικής είναι εξίσου σημαντικό, δεδομένου ότι οι δημόσιες δαπάνες και επενδύσεις έχουν μεγαλύτερη συμβολή στην ανάκαμψη από τις φοροαπαλλαγές.
Τέταρτον, ο τραπεζικός τομέας καλείται να διαχειριστεί όχι μόνο το υψηλό απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων (περίπου 60 δισεκ. ευρώ), αλλά και τα νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια που θα προκύψουν εξαιτίας της πανδημίας (εκτίμηση για 8-10 δισεκ. ευρώ) αφού ολοκληρωθούν τα προσωρινά μέτρα αναστολής πληρωμών και τα μέτρα ενίσχυσης της ρευστότητας των επιχειρήσεων. Η εμπροσθοβαρής υλοποίηση των ενεργειών εξυγίανσης των δανειακών χαρτοφυλακίων, σε συνδυασμό με την εκ νέου αυστηροποίηση των κεφαλαιακών απαιτήσεων, θα μπορούσε να περιορίσει τη δυνατότητα των τραπεζών να χρηματοδοτήσουν την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Στο πλαίσιο αυτό, η Τράπεζα της Ελλάδος προωθεί τη σύσταση μιας Εταιρείας Διαχείρισης Ενεργητικού (Asset Management Company) για την ταυτόχρονη αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων και της χαμηλής ποιότητας των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών.
Τέλος, δεν μπορούν να αγνοηθούν αστάθμητοι παράγοντες, όπως οι γεωπολιτικές εντάσεις και το μεταναστευτικό, που επιτείνουν την αβεβαιότητα και δύνανται να μειώσουν την ελκυστικότητα της Ελλάδος για τους ξένους επενδυτές.