EN

Δελτία Τύπου

  • Κοινοποίηση:

Προσαρμογή του πλαισίου υποχρεωτικών καταθέσεων των τραπεζών στην Τράπεζα της Ελλάδος προς το αντίστοιχο πλαίσιο του Ευρωσυστήματος

30/06/2000 - Δελτία Τύπου

Για την έγκαιρη και πλήρη προσαρμογή των μέσων άσκησης της νομισματικής πολιτικής στην Ελλάδα προς τα αντίστοιχα μέσα που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και οι εθνικές κεντρικές τράπεζες στη ζώνη του ευρώ (το Ευρωσύστημα), προσαρμόζεται με την Πράξη Συμβουλίου Νομισματικής Πολιτικής 37/30.6.2000 το πλαίσιο των υποχρεωτικών καταθέσεων των τραπεζών στην Τράπεζα της Ελλάδος.

Η προσαρμογή αφορά όλα τα χαρακτηριστικά του πλαισίου υπολογισμού και τήρησης των υποχρεωτικών καταθέσεων. Το νέο πλαίσιο τίθεται σε ισχύ από 10.7.2000 προκειμένου τα πιστωτικά ιδρύματα να εξοικειωθούν εγκαίρως με αυτό και να διασφαλιστεί η αποτελεσματική εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους έναντι του Ευρωσυστήματος από 1.1.2001.

Επιπλέον, λόγω ουσιαστικών διαφορών μεταξύ του νέου και του ισχύοντος σήμερα πλαισίου, ιδιαίτερα του ύψους του συντελεστή των υποχρεωτικών καταθέσεων, προβλέπονται ειδικές μεταβατικές ρυθμίσεις προκειμένου να αποφευχθεί μια μεγάλη και απότομη μεταβολή των συνθηκών ρευστότητας στην διατραπεζική αγορά χρήματος.

Ειδικότερα με την Πράξη ΣΝΠ 37/30.6.2000

  1. Τροποποιείται η βάση υπολογισμού των υποχρεωτικών καταθέσεων, ώστε να ταυτίζεται με τη βάση που έχει υιοθετηθεί από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με τον Κανονισμό 2818/98. Οι συγκεκριμένες κατηγορίες υποχρεώσεων που περιλαμβάνονται στη βάση αυτή εξειδικεύονται στις ΠΔ/ΤΕ 2458/1.3.2000 και 2463/13.6.2000.
  2. Καθορίζονται συντελεστές υποχρεωτικών καταθέσεων κατά κατηγορία υποχρεώσεων έναντι του ενιαίου συντελεστή (12%) που ισχύει σήμερα. Ο γενικός συντελεστής ορίζεται σε 2%, με εξαίρεση
  • τις καταθέσεις με αρχική διάρκεια άνω των δύο ετών.
  • τις καταθέσεις που μπορούν να αναληφθούν μετά από προειδοποίηση άνω των δύο ετών.
  • τις πράξεις πώλησης χρεογράφων με συμφωνία επαναγοράς (repos)
  • τα χρεόγραφα με συμφωνημένη αρχική διάρκεια άνω των δύο ετών

κατηγορίες για τις οποίες ορίζεται συντελεστής 0%.

  1. Η περίοδος τήρησης των υποχρεωτικών καταθέσεων αρχίζει την 24η ημερολογιακή ημέρα κάθε μήνα και λήγει την 23η ημέρα του επόμενου μήνα, έναντι της 10ης ημερολογιακής ημέρας μέχρι την 9η ημέρα του επόμενου μήνα που ισχύει σήμερα.
  2. Από τη συνολική υποχρεωτική κατάθεση κάθε πιστωτικού ιδρύματος εκπίπτεται ποσό δραχμών ισότιμο των 100.000 ευρώ, υπολογιζόμενο με την ισοτιμία μετατροπής της δραχμής (1 ευρώ = 340,75 δρχ.).
  3. Τα πιστωτικά ιδρύματα δικαιούνται να αντλούν, σε ημερήσια βάση, το σύνολο της υποχρεωτικής κατάθεσής τους (έναντι ανώτατου ορίου 15% που δικαιούνταν μέχρι σήμερα), εφόσον πληρούν την προϋπόθεση τήρησης της υποχρέωσης σε μέσο μηνιαίο επίπεδο. Η ρύθμιση αυτή συντελεί στην εξομάλυνση των ημερήσιων διακυμάνσεων των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων της διατραπεζικής αγοράς και μειώνει την ανάγκη παρεμβάσεων από την πλευρά της κεντρικής τράπεζας για την εξομάλυνση των διακυμάνσεων αυτών.
  4. Από 24 Οκτωβρίου 2000 υπάγεται στο σύστημα υποχρεωτικών καταθέσεων το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο. Επίσης, υπάγονται στο ενιαίο σύστημα και οι στεγαστικές τράπεζες.
  5. Από 10 Ιουλίου 2000 οι καταθέσεις σε συνάλλαγμα που διέπονται από τις διατάξεις της ΠΔ/ΤΕ 2358/25.4.95 (καταθέσεις Ελλήνων ναυτικών και εργατών) υπάγονται στο ενιαίο καθεστώς των υποχρεωτικών καταθέσεων μειουμένου του ποσοστού που ανακατατίθεται υποχρεωτικά στην Τράπεζα της Ελλάδος σύμφωνα με την ως άνω ΠΔ/ΤΕ 2358/25.4.95, όπως ισχύει, από 60% σε 58%. Σημειώνεται ότι το μεταβατικό καταθεστώς καταθέσεων της εν λόγω κατηγορίας θα ρυθμιστεί με ειδική απόφαση του Συμβουλίου Νομισματικής Πολιτικής.
  6. Για να επιτευχθεί βαθμιαία και ελεγχόμενη αύξηση της ρευστότητας, η Τράπεζα της Ελλάδος θα αποδεσμεύσει σταδιακά την προκύπτουσα διαφορά στις υποχρεωτικές καταθέσεις λόγω της μείωσης του συντελεστή. Τα προς αποδέσμευση ποσά θα τηρηθούν σε προθεσμιακές καταθέσεις διάρκειας 6, 12 και 18 μηνών εκτός από ένα τμήμα (10% του συνόλου) το οποίο θα αποδοθεί στις τράπεζες στις 3 Ιανουαρίου 2001. Οι προθεσμιακές αυτές καταθέσεις θα εκτοκίζονται με επιτόκιο αγοράς και συγκεκριμένα με το επιτόκιο της κύριας αναχρηματοδότησης των τραπεζών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Στην περίπτωση που η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα χρησιμοποιεί τη μέθοδο των ανταγωνιστικών δημοπρασιών επιτοκίου, ο εκτοκισμός θα γίνεται με το αντίστοιχο οριακό (marginal) επιτόκιο των δημοπρασιών.

​​ 
Αυτό το website χρησιμοποιεί cookies για την βελτιστοποίηση της εμπειρίας σας. Μάθετε περισσότερα
Αποδέχομαι