Ομιλία του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Νικολάου Χ. Γκαργκάνα στα εγκαίνια της έκθεσης με τίτλο «Η Γένεση της Νεώτερης Ελληνικής Ζωγραφικής, 1830-1930» στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών
17/02/2003 - Ομιλίες
Ομιλία του Διοικητή της Τράπεζας της
Ελλάδος κ. Νικολάου Χ. Γκαργκάνα στα εγκαίνια της
έκθεσης με τίτλο «Η Γένεση της Νεώτερης
Ελληνικής Ζωγραφικής, 1830-1930» στο Μέγαρο Μουσικής
Αθηνών.
Αθήνα, 17 Φεβρουαρίου 2003
Κυρίες και κύριοι,
Με μεγάλη χαρά σας καλωσορίζω στην
έκθεση αυτή, που περιλαμβάνει επιλεγμένα έργα
από τη Συλλογή της Τράπεζας της Ελλάδος και από
ορισμένες άλλες αθηναϊκές συλλογές. Είναι η
δεύτερη φορά που η Τράπεζα εκθέτει έργα από τη
συλλογή της. Η πρώτη έκθεση είχε πραγματοποιηθεί
πριν από 10 χρόνια περίπου. Η τωρινή έκθεση
συμπίπτει με τον εορτασμό των 75 χρόνων από την
ίδρυση της Τράπεζας της Ελλάδος.
Τους τελευταίους μήνες, οι πίνακες της
έκθεσης έκαναν ένα μεγάλο ταξίδι. Το Σεπτέμβριο
μεταφέρθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες της
Αμερικής, όπου εκτέθηκαν επί δύο μήνες περίπου (30
Σεπτεμβρίου - 3 Δεκεμβρίου 2002) στην έδρα του
Ομοσπονδιακού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών των
ΗΠΑ (Federal Reserve), στην Ουάσιγκτον, υπό την αιγίδα του
Καλλιτεχνικού Προγράμματος του Federal Reserve. Η
έκθεση εκείνη ήταν η έβδομη που διοργανώθηκε από
κοινού με άλλη κεντρική τράπεζα, αφότου
εγκαινιάστηκε το Καλλιτεχνικό Πρόγραμμα (το 1975).
Τα τριάντα εννέα έργα που επελέγησαν
για την έκθεση αυτή έχουν φιλοτεχνηθεί τον πρώτο
αιώνα μετά την ίδρυση του νεώτερου ελληνικού
κράτους. Κοινό τους θέμα είναι η εξέλιξη του
ελληνικού χαρακτήρα και των ελληνικών αξιών κατά
την εκατονταετία 1830-1930. Αποκαλύπτουν μια νέα
ελευθερία έκφρασης, την οποία απέκτησαν οι
Έλληνες εικαστικοί δημιουργοί και πέτυχαν ν’
αποτυπώσουν στους υπέροχους καμβάδες τους την
παράλληλη εξέλιξη των καλλιτεχνικών ρευμάτων
του αιώνα και να καταγράψουν τη θαυμαστή πορεία
και τη φυσιογνωμία του ευρύτερου ελληνικού
χώρου.
Οι καλλιτέχνες δημιουργούν
αντικείμενα, συχνά ακολουθώντας μια
συγκεκριμένη τεχνοτροπία που εξαρτάται από τον
τόπο, το χρόνο και τις περιστάσεις. Τα
αντικείμενα αυτά έχουν αισθητική αξία και αυτήν
ακριβώς την αξία καλείται να εκτιμήσει ο θεατής.
Γιατί όμως η Τράπεζα της Ελλάδος, που αποτελεί
τον πυρήνα του χρηματοπιστωτικού συστήματος της
χώρας, να ενδιαφέρεται για τη συλλογή έργων
τέχνης; Βεβαίως δεν είναι η μόνη. Πολλές άλλες
κεντρικές τράπεζες συλλέγουν έργα τέχνης και
υποστηρίζουν τις καλές τέχνες. Η Τράπεζα της
Ελλάδος ξεκίνησε τη συλλογή της το 1928 και ήδη η
συλλογή αυτή αντιπροσωπεύει ένα αξιοσημείωτο
περιουσιακό στοιχείο. Δεν είναι ωστόσο αυτός ο
λόγος ούτε το κίνητρο για μια προσπάθεια που, εκ
πρώτης όψεως τουλάχιστον, τόσο πολύ απέχει απ’
τις κύριες δραστηριότητες μιας κεντρικής
τράπεζας.
Άλλωστε η Τράπεζα δεν κρατά ζηλότυπα
για τον εαυτό της τους καλλιτεχνικούς της
θησαυρούς, αλλά αντιθέτως επιδιώκει, κατά
καιρούς, να τους παρουσιάζει σε ένα όσο το
δυνατόν ευρύτερο κοινό. Με τον τρόπο αυτό,
προωθεί και υποστηρίζει ενεργά την πολιτιστική
ανάπτυξη του τόπου και παράλληλα αποδεικνύει
έμπρακτα ότι κατανοεί την ευαισθησία και την
ποίηση στην ψυχή του λαού. Διότι η τέχνη μάς
επιτρέπει να μεταδίδουμε αξίες που δύσκολα
μπορούν να προσδιοριστούν και να εκφραστούν με
άλλους τρόπους. Όπως συμβαίνει και με την ποίηση,
η αξία της τέχνης έγκειται εξίσου στο τι εκφράζει
και στο πώς το εκφράζει. Ο George Bernard Shaw είχε πει
κάποτε ότι, ενώ ένας καθρέφτης δείχνει την
εξωτερική εμφάνιση ενός ανθρώπου, ένα έργο
τέχνης αποκαλύπτει την ψυχή του.
Κλείνοντας, επιθυμώ να ευχαριστήσω
τους πολυάριθμους συντελεστές της έκθεσης,
δηλαδή όλους εκείνους που εργάστηκαν με ζήλο για
την πραγματοποίησή της. Ιδιαίτερες ευχαριστίες
οφείλονται στον πρώην Διοικητή της Τράπεζας της
Ελλάδος και νυν Αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής
Κεντρικής Τράπεζας κ. Λουκά Παπαδήμο και στη
σύζυγό του Σάννα, διακεκριμένη ζωγράφο, για τη
συμβολή τους στη διοργάνωση της έκθεσης στην
Ουάσιγκτον. Στο πρόσωπο του Προέδρου του,
κ.Χρήστου Λαμπράκη, και του Γενικού Διευθυντού
κ.Νίκου Μανωλόπουλου, ευχαριστώ θερμά τον
Οργανισμό Μεγάρου Μουσικής Αθηνών που δέχθηκε να
φιλοξενήσει την έκθεση που εγκαινιάζεται σήμερα.
Ευχαριστώ επίσης τον Πρόεδρο του Συμβουλίου
Διοικητών του Ομοσπονδιακού Συστήματος
Κεντρικών Τραπεζών κ. Alan Greenspan για τη θερμή του
υποστήριξη, καθώς και την κα Μary Anne Goley,
Διευθύντρια του Καλλιτεχνικού Προγράμματος του
Federal Reserve Board, την κα Μαίρη Μιχαηλίδου, Γενική
Διευθύντρια Πολιτιστικής Ανάπτυξης του
Υπουργείου Πολιτισμού, και τον κ. Μανόλη Βλάχο,
Καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών, για την
ανεκτίμητη συμβολή τους.
Όπως προανέφερα, τα έργα που
παρουσιάζονται σ’ αυτή την έκθεση απεικονίζουν
την πορεία της καλλιτεχνικής δημιουργίας στην
Ελλάδα επί έναν αιώνα αφότου η χώρα απέκτησε την
ανεξαρτησία της. Περισσότερα όμως θα μας πει, ως
ειδικός, ο Καθηγητής κ. Μανόλης Βλάχος, τον οποίο
έχω τη χαρά να σας παρουσιάσω. Ο κ. Βλάχος
διδάσκει Ιστορία της Ευρωπαϊκής Τέχνης στο
Πανεπιστήμιο Αθηνών και έχει στο ενεργητικό του
πολλά συγγράμματα σχετικά με την ελληνική και
ευρωπαϊκή τέχνη. Είναι επίσης συγγραφέας της
εισαγωγής που περιέχεται στο συνοδευτικό
λεύκωμα της έκθεσης και η οποία έχει τίτλο «Η
γένεση της νεώτερης ελληνικής ζωγραφικής
(1830-1930)», από τη Συλλογή της Τράπεζας της Ελλάδος.