Εποπτεία των υποκαταστημάτων πιστωτικών ιδρυμάτων που εδρεύουν σε χώρες εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης
06/04/2000 - Δελτία Τύπου
Με την ΠΔ/ΤΕ 2461/5.4.2000 τροποποιείται και συμπληρώνεται το πλαίσιο που διέπει την εποπτεία των υποκαταστημάτων των πιστωτικών ιδρυμάτων που εδρεύουν σε χώρες εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σύμφωνα με τις ισχύουσες νομοθετικές διατάξεις (Ν. 2076/92) και τις σχετικές αποφάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος η εποπτεία των υποκαταστημάτων πιστωτικών ιδρυμάτων της αλλοδαπής ασκείται:
-
Ως προς τα υποκαταστήματα πιστωτικών ιδρυμάτων που εδρεύουν στις χώρες της Ε.E, από τις εποπτικές αρχές της χώρας έδρας με εξαίρεση ορισμένες ρητά καθοριζόμενες αρμοδιότητες που ασκούνται από την Τράπεζα της Ελλάδος.
-
Ως προς τα υποκαταστήματα πιστωτικών ιδρυμάτων που εδρεύουν σε τρίτες χώρες, από την Τράπεζα της Ελλάδος.Tο πλαίσιο εποπτείας περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τη χορήγηση άδειας και την καταβολή ελαχίστου αρχικού κεφαλαίου. Σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της 2ης Τραπεζικής Οδηγίας (άρθρο 12 του Ν. 2076/92), το καθεστώς λειτουργίας των υποκαταστημάτων αυτής της κατηγορίας πιστωτικών ιδρυμάτων δεν μπορεί να είναι ευνοϊκότερο από το αντίστοιχο των υποκαταστημάτων πιστωτικών ιδρυμάτων που εδρεύουν σε χώρες μέλη της Ε.E.
Στο πλαίσιο των ανωτέρω γενικών διατάξεων, η παρούσα Πράξη αποσκοπεί:
-
στη δημιουργία συνθηκών ίσων όρων ανταγωνισμού μεταξύ όλων των τραπεζών που λειτουργούν στην Ελλάδα.
-
στη διασφάλιση της τήρησης των κανόνων κεφαλαιακής επάρκειας που προβλέπονται από τη Συμφωνία της Βασιλείας και των κανόνων διασποράς κινδύνων που έχουν θεσπιστεί από την Ε.E.
-
στην αναγνώριση της εποπτείας που ασκούν οι αρχές της χώρας έδρας του υποκαταστήματος των πιστωτικών ιδρυμάτων με έδρα σε τρίτες χώρες ως ισοδύναμης με την εποπτεία που εφαρμόζουν οι εποπτικές αρχές των κρατών μελών της Ε.E., εφόσον πληρούνται συγκεκριμένες προϋποθέσεις.
Με την ΠΔ/ΤΕ 2461/5.4.2000 καθορίζονται ειδικότερα τα εξής:
α) Τα υποκαταστήματα τραπεζών που εδρεύουν σε χώρες εκτός Ε.Ε. δεν υπάγονται στους ισχύοντες στην Ελλάδα κανόνες που αφορούν το δείκτη φερεγγυότητας και κεφαλαιακής επάρκειας ως προς τους κινδύνους αγοράς, εφόσον καλύπτονται οι προκύπτουσες κεφαλαιακές απαιτήσεις με βάση τις διατάξεις της Συμφωνίας της Βασιλείας, οι δε περιορισμοί ως προς τη συγκέντρωση κινδύνων είναι ισοδύναμοι με τους προβλεπόμενους στη σχετική Οδηγία της Ε.Ε.
Στην περίπτωση που δεν συντρέχουν οι ως άνω προϋποθέσεις, τα υποκαταστήματα υποχρεούνται σε επιτόπια κάλυψη των κεφαλαιακών απαιτήσεων για τους πιστωτικούς κινδύνους και τους κινδύνους αγοράς, καθώς και σε επιτόπια τήρηση των ισχυόντων ορίων για τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα.
β) Προσδιορίζονται τα στοιχεία που συνιστούν τα ίδια κεφάλαια των υποκαταστημάτων καθώς και η λογιστική εμφάνισή τους.
γ) Τροποποιούνται και εναρμονίζονται σε ενιαίο πλαίσιο οι σχετικές διατάξεις που αφορούν το ύψος του ελαχίστου αρχικού κεφαλαίου που απαιτείται κατά την έναρξη λειτουργίας των υποκαταστημάτων καθώς και το ύψος των ελαχίστων ιδίων κεφαλαίων κατά τη διάρκεια της λειτουργίας τους. Καθορίζεται επίσης εύλογη προθεσμία (30 Ιουνίου 2000), εντός της οποίας όλα τα υποκαταστήματα πρέπει να ικανοποιούν το ισχύον ελάχιστο όριο κεφαλαίων (δρχ 2 δισεκ. μέχρι τις τέσσερις πρώτες υπηρεσιακές μονάδες και δρχ 4 δισεκ. για περισσότερες από τέσσερις).
δ) Εξειδικεύεται η αρμοδιότητα της Τράπεζας της Ελλάδος για την αξιολόγηση της ποιότητας του χαρτοφυλακίου των υποκαταστημάτων τραπεζών που εδρεύουν σε τρίτες χώρες καθώς και η υποχρέωση αποκατάστασης των ιδίων κεφαλαίων τους στο ελάχιστο προβλεπόμενο όριο.
Οπως προαναφέρθηκε, με τις διατάξεις της ως άνω Πράξης δημιουργούνται ισοδύναμοι όροι ανταγωνισμού για το σύνολο των πιστωτικών ιδρυμάτων που λειτουργούν στην Ελλάδα, εφόσον ικανοποιούνται τα ελάχιστα κριτήρια κεφαλαιακής επάρκειας και συγκέντρωσης κινδύνων που ισχύουν διεθνώς.