Τριακοστό πέμπτο τεύχος του Οικονομικού Δελτίου της Τράπεζας της Ελλάδος
08/07/2011 - Δελτία Τύπου
Κυκλοφόρησε το 35ο τεύχος (Ιουνίου 2011) του Οικονομικού Δελτίου της Τράπεζας της Ελλάδος.
Οι μελέτες που δημοσιεύονται στο Οικονομικό Δελτίο απηχούν, όπως πάντοτε, τις απόψεις των συγγραφέων και όχι κατ' ανάγκην της Τράπεζας της Ελλάδος.
Στο 35ο τεύχος δημοσιεύονται οι εξής τέσσερις μελέτες:
Βασίλειος Μανεσιώτης: «Αριθμητικοί δημοσιονομικοί κανόνες στην πράξη»
Η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση προκάλεσε τη σημαντική επιδείνωση της δημοσιονομικής θέσης της μεγάλης πλειονότητας των ανεπτυγμένων χωρών και την κρίση χρέους στην “περιφέρεια” της ζώνης του ευρώ. Οι ανεπτυγμένες χώρες, στην προσπάθειά τους να στηρίξουν το χρηματοπιστωτικό τους σύστημα, ανέλαβαν σημαντικές υποχρεώσεις, οι οποίες οδήγησαν σε μεγάλη αύξηση των ετήσιων ελλειμμάτων τους και σε ταχύτατη συσσώρευση χρέους σε επίπεδα πρωτόγνωρα για περιόδους ειρήνης. Σε αυτό το περιβάλλον έχει αυξηθεί και πάλι το ενδιαφέρον για την ενίσχυση του δημοσιονομικού θεσμικού πλαισίου και την υιοθέτηση αριθμητικών δημοσιονομικών κανόνων που να διέπουν τη δημοσιονομική διακυβέρνηση.
Το 1990 υπήρχαν επτά μόνο χώρες που εφάρμοζαν δημοσιονομικούς κανόνες. Το 2009 ο αριθμός αυτών των χωρών είχε αυξηθεί σε 80 παγκοσμίως, συμπεριλαμβανομένων των κρατών-μελών της ΕΕ (έρευνα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου). Σύμφωνα με την έρευνα, υπάρχει σαφής αυξητική τάση στη χρήση αριθμητικών δημοσιονομικών κανόνων, καθώς και στη σύσταση ανεξάρτητων αρχών αρμόδιων για την αξιολόγηση της κατάρτισης και εκτέλεσης του προϋπολογισμού και της εν γένει ασκούμενης δημοσιονομικής πολιτικής.
Η δημοσιευόμενη μελέτη εξετάζει τη διεθνή εμπειρία στο θέμα των δημοσιονομικών κανόνων και επικεντρώνεται τόσο στους κανόνες που αφορούν τις δημόσιες δαπάνες όσο και σε εκείνους που αφορούν το δημόσιο χρέος. Οι κανόνες για τις δημόσιες δαπάνες θέτουν όρια στην αύξηση των πρωτογενών δαπανών μεσοπρόθεσμα. Οι κανόνες για το δημόσιο χρέος θέτουν όρια στο ύψος του νέου δανεισμού ανά δημοσιονομικό έτος ή/και προβλέπουν υποχρέωση λήψης διορθωτικών μέτρων σε περίπτωση υπέρβασης συγκεκριμένων ορίων.
Η μελέτη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα μπορεί να ωφεληθεί σημαντικά από την υιοθέτηση παρόμοιων κανόνων. Η υιοθέτηση ενός αυστηρού νέου πλαισίου άσκησης δημοσιονομικής πολιτικής όχι μόνο θα συμβάλει στην αποφυγή των σφαλμάτων του παρελθόντος αλλά και θα τονώσει την, τόσο απαραίτητη, εμπιστοσύνη στην ικανότητα των κυβερνήσεων να εφαρμόζουν βιώσιμες δημοσιονομικές πολιτικές.
Μελίνα Βασαρδάνη: «Φοροδιαφυγή στην Ελλάδα: μια γενική επισκόπηση»
Ένα από τα βασικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία είναι η φοροδιαφυγή. Στη δημοσιευόμενη επισκόπηση συνοψίζονται οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της φοροδιαφυγής και περιγράφονται ζητήματα σχετικά µε τον ορισμό και τη μέτρησή της.
Διαθέσιμες εμπειρικές εκτιμήσεις για τη φοροδιαφυγή και την παραοικονομία στην Ελλάδα υποδηλώνουν ότι το πρόβλημα είναι υπαρκτό, χρόνιο και εκτεταμένο. Στην επισκόπηση παρουσιάζονται πρόσθετες ενδείξεις της ύπαρξης και του μεγέθους της φοροδιαφυγής στην Ελλάδα όπως προκύπτουν από την ανάλυση των φορολογικών δεδομένων του οικονομικού έτους 2009. Τα δεδομένα αυτά καταδεικνύουν επίσης σοβαρές αδυναμίες του φοροεισπρακτικού μηχανισμού τόσο ως προς τους άμεσους όσο και ως προς τους έμμεσους φόρους.
Η αποτελεσματική αντιμετώπιση του πολύπλοκου φαινομένου της φοροδιαφυγής απαιτεί ευρεία, συλλογική και συστηματική προσπάθεια, με βασικούς άξονες πολιτικής: (α) την απλοποίηση της νομοθεσίας και τον εξορθολογισµό του ρυθμιστικού πλαισίου, (β) την αναδιάρθρωση και κινητοποίηση της φορολογικής διοίκησης και (γ) την αλλαγή του συστήματος κινήτρων φορολογικής συνέπειας και συμμόρφωσης και τελικά την αλλαγή της φορολογικής νοοτροπίας.
Φαίδων Καλφάογλου: «Η χρησιμότητα των ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress tests) για την ανάλυση της ευρωστίας των τραπεζών»
H άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress testing) είναι ένα από τα βασικά εργαλεία διαχείρισης κινδύνων και χρησιμοποιείται για τη διάγνωση της ευρωστίας των τραπεζών, αλλά και του τραπεζικού συστήματος. Απέκτησε ιδιαίτερη βαρύτητα και μεγάλη δημοσιότητα τα τελευταία χρόνια, καθώς χρησιμοποιήθηκε για την ποσοτικοποίηση των επιπτώσεων από ενδεχόμενα δυσμενή χρηματοοικονομικά γεγονότα. Ασκήσεις πραγματοποιήθηκαν τόσο από την κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ για τον προσδιορισμό των αναγκαίων κεφαλαίων ανά τράπεζα όσο και από την CEBS το 2010 για των προσδιορισμό της ευρωστίας των ευρωπαϊκών τραπεζών.
Η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων προσπαθεί να απαντήσει στο ερώτημα τι μπορεί να συμβεί σε μεμονωμένες τράπεζες ή/και στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, όταν και αν υλοποιηθούν ορισμένοι ακραίοι κίνδυνοι. Ο στόχος της δημοσιευόμενης μελέτης είναι να αναλύσει την έννοια και τη χρησιμότητα των ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων και τη μεθοδολογία υλοποίησής τους, καθώς και να προβεί σε συγκριτική ανάλυση της άσκησης που διεξήγαγε η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ και της πανευρωπαϊκής άσκησης που διεξήγαγε το 2010 η CEBS. Αυτό μπορεί να συμβάλει στην κατανόηση της φύσης των ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων.
Δάφνη Νικολίτσα: «Η ενδοεπιχειρησιακή κατάρτιση στην Ελλάδα: μια συνοπτική εικόνα»
Η ενδοεπιχειρησιακή κατάρτιση (ΕΕΚ) ενέχει σε κάποιο βαθμό χαρακτηριστικά δημόσιου αγαθού και πολλές οικονομίες καταγράφουν "έλλειμμά" της. Το έλλειμμα παρουσιάζεται ιδιαίτερα έντονο στην ελληνική οικονομία, όπου μόνο το 21% των επιχειρήσεων (με περισσότερους από 10 απασχολούμενους) παρέχουν ΕΕΚ, έναντι 60% στην ΕΕ-27. Μάλιστα αυτό συμβαίνει παρότι έχουν θεσπιστεί μέτρα που ενθαρρύνουν την κατάρτιση, δηλ. η επιβολή υποχρεωτικής εισφοράς 0,45% επί των μισθών η οποία επιστρέφεται στις επιχειρήσεις για δαπάνες κατάρτισης, καθώς και η επιδότηση προγραμμάτων κατάρτισης.
Η παροχή κατάρτισης διαφοροποιείται σημαντικά, ανάλογα με το μέγεθος της επιχείρησης – όσο μεγαλύτερες είναι οι επιχειρήσεις, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα να παρέχουν ΕΕΚ – και με τον κλάδο οικονομικής δραστηριότητας – η πιθανότητα να παρέχεται ΕΕΚ είναι μεγαλύτερη στις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες και μικρότερη στα ξενοδοχεία-εστιατόρια και στις κατασκευές. Το μικρό μέγεθος των ελληνικών επιχειρήσεων και η σύνθεση της οικονομικής δραστηριότητας εξηγούν μέρος αλλά όχι το σύνολο της απόκλισης μεταξύ Ελλάδος και ΕΕ-27.
Οι περισσότερες επιχειρήσεις που παρέχουν κατάρτιση την αξιολογούν μάλλον θετικά, δεδομένου ότι υλοποιούν τέτοια προγράμματα συστηματικά κάθε έτος. Σε αντιστοιχία με παρόμοιες μελέτες στη διεθνή βιβλιογραφία, η ανάλυση διαπιστώνει ότι η ΕΕΚ οδηγεί σε αύξηση της παραγωγικότητας. Επιπλέον, καταγράφεται θετική συσχέτιση μεταξύ ΕΕΚ και καινοτομίας.
Παρά τα ευρήματα αυτά, οι περισσότερες ελληνικές επιχειρήσεις δεν φαίνεται να έχουν πειστεί για τη χρησιμότητα της ενδοεπιχειρησιακής κατάρτισης. Θεωρούν ότι το προσωπικό τους ήδη έχει τις δεξιότητες που απαιτούνται για το προϊόν το οποίο τώρα παράγουν. Αυτή η εικόνα δεν είναι όμως συμβατή με δυναμικές και καινοτόμες επιχειρήσεις και δεν ταιριάζει στα δημογραφικά και οικονομικά δεδομένα τα οποία έχουν δημιουργήσει η γήρανση του πληθυσμού, η τεχνολογική πρόοδος και ο διεθνής ανταγωνισμός.
* * *
Στο 35ο τεύχος περιλαμβάνονται επίσης περιλήψεις των "Δοκιμίων εργασίας" τα οποία δημοσίευσε (στην αγγλική γλώσσα) ο Τομέας Ειδικών Μελετών της Διεύθυνσης Οικονομικών Μελετών της Τράπεζας στο διάστημα Ιουλίου 2010-Μαρτίου 2011.
Το τεύχος του Οικονομικού Δελτίου είναι διαθέσιμο και σε ηλεκτρονική μορφή στο δικτυακό τόπο της Τράπεζας της Ελλάδος.