Ομιλία του Διοικητή κ. Γ. Προβόπουλου σε εκδήλωση του ΙΟΒΕ
15/12/2008 - Ομιλίες
Θέλω εν πρώτοις να εκφράσω ευχαριστίες για την πρόσκληση να συμμετέχω στη σημερινή εκδήλωση. Συγχαίρω το ΙΟΒΕ για την πρωτοβουλία του να τιμήσει τον κ. Γ. Γόντικα, ο οποίος έχει μακρά και γόνιμη παρουσία στον τραπεζικό χώρο. Ο κ. Μωϋσής αναφέρθηκε εκτενέστερα στο έργο του τιμώμενου. Από την πλευρά μου, θέλω απλώς να επαναλάβω και να τονίσω:
-
Πρώτον, τον κεντρικό ρόλο του κ. Γόντικα στη δημιουργία και ανάπτυξη της ΕΤΕΒΑ, η οποία συνέβαλε όχι μόνο στη βιομηχανική ανάπτυξη, αλλά και στην αναβάθμιση της κεφαλαιαγοράς.
-
Δεύτερον, την καθοριστική συμβολή του στη συγκρότηση της Eurobank και των δραστηριοτήτων που της επέτρεψαν να εξελιχθεί σε πιστωτικό όμιλο διεθνούς εμβέλειας.
-
Και τρίτον, την προσωπική συμβολή του στις μεγάλες εκσυγχρονιστικές τομές που πραγματοποιήθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες, τομές που άλλαξαν ριζικά τη φυσιογνωμία και τη δομή του τραπεζικού μας συστήματος.
Σήμερα που η διεθνής οικονομία κινείται σε συνθήκες αναταραχής και αβεβαιότητας, η χώρα μας βρίσκεται και αυτή σε μια κρίσιμη καμπή. Η κατάσταση και οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και του τραπεζικού της συστήματος, επηρεάζονται από δύο πολύ ισχυρούς αρνητικούς παράγοντες:
-
Ο ένας είναι η εν εξελίξει παγκόσμια οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση, όπου τα δεδομένα μεταβάλλονται συνεχώς και οι αρνητικές εκπλήξεις δεν λείπουν.
-
Ο άλλος παράγων είναι οι εσωτερικές μακροοικονομικές ανισορροπίες και οι χρόνιες διαρθρωτικές αδυναμίες.
Η παγκόσμια κρίση
Όπως όλοι γνωρίζομε, η παγκόσμια οικονομία και το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα αντιμετωπίζουν σήμερα τη χειρότερη κρίση από τη δεκαετία του 1930, καθώς έχουν εμπλακεί σ' ένα διπλό φαύλο κύκλο:
-
Πρώτον, η αποσταθεροποίηση των χρηματοπιστωτικών αγορών και η επιδείνωση στην πραγματική οικονομία επιδρούν αρνητικά η μια στην άλλη. Αυτή η αλληλεπίδραση ανατροφοδοτεί και εντείνει τις συνθήκες κρίσης, με αποτέλεσμα να παραμένει ασυνήθιστα υψηλός ο βαθμός αβεβαιότητας.
-
Δεύτερον, η κρίση αρχικά εκδηλώθηκε στις ΗΠΑ και στις άλλες προηγμένες οικονομίες, τελευταία όμως έχει αγγίξει και τις αναδυόμενες οικονομίες. Η αβεβαιότητα στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές οδηγεί σε μείωση της ροής κεφαλαίων προς τις οικονομίες αυτές. Ταυτόχρονα, περιορίζεται η ζήτηση των προηγμένων οικονομιών για εισαγωγές από τις αναδυόμενες οικονομίες. Με τη σειρά της, η επιβράδυνση της ανάπτυξης των αναδυόμενων οικονομιών πλήττει τις εξαγωγές των προηγμένων οικονομιών.
Η ταχύτητα, με την οποία η αναταραχή επεκτάθηκε ανά την υφήλιο, αντανακλά βεβαίως τις συνθήκες της παγκοσμιοποίησης. Ευτυχώς, όμως, η παγκοσμιοποίηση δεν επηρέασε μόνο την ταχύτητα επέκτασης αλλά και την κλίμακα της αντιμετώπισής της. Είναι πράγματι πολύ σημαντικό το ότι οι κυβερνήσεις, οι κεντρικές τράπεζες και οι διεθνείς οργανισμοί αντέδρασαν αυτή τη φορά σχετικώς έγκαιρα, λαμβάνοντας υπόψη και τα διδάγματα των τελευταίων δεκαετιών. Και λειτουργούν επίσης συντονισμένα, όχι μόνο για να αποτρέψουν περαιτέρω όξυνση της κατάστασης, αλλά και για να αποκαταστήσουν συνθήκες ομαλότητας που θα διατηρούνται σε βάθος χρόνου. Την κλίμακα της κινητοποίησης αυτής μαρτυρούν αρκετά πρόσφατα γεγονότα όπως, λόγου χάρη:
-
Η στενή συνεργασία και ο συντονισμός της ΕΚΤ με τις άλλες μεγάλες κεντρικές τράπεζες του κόσμου (τόσο για την παροχή ρευστότητας όσο και για τη μείωση των επιτοκίων της νομισματικής πολιτικής).
-
Οι κατευθύνσεις που αποφασίστηκαν κατά την ετήσια σύνοδο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου τον Οκτώβριο.
-
Τα συμπεράσματα των άτυπων συνόδων κορυφής της ζώνης του ευρώ στις 12 Οκτωβρίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 7 Νοεμβρίου.
-
Οι διακηρύξεις των εκπροσώπων των 20 μεγάλων οικονομιών, προηγμένων και αναδυόμενων, στις 15 Νοεμβρίου.
-
Το "σχέδιο δράσεων για την ανάπτυξη και την απασχόληση" που παρουσίασε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 26 Νοεμβρίου και εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο την εβδομάδα που μας πέρασε [11-12 Δεκεμβρίου].
Ελπίδα όλων είναι ότι οι ενορχηστρωμένες και ισχυρές αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας θα έχουν, στο απαιτούμενο βάθος χρόνου, πολλαπλασιαστικά ευνοϊκά αποτελέσματα. Είναι, νομίζω, χαρακτηριστικό ότι ακόμη και η χώρα με τον υψηλότερο σήμερα ρυθμό ανάπτυξης, η Κίνα, ακολουθεί επιθετική νομισματική και δημοσιονομική πολιτική. Το κάνει, βεβαίως, πρωτίστως για να προλάβει την επιδείνωση στη δική της οικονομία. Ωστόσο, η πολιτική αυτή είναι επωφελής και για τις οικονομίες που συναλλάσσονται με την Κίνα.
Στη ζώνη του ευρώ, οι θετικές παρεμβάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας απέτρεψαν τα χειρότερα στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Και οι δημοσιονομικές παρεμβάσεις που αποφασίστηκαν την περασμένη εβδομάδα θα ανακόψουν την πτωτική τάση του πραγματικού τομέα. Ωστόσο, όπως όλοι προβλέπουν, η έξοδος από την κρίση δεν θα είναι ζήτημα ολίγων μηνών. Καθώς οι χρηματοπιστωτικές αναταράξεις συνεχίζονται και οι μακροοικονομικές επιπτώσεις τους έχουν τελευταία γίνει πιο αισθητές, όλοι οι διεθνείς οργανισμοί αναθεωρούν επί το δυσμενέστερο τις προβλέψεις τους:
-
Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις του ΔΝΤ, ο ρυθμός ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας θα περιορισθεί σε 2,2% το 2009, από 3,7% εφέτος και 5% το 2007. Στις προηγμένες οικονομίες προβλέπεται ότι το 2009 το ΑΕΠ θα μειωθεί κατά περίπου 0,5%. Ανάλογα απαισιόδοξες προβλέψεις κάνουν και οι άλλοι διεθνείς οργανισμοί.
-
Σοβαρή επιβράδυνση της ανόδου της παραγωγής αναμένεται επίσης στις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες, οι οποίες τα τελευταία χρόνια αποτέλεσαν την ατμομηχανή της παγκόσμιας ανάπτυξης. Σε αυτές ο ρυθμός ανάπτυξης θα παραμείνει το 2009 θετικός, αλλά θα περιοριστεί σε περίπου 5%, από 6,5% εφέτος και 8% το 2007.
-
Αντίστοιχα απαισιόδοξες είναι οι προβλέψεις και για το διεθνές εμπόριο. Ο όγκος του αυξανόταν στην τετραετία 2004-2007 με μέσο ετήσιο ρυθμό πάνω από 8,5%. Σύμφωνα όμως με τις τελευταίες εκτιμήσεις του ΔΝΤ, ο ρυθμός ανόδου του παγκόσμιου εμπορίου θα υποχωρήσει στο 2,4% το 2009. Ο ΟΟΣΑ προβλέπει αύξηση μόλις 1,9% το 2009 (ενώ τον Ιούνιο προέβλεπε 6,6%). Τέλος, η Παγκόσμια Τράπεζα προβλέπει μείωση (κατά 2,5%), για πρώτη φορά από το 1982.
Το κρίσιμο σταυροδρόμι της ελληνικής οικονομίας
1. Μακροοικονομικές ανισορροπίες, διαρθρωτικές αδυναμίες και μεσοπρόθεσμη προοπτική
Τους τελευταίους δύο μήνες έχω επισημάνει, σε διάφορες ευκαιρίες, ότι η ελληνική οικονομία, μετά από πολλά χρόνια ισχυρής και αδιατάρακτης ανάπτυξης, βρίσκεται σήμερα σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Οι ευνοϊκοί παράγοντες, που μέχρι πρόσφατα στήριζαν τους υψηλούς ρυθμούς ανόδου του ΑΕΠ και της απασχόλησης, βαθμιαία αποδυναμώνονται. Το κλίμα αβεβαιότητας αποθαρρύνει την κατανάλωση και τις επενδύσεις, σε περίοδο κατά την οποία οι εξαγωγές συμπιέζονται λόγω του δυσμενούς διεθνούς περιβάλλοντος. Έχουν δηλαδή μεταβληθεί δραστικά τα δεδομένα και οι παράμετροι που τα τελευταία χρόνια στήριζαν την αναπτυξιακή διαδικασία.
Τα τελευταία 13 χρόνια, η οικονομική ανάπτυξη τροφοδοτήθηκε κυρίως από την ισχυρή εγχώρια ζήτηση, η οποία αυξανόταν με ρυθμούς που υπερέβαιναν τον ρυθμό μεγέθυνσης της παραγωγικής βάσης και του δυνητικού προϊόντος της οικονομίας. Αποτελέσματα αυτής της απόκλισης ήταν η μόνιμη διαμόρφωση του εγχώριου πληθωρισμού σε επίπεδα υψηλότερα από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ, η διεύρυνση του ελλείμματος τρεχουσών εξωτερικών συναλλαγών και η αύξηση του χρέους του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα προς κατοίκους του εξωτερικού.
Το μέγεθος και η επιμονή των ανισορροπιών αυτών μαρτυρούν, μεταξύ άλλων, ότι το εύρος και το βάθος των διαρθρωτικών αλλαγών που συντελέστηκαν δεν ήταν επαρκή για την αντιμετώπιση αυτών των μεγάλων προβλημάτων. Σε αυτό συνετέλεσε ενδεχομένως και ο εφησυχασμός, τον οποίο προκαλούσαν οι σχετικά υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης, σε συνδυασμό με τις συνθήκες σταθερότητας και χαμηλών επιτοκίων τις οποίες εξασφάλιζε η συμμετοχή στη ζώνη του ευρώ.
Στο σημείο που είμαστε σήμερα, η σοβαρή επιδείνωση του διεθνούς περιβάλλοντος έχει αναδείξει πιο καθαρά τι συνεπάγεται η επί μακρόν αποσπασματική και ατελής αντιμετώπιση των μεγάλων ανισορροπιών και των διαρθρωτικών αδυναμιών της οικονομίας μας. Τα περιθώρια αντοχής και αντίδρασής της στους εξωγενείς κραδασμούς είναι πολύ περιορισμένα, λόγω του εφησυχασμού που στους καλούς καιρούς επιδείξαμε, όσον αφορά τα χρονίζοντα διαρθρωτικά προβλήματα. Προβλήματα για τα οποία οι λύσεις είναι ομολογουμένως δύσκολες, αλλά ουσιώδους σημασίας.
Σε αυτό το μεγάλο ζήτημα, δεν έχω δυστυχώς να προτείνω κάποια μαγική συνταγή. Η μόνη ασφαλής μέθοδος για τη θωράκιση της οικονομίας μας όχι μόνον απέναντι στους ισχυρούς διεθνείς κραδασμούς, αλλά και, κυρίως, για να εξασφαλίζονται μεσοπρόθεσμα επαρκείς ρυθμοί ανάπτυξης με σταθερότητα τιμών, είναι η θαρραλέα αντιμετώπιση των ανισορροπιών και των διαρθρωτικών αδυναμιών, ώστε να προωθείται διαρκώς μια μακρόπνοη, εξωστρεφής, ισχυρή και διατηρήσιμη αναπτυξιακή δυναμική. Τέτοια δυναμική είναι μόνο αυτή που στηρίζεται πρωτίστως:
-
Στην ενίσχυση της παραγωγικής βάσης μέσω των επενδύσεων.
-
Στη διαρκή ποιοτική αναβάθμιση του ανθρώπινου δυναμικού.
-
Στην ενδυνάμωση του ανταγωνισμού σε όλες τις αγορές,
-
Καθώς επίσης, και προπαντός, σε ένα εκτεταμένο πλέγμα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, κυρίως στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.
Ειδικά σε αυτό το τελευταίο ζήτημα, χρειάζεται να δοθεί ιδιαίτερη σημασία και πρώτη προτεραιότητα. Χωρίς εκτεταμένες και ρηξικέλευθες αλλαγές στη δομή του ευρύτερου δημόσιου τομέα δεν μπορούν να τιθασευτούν τα ελλείμματα και τα χρέη, που σήμερα αποτελούν βασική πηγή προβλημάτων. Και όσο χωλαίνει η διαρθρωτική συνιστώσα των δημοσιονομικών μας, δύσκολα θα αποκαθίσταται η εμπιστοσύνη των επενδυτών και των αγορών στις προοπτικές της οικονομίας μας.
Χωρίς τα συστατικά που μόλις ανέφερα, κανένα μείγμα οικονομικής πολιτικής δεν μπορεί να εκκινήσει τους κινητήρες μιας αναπτυξιακής δυναμικής, του τύπου που σήμερα χρειάζεται η χώρα μας. Δηλαδή δυναμικής που βασίζεται σε διαρκή και ουσιαστική βελτίωση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας και στην πλήρη εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών. Και μια επίσης βασική παράμετρος της δυναμικής αυτής πρέπει να είναι η στόχευση στη μακροπρόθεσμα βιώσιμη ανάπτυξη - δηλαδή στην ανάπτυξη που δεν καταστρέφει, αλλά αντίθετα σέβεται και προστατεύει το περιβάλλον.
Ένα τέτοιο μείγμα οικονομικής πολιτικής, επειδή ακριβώς συμβάλλει στη βιώσιμη και σταθερή ανάπτυξη, θα ενισχύσει επίσης την εμπιστοσύνη των επενδυτών και των αγορών όσον αφορά το μέλλον της ελληνικής οικονομίας, τις μεσοπρόθεσμες δημοσιονομικές προοπτικές της και τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού μας συστήματος. Η ενίσχυση της εμπιστοσύνης έχει πρωτεύουσα σημασία, ιδιαίτερα στην παρούσα δυσχερή συγκυρία, προκειμένου να ελαχιστοποιηθούν οι επιπτώσεις της διεθνούς κρίσης για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στη χώρα και να βελτιωθούν οι όροι δανεισμού του Δημοσίου, των τραπεζών, των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών. Διότι:
-
Από το βαθμό εμπιστοσύνης εξαρτάται η αποτελεσματικότητα των εκάστοτε νομισματικών και δημοσιονομικών παρεμβάσεων.
-
Επομένως, από το ρυθμό αποκατάστασης της εμπιστοσύνης θα εξαρτηθεί πόσο γρήγορα θα μπορέσει να σημειωθεί στροφή προς μια νέα πορεία μακρόχρονης και σταθερής οικονομικής και κοινωνικής προόδου.
2. Η τρέχουσα δυσμενής συγκυρία και η άμεση αντιμετώπισή της
Οι κατευθύνσεις που σας ανέπτυξα συνιστούν λύσεις που επείγουν, καθώς οι επιπτώσεις της παγκόσμιας κρίσης γίνονται πλέον αισθητές και στον πραγματικό τομέα της οικονομίας μας. Ο ρυθμός ανόδου του ΑΕΠ επιβραδύνθηκε στο 3,1% το τρίτο τρίμηνο του έτους. Και μολονότι, προς το παρόν, ο ρυθμός ανάπτυξης παραμένει ικανοποιητικός, οι μέχρι στιγμής ενδείξεις και τάσεις δεν αποκλείουν να περιορισθεί ακόμη και κάτω από το προβλεπόμενο επίπεδο το 2009, εάν επαληθευτούν οι προς τα κάτω κίνδυνοι για τις προοπτικές της παγκόσμιας και της ευρωπαϊκής οικονομίας, όπως τους επισημαίνουν οι διεθνείς οργανισμοί.
Πράγματι ορισμένοι δείκτες προοιωνίζονται επιδείνωση των μακροοικονομικών προοπτικών στους αμέσως προσεχείς μήνες. Ειδικότερα:
-
Ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος, που καταρτίζεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή βάσει των ερευνών συγκυρίας του ΙΟΒΕ, υποχώρησε το Νοέμβριο στο κατώτατο σημείο των τελευταίων 19 ετών (όπως εξάλλου συνέβη και για την Ευρωπαϊκή Ένωση ως σύνολο).
-
Οι έρευνες του ΙΟΒΕ δείχνουν εξασθένηση της πρόθεσης των καταναλωτών για σημαντικές αγορές και καταγράφουν προβλέψεις των βιομηχανικών επιχειρήσεων για μείωση των επενδυτικών δαπανών τους το 2009.
-
Και οι περισσότεροι δείκτες της ΕΣΥΕ (βιομηχανικής παραγωγής, νέων βιομηχανικών παραγγελιών, όγκου λιανικού εμπορίου, νέων κυκλοφοριών αυτοκινήτων, όγκου οικοδομικής δραστηριότητας) εμφανίζουν τους τελευταίους μήνες σαφή συρρίκνωση σε σύγκριση με τα περσινά τους επίπεδα.
Ευτυχώς, πάντως, δεν είναι όλοι οι δείκτες-προπομποί αρνητικοί. Στη θετική πλευρά των πραγμάτων παρατηρούνται, στην παρούσα φάση, τα εξής:
-
Oι εξαγωγές εμπορευμάτων πλην πετρελαιοειδών δεν είχαν επηρεαστεί ουσιαστικά μέχρι το Σεπτέμβριο.
-
Οι ρυθμοί πιστωτικής επέκτασης προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά παρέμεναν υψηλοί μέχρι και τον Οκτώβριο.
-
Και ο πληθωρισμός έχει αρχίσει βεβαίως να υποχωρεί (αλλά διατηρούμενος πάντα υψηλότερος από το μέσο όρο της ζώνης του ευρώ).
Ορισμένα από τα στοιχεία που σας ανέφερα ίσως δείχνουν ότι η ελληνική οικονομία επωφελείται ακόμη από την "κεκτημένη ταχύτητά" της, με αποτέλεσμα η επιβράδυνση να μη φαίνεται μέχρι στιγμής ιδιαίτερα απειλητική. Μερικοί μάλιστα ίσως αποτολμούσαν την παραδοξολογία ότι η ελληνική οικονομία μπορεί και να «προστατεύεται» βραχυπρόθεσμα από ορισμένες χρόνιες διαρθρωτικές αδυναμίες της! Μια τέτοια ερμηνεία θα ήταν ασφαλώς τελείως λανθασμένη και θα καθυστερούσε ακόμη περισσότερο τα αναγκαία βήματά μας στον τομέα των διαρθρωτικών αλλαγών. Να σας πω τι εννοώ, δίνοντας τέσσερα παραδείγματα:
-
Πρώτον: Η περιορισμένη εξωστρέφεια της οικονομίας μας, η οποία αντανακλάται στο σχετικά χαμηλό μερίδιο των εξαγωγών αγαθών στο ΑΕΠ (της τάξεως του 10%), συμβάλλει ώστε η υποχώρηση της εξωτερικής ζήτησης για τα προϊόντα μας να έχει σχετικά ηπιότερη επίπτωση στο ρυθμό ανάπτυξης. Μεσοπρόθεσμα, βεβαίως, αυτό κάθε άλλο παρά παρηγορεί. Ίσα-ίσα, παραμένει ζητούμενο να αυξηθεί το μερίδιο των εξαγωγών.
-
Δεύτερον: Ο υψηλός βαθμός πετρελαϊκής "έντασης" και "εξάρτησης" της εγχώριας οικονομίας συμβάλλει, στην παρούσα συγκυρία πτώσης των τιμών του πετρελαίου, στην αποκλιμάκωση του πληθωρισμού και στη συγκράτηση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών. Μεσοπρόθεσμα, όμως, είναι άκρως επιβλαβής, τόσο από οικονομική όσο και από περιβαλλοντική σκοπιά.
-
Τρίτον: Τα στοιχεία δυσκαμψίας στο θεσμικό πλαίσιο της αγοράς εργασίας ίσως είναι, στην παρούσα φάση, μεταξύ των παραγόντων που εξηγούν γιατί η εξέλιξη της απασχόλησης δεν αντανακλά ακόμη την επιδείνωση του οικονομικού περιβάλλοντος. Η αλήθεια όμως είναι ότι, μεσοπρόθεσμα, ο παράγων αυτός αποθαρρύνει τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης και αποβαίνει σε βάρος εκείνων που αναζητούν εργασία.
-
Τέταρτον: Τα στοιχεία δυσκαμψίας στο σύστημα καθορισμού των αμοιβών, στην παρούσα φάση θα λειτουργήσουν "αντικυκλικά", συμβάλλοντας σε τόνωση των εισοδημάτων και της ζήτησης. Έτσι περιορίζουν κάπως το μέγεθος της δημοσιονομικής παρέμβασης που απαιτείται για την αναθέρμανση της ζήτησης. Μεσοπρόθεσμα, όμως, ο σημερινός τρόπος καθορισμού των αμοιβών οδηγεί σε συμφωνίες που έχουν δυσμενείς επιπτώσεις στον πληθωρισμό και την ανταγωνιστικότητα. Σε αυτό συμβάλλουν επίσης και οι συνθήκες ατελούς ανταγωνισμού που χαρακτηρίζουν αρκετές εγχώριες αγορές προϊόντων και υπηρεσιών.
Τα φαινόμενα που μόλις ανέφερα δεν πρέπει να παρερμηνεύονται και να αποτελούν αιτίες εφησυχασμού. Αποτελούν απλά και μόνο μέρος της εξήγησης του γιατί η ελληνική οικονομία, παρά την επιβράδυνση, δεν θα μπει σε ύφεση το 2009, όπως προβλέπεται ότι θα συμβεί σε πολλές από τις λεγόμενες "ισχυρές" οικονομίες.
Η ισχύς μιας οικονομίας δεν εξαρτάται μόνο από τα στοιχεία που παραδοσιακά ονομάζομε "συγκριτικά πλεονεκτήματά" (π.χ. μέγεθος, γεωπολιτική θέση, φυσικοί πόροι, ποιότητα συντελεστών, τεχνογνωσία, κλπ.). Πραγματικά ισχυρή είναι προπάντων η "ανθεκτική" οικονομία, εκείνη που προσαρμόζεται με ευελιξία στις εκάστοτε ανάγκες των καιρών. Και συγκεκριμένα:
-
Στους μεν καλούς καιρούς, δηλαδή στις ανοδικές φάσεις του οικονομικού κύκλου, προνοεί και ετοιμάζεται για τις προκλήσεις του μέλλοντος, αλλά και για τυχόν δυσάρεστες "εκπλήξεις", δηλαδή εξωγενείς κραδασμούς που θα μπορούσαν να εκδηλωθούν απροσδόκητα στην πορεία.
-
Σε χαλεπούς καιρούς πάλι, διαπλέει τις συμπληγάδες φροντίζοντας όχι μόνο να περιορίζονται οι αβαρίες της τρικυμίας, αλλά και να επιδιορθώνονται με θάρρος και επιμονή (ακόμη και εν μέσω θυέλλης) οι δομικές ελλείψεις και τα κενά στο σκαρί έτσι ώστε, όταν γαληνέψουν τα πράματα, να πορευθεί "πρόσω ολοταχώς" προς την πρόοδο και την ευημερία.
Οι συντονισμένες κρατικές παρεμβάσεις που έχουν δρομολογηθεί διεθνώς, για την αντιμετώπιση της κρίσης, είναι πρωτοφανείς σε μέγεθος. Παραδείγματος χάρη, σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα κυβερνητικά σχέδια διάσωσης (rescue plans) ανέρχονται στο συνολικό ποσό των 2,1 δις ευρώ και το πακέτο δημοσιονομικής ώθησης ισοδυναμεί με το 1,5 % του ΑΕΠ της Ένωσης. Από κοινού οι παρεμβάσεις αυτές αντιπροσωπεύουν το 17 % του Ευρωπαϊκού ΑΕΠ. Η προσπάθεια είναι κολοσσιαία. Αντίστοιχης κλίμακας είναι οι προσπάθειες και άλλων μεγάλων χωρών.
Στην Ελλάδα, τα περιθώρια για παρεμβάσεις συμπιέζονται ασφυκτικά από τους γνωστούς δημοσιονομικούς περιορισμούς. Γι αυτό εκείνο που προέχει είναι να ανακουφιστούν από τις επιπτώσεις της κρίσης οι πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες και να ενταθούν οι προσπάθειες υλοποίησης της ατζέντας των μεταρρυθμίσεων που χρειάζεται η οικονομία μας. Όσον αφορά το χρηματοπιστωτικό μας σύστημα, το κεντρικό μέλημα είναι η προάσπιση της σταθερότητάς του με τρόπους που διασφαλίζουν επαρκή και με λογικούς όρους χρηματοδότηση των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών.
Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα
Όπως έχω τονίσει επανειλημμένα, οι ελληνικές τράπεζες παραμένουν κατά βάση υγιείς και ισχυρές. Τα θεμελιώδη μεγέθη τους είναι ικανοποιητικά. Ωστόσο η επί μακρόν παρατεινόμενη αρρυθμία και υποτονικότητα των διεθνών αγορών χρήματος και κεφαλαίων οδηγεί σταδιακά σε συνθήκες πιστωτικής στενότητας με όλα τα αρνητικά συνεπακόλουθα.
-
Πρώτον, οι αγορές (η διατραπεζική και οι αγορές κεφαλαίων) συνέχιζαν για μεγάλο διάστημα να μη λειτουργούν ομαλά.
-
Δεύτερον, με το πάγωμα των κεφαλαιαγορών, έχουν στερέψει οι δυνατότητες τιτλοποίησης δανείων (που αποτελούσαν αξιόλογη πηγή χρηματοδότησης των τραπεζών στο παρελθόν).
-
Τρίτον, το κόστος προσέλκυσης καταθέσεων έχει αυξηθεί σημαντικά (λόγω του περιορισμού της δυνατότητας προσφυγής σε άλλες πηγές κεφαλαίων).
-
Τέταρτον, οι τράπεζες έχουν σημαντικού ύψους υποχρεώσεις εξοφλήσεων το 2009.
-
Και τέλος, λόγω της επιβράδυνσης του ρυθμού οικονομικής δραστηριότητας είναι ενδεχόμενο το 2009 να αυξηθεί το ποσοστό των επισφαλειών και συνακόλουθα να αυξηθούν και οι απαιτούμενες "προβλέψεις".
Είναι συνεπώς εξαιρετικά θετικό ότι σχεδόν όλες οι τράπεζες ανταποκρίθηκαν θετικά, αποδεχόμενες το σχέδιο για τη στήριξη της χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας. Θέλω εδώ να επαναλάβω ότι το σχέδιο αυτό είναι απόλυτα εναρμονισμένο με τις κατευθύνσεις που χάραξε στις 12 Οκτωβρίου η άτυπη σύνοδος κορυφής των χωρών της ζώνης του ευρώ. Και να υπογραμμίσω και πάλι ότι θεωρώ το κυβερνητικό πακέτο των 28 δις απολύτως επαρκές για τους σκοπούς του. Η άποψη της Τράπεζας της Ελλάδος ήταν και είναι ότι δεν υπάρχει ανάγκη πρόσθετης στήριξης.
Η Τράπεζα της Ελλάδος πιστεύει ότι η ενίσχυση τόσο της ρευστότητας των τραπεζών όσο και των ιδίων κεφαλαίων τους, που προβλέπει ο νόμος, θα συντελέσουν ώστε το 2009 ο ρυθμός πιστωτικής επέκτασης προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά να είναι της τάξεως του 10%. Εκτιμούμε ότι ένας τέτοιος ρυθμός, αν και αισθητά χαμηλότερος από τον τρέχοντα (19,7% τον Οκτώβριο, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία), είναι επαρκής για να στηρίξει την προβλεπόμενη αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ το επόμενο έτος.
* * *
Ουδείς πιστεύει ότι η κρίση θα διαρκέσει μόνο λίγους μήνες. Προσωπικά, όμως, θεωρώ ότι οι διεθνώς ενορχηστρωμένες προσπάθειες για την αντιμετώπιση της κατάστασης θα οδηγήσουν σταδιακά σε ομαλοποίηση των συνθηκών στις αγορές και σε ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας από τα τέλη του 2009. Με συντονισμένη και αποφασιστική δράση από τις αρμόδιες αρχές, οι μεγάλες δυσκολίες και τα προβλήματα θα ξεπεραστούν. Ασφαλώς, στις σημερινές προκλήσεις συμπεριλαμβάνεται και η δημιουργία μιας καινούργιας αρχιτεκτονικής για το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα - μιας αρχιτεκτονικής που συνεπάγεται νέα καθήκοντα, τόσο για τις κεντρικές τράπεζες και τους λοιπούς εποπτικούς φορείς, όσο και για τις εμπορικές τράπεζες και τα λοιπά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
Οι ηγέτες των 20 μεγαλύτερων οικονομιών έχουν ήδη θέσει τους βασικούς στόχους - για ενίσχυση της διαφάνειας και της λογοδοσίας, για πιο αποτελεσματική εποπτεία, για προώθηση της ακεραιότητας στη λειτουργία των αγορών, για διεύρυνση της διεθνούς συνεργασίας, για μεταρρύθμιση των διεθνών χρηματοπιστωτικών οργανισμών - και έχουν καταρτίσει και το σχετικό χρονοδιάγραμμα.
Εφόσον αυτά υλοποιηθούν, η νέα ανοδική πορεία, όποτε ξεκινήσει, θα είναι ασφαλέστερη, δηλαδή με λιγότερες αβεβαιότητες και κινδύνους για την παγκόσμια οικονομία και το διεθνές πιστωτικό σύστημα. Επομένως, θα είναι πιο ευνοϊκό και το περιβάλλον μέσα στο οποίο η χώρα μας θα επιδιώκει να θέσει σε κίνηση τη νέα αναπτυξιακή δυναμική που έχει ανάγκη.
* * *
Πιστεύω ότι θα πρέπει οι Έλληνες να εμπνευστούμε από το παράδειγμα ζωής του κ. Γ. Γόντικα. Να διδαχθούμε δηλαδή ότι τα μείζονα προβλήματα λύνονται με σωστό σχεδιασμό και δράση. Τα δύσκολα έργα επιτυγχάνονται, όταν ξεκινάς με όραμα, σχεδιάζεις με πολυετή ορίζοντα και υλοποιείς χωρίς παλινδρομήσεις. Όταν στις μεγάλες προκλήσεις δεν πτοείσαι, αλλά επιταχύνεις το βήμα. Όταν παρακάμπτεις με ευκαμψία τα εμπόδια, χωρίς να χάνεις τον κεντρικό προσανατολισμό. Και προπαντός, όταν, με το παράδειγμά σου, παρασύρεις και τους γύρω να πορεύονται με την ίδια σοφία, σύνεση και αποφασιστικότητα. Αυτά ακριβώς τα προτερήματα επέδειξε ο κ. Γόντικας στη μακρόχρονη και γόνιμη διαδρομή του. Και αυτές ακριβώς τις αρετές χρειαζόμαστε σήμερα οι Έλληνες για να ξεπεράσουμε πιο εύκολα την παρούσα πολύ δύσκολη οικονομική συγκυρία.