Χαιρετισμός του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γ. Α. Προβόπουλου σε Ημερίδα του Ελληνικού Ινστιτούτου Διοικητικών Επιστημών με θέμα: «Η θεσμική θέση και λειτουργία της Τράπεζας της Ελλάδος στα πλαίσια της Ελληνικής Πολιτείας και του Ευρωσυστήματος»
10/06/2013 - Ομιλίες
Κύριοι Αντιπρόεδροι του Συμβουλίου της Επικρατείας,
Κυρίες και κύριοι,
Σας καλωσορίζω στην Τράπεζα της Ελλάδος. Αποτελεί για μένα ιδιαίτερη τιμή που προλογίζω τις εργασίες αυτής της ημερίδας.
Είναι πιστεύω σημαντικό να συζητούνται θέματα που αφορούν τη φύση και τη λειτουργία της Τράπεζας της Ελλάδος. Η Τράπεζα διαδραματίζει πράγματι κεντρικό ρόλο στην οικονομική ζωή, καθώς είναι επιφορτισμένη με την προστασία της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, αλλά και μεριμνά για την ελληνική οικονομία εν γένει. Παράλληλα, με την υιοθέτηση του ευρώ, η Τράπεζα απέκτησε και την ιδιότητα μέλους του Ευρωσυστήματος. Στο πλαίσιο μάλιστα της υπό διαμόρφωση ευρωπαϊκής τραπεζικής ένωσης, η Τράπεζα της Ελλάδος θα αποτελέσει μέλος ενός εποπτικού μηχανισμού, του οποίου το έργο θα κατανέμεται μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των εθνικών εποπτικών αρχών.
Όποιος συνεπώς μελετά τη λειτουργία της Τράπεζας της Ελλάδος δεν μελετά μόνο κεντρικά ρυθμιστικά και νομισματικά ζητήματα της ελληνικής οικονομίας, αλλά μελετά ταυτόχρονα και την ένταξη της Ελλάδος στους ευρωπαϊκούς οικονομικούς θεσμούς.
Εν είδει εισαγωγής στις εργασίες της ημερίδας σας, επιτρέψτε μου να αναφερθώ σε ορισμένα βασικά ζητήματα της ιστορίας, της οργάνωσης, της ανεξαρτησίας και των αρμοδιοτήτων της Τράπεζας της Ελλάδος. Η Τράπεζα ιδρύθηκε το 1927. Τότε κυρώθηκε με νόμο και το Καταστατικό της, που τροποποιήθηκε πολλές φορές στη συνέχεια. Το 1928 άρχισε να λειτουργεί, η χώρα απέκτησε κεντρική τράπεζα και εξέλιπε η παράδοξη κατάσταση που ίσχυε προηγουμένως, όταν ασκούσε το εκδοτικό προνόμιο μια εμπορική τράπεζα, η Εθνική. Από αυτή την άποψη, εξ αρχής η Τράπεζα της Ελλάδος αποτέλεσε έκφραση ενός ισχυρότερου ρόλου του κράτους στην οικονομία, ρόλου βεβαίως ρυθμιστικού. Αυτό ανταποκρινόταν άλλωστε και στις αντιλήψεις που άρχισαν να κερδίζουν έδαφος την περίοδο του Μεσοπολέμου, όταν η οικονομική κρίση οδήγησε στην υιοθέτηση των πρώτων σύγχρονων εποπτικών κανόνων για το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Όπως θα εκθέσω και στη συνέχεια, η Τράπεζα της Ελλάδος έχει και σήμερα, στο πλαίσιο μιας άλλης οικονομικής κρίσης, κεντρικό ρόλο στην προσπάθεια να περιοριστούν οι κίνδυνοι για τον Έλληνα πολίτη, και ιδίως να μην υποστεί, όπως και πράγματι δεν έχει υποστεί, καμιά απώλεια ο Έλληνας καταθέτης.
Η Τράπεζα της Ελλάδος οργανώθηκε εξαρχής ως μια πολυμετοχική ανώνυμη εταιρεία εισηγμένη στο Χρηματιστήριο. Το χαρακτηριστικό αυτό της έχει επιτρέψει να αποφύγει τα πιο γραφειοκρατικά χαρακτηριστικά του δημόσιου τομέα και να οργανώσει αποτελεσματικά τη λειτουργία της. Παράλληλα, τόσο το Καταστατικό της όσο και η πρακτική που αναπτύχθηκε στις επόμενες δεκαετίες και συνεχίζεται μέχρι σήμερα, διασφάλισαν τη λειτουργία της τράπεζας κατά τρόπο ανταποκρινόμενο στη φύση της ως αρχής που ασκεί δημόσια εξουσία. Έτσι, το Καταστατικό προβλέπει δύο τάξεις οργάνων: αφενός τη Γενική Συνέλευση και το Γενικό Συμβούλιο, που είναι όργανα της ανώνυμης εταιρίας, και αφετέρου την Εκτελεστική Επιτροπή (αποτελούμενη από τον Διοικητή και τους Υποδιοικητές) και το Συμβούλιο Νομισματικής Πολιτικής, που είναι όργανα άσκησης δημόσιας εξουσίας.
Σημασία έχει ότι τα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής και του Συμβουλίου Νομισματικής Πολιτικής διορίζονται με Προεδρικό Διάταγμα –βεβαίως με εγγυήσεις ανεξαρτησίας-, δηλαδή διορίζονται με τρόπο ανταποκρινόμενο στις δημοσίου σκοπού αρμοδιότητες που ασκούν. Περαιτέρω, στη Γενική Συνέλευση της Τράπεζας την καταλυτική ψήφο έχει ο Υπουργός Οικονομικών, ο οποίος ασκεί και τα δικαιώματα ψήφου των ασφαλιστικών ταμείων και λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, που είναι και οι μόνοι μέτοχοι της τράπεζας με αξιόλογο ποσοστό συμμετοχής. Έτσι, το Καταστατικό της Τράπεζας, έχοντας διαμορφώσει μια λεπτή όσο και επιτυχή ισορροπία, συνδυάζει αφενός την ευελιξία της ανώνυμης εταιρίας και αφετέρου τη δυνατότητα λήψης αποφάσεων, όταν πρόκειται για ζητήματα όπου η Τράπεζα ασκεί δημόσια εξουσία, από όργανα και με διαδικασία που διαφυλάσσουν το δημόσιο συμφέρον.
Ιδιαίτερα θέλω να αναδείξω την ανεξαρτησία της Τράπεζας της Ελλάδος ως θεμελιώδες στοιχείο της λειτουργίας της. Ως μέλος του Ευρωσυστήματος, η Τράπεζα μετέχει της ανεξαρτησίας του, που κατοχυρώνεται από το πρωτογενές ευρωπαϊκό δίκαιο, χάριν, πρωτίστως, της αποτελεσματικής άσκησης της νομισματικής πολιτικής. Αλλά και από το εθνικό δίκαιο, και δη το Καταστατικό της Τράπεζας, καθιερώνεται η ανεξαρτησία της και σε ό,τι αφορά τις αρμοδιότητές της εντός της ελληνικής έννομης τάξης. Το στοιχείο αυτό διασφαλίζει επίσης ότι η τραπεζική και ασφαλιστική εποπτεία ασκούνται χωρίς πολιτικές παρεμβάσεις. Θα μπορούσε μάλιστα να λεχθεί ότι η Τράπεζα της Ελλάδος αποτέλεσε την πρώτη ανεξάρτητη αρχή, ήδη πριν διαδοθούν και συζητηθούν ευρέως οι ανεξάρτητες αρχές, που έχουν στο μεταξύ πολλαπλασιαστεί.
Και βέβαια θέλω την ίδια στιγμή να τονίσω ότι η ανεξαρτησία της Τράπεζας δεν είναι, ούτε άλλωστε γίνεται αντιληπτή από εμάς, ως απαλλαγή της Τράπεζας από κάθε έλεγχο. Απεναντίας, η Τράπεζα υπόκειται, και πρέπει φυσικά να υπόκειται, στον κοινοβουλευτικό έλεγχο. Αυτό επιτυγχάνεται με τις εκθέσεις που ο Διοικητής υποβάλλει στη Βουλή, καθώς και με την παρουσία του ιδίου και άλλων στελεχών της Τράπεζας στις κοινοβουλευτικές επιτροπές. Περαιτέρω, η Τράπεζα υπόκειται στον δικαστικό έλεγχο, κατ’ εξοχήν δε στον έλεγχο του ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου, του Συμβουλίου της Επικρατείας, πράγμα που είναι άλλωστε αυτονόητο στο πλαίσιο του κράτους δικαίου.
Χάρη στην οργανωτική δομή της και την ανεξαρτησία της, αλλά και χάρη στο υψηλό κύρος της που καλλιεργήθηκε ήδη από πολλούς προκατόχους μου, οι οποίοι σφράγισαν την οικονομική και πολιτική ζωή με την παρουσία τους, η Τράπεζα έχει αναλάβει πολύπλευρο έργο, ακριβώς γιατί τεκμαίρεται ότι φέρει επιτυχώς εις πέρας όσα αναλαμβάνει. Ήδη στις κλασικές αρμοδιότητές της, δηλαδή τη νομισματική πολιτική, που σήμερα ασκείται συλλογικά εντός του Ευρωσυστήματος, και την εποπτεία των τραπεζών, προστέθηκαν σταδιακά και νέες, όπως είναι η εποπτεία των ασφαλιστικών εταιριών.
Παράλληλα, δεν πρέπει να παραβλέπεται ότι η Τράπεζα της Ελλάδος λειτουργεί ως δυνάμει σύμβουλος της Κυβέρνησης σε γενικότερα θέματα οικονομικής πολιτικής και ως πηγή ενημέρωσης της κοινωνίας. Ο ρόλος αυτός υλοποιείται κυρίως με τις δημόσιες παρεμβάσεις της Τράπεζας με τις Εκθέσεις που δημοσιεύει, τις μελέτες, τις αναλύσεις καθώς και τις δημόσιες τοποθετήσεις της Διοίκησης.
Με την παρουσία της στον δημόσιο διάλογο, η Τράπεζα της Ελλάδος συμβάλλει στην πληρέστερη κατανόηση των οικονομικών εξελίξεων, πληροφορώντας έγκυρα και έγκαιρα τους πολίτες για τις διαθέσιμες επιλογές και τις συνέπειες της καθεμιάς.
Και αντιλαμβάνεστε πόσο σημαντικό είναι αυτό σε μια περίοδο όπως η παρούσα, όταν το κοινό υφίσταται καταιγισμό πληροφοριών, συχνά αντιφατικών.
Κυρίες και κύριοι,
Ιδιαίτερη έμφαση δίδεται πλέον διεθνώς στον ρόλο των κεντρικών τραπεζών όσον αφορά την προστασία της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Τούτο αναφέρεται όχι μόνο στην εποπτεία μεμονωμένων τραπεζών, αλλά και στην παρακολούθηση, επισήμανση και αντιμετώπιση των κινδύνων για το χρηματοπιστωτικό σύστημα στο σύνολό του. Ειδικότερες αναφορές είμαι βέβαιος ότι θα γίνουν από τους ομιλητές της ημερίδας. Επιτρέψτε μου όμως εδώ να τονίσω ότι με τα μέτρα ανακεφαλαιοποίησης και εξυγίανσης τραπεζών διαφυλάχθηκε η σταθερότητα του ελληνικού τραπεζικού συστήματος υπό πρωτοφανώς δυσχερείς συνθήκες και προστατεύθηκαν πλήρως οι καταθέσεις.
Με αυτές τις σκέψεις παραχωρώ το βήμα στους ομιλητές της ημερίδας.
Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας.