Η χρηματοπιστωτική κρίση που ξεκίνησε το 2008 κατέδειξε τα όρια της πληροφόρησης που μπορεί να προέλθει από συγκεντρωτικά μακροοικονομικά στοιχεία και υπογράμμισε την ανάγκη συλλογής αναλυτικών (granular) στοιχείων, τόσο για σκοπούς νομισματικής και μακροοικονομικής πολιτικής όσο και για την υποστήριξη της πολιτικής για τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.
Η χρηματοπιστωτική κρίση που ξεκίνησε το 2008 κατέδειξε τα όρια της πληροφόρησης που μπορεί να προέλθει από συγκεντρωτικά μακροοικονομικά στοιχεία και υπογράμμισε την ανάγκη συλλογής αναλυτικών (granular) στοιχείων, τόσο για σκοπούς νομισματικής και μακροοικονομικής πολιτικής όσο και για την υποστήριξη της πολιτικής για τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.
Η πρωτοβουλία της δημιουργίας του AnaCredit ανήκει στo Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ), το οποίο ξεκίνησε το έργο αυτό το 2011, ενώ η συλλογή στοιχείων άρχισε με δεδομένα για το Σεπτέμβριο του 2018. Η συλλογή των δεδομένων γίνεται από την Εθνική Κεντρική Τράπεζα (ΕθνΚΤ) κάθε χώρας-μέλους της ευρωζώνης και ο πληθυσμός που υποχρεούται να αναγγείλει στοιχεία περιλαμβάνει τα εγχώρια και ξένα πιστωτικά ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στο συγκεκριμένο κράτος-μέλος της ευρωζώνης, καθώς και τα υποκαταστήματά τους που λειτουργούν στο εξωτερικό. Οι πληροφορίες που περιέχονται στο AnaCredit είναι πλήρως εναρμονισμένες για όλα τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης και τα δεδομένα αυτά υπόκεινται σε ποιοτικούς ελέγχους τόσο της κάθε ΕθνΚΤ όσο και της ΕΚΤ, στην οποία συγκεντρώνονται τελικώς. Η συλλογή, ο ποιοτικός έλεγχος και η αποστολή των στοιχείων στην ΕΚΤ από την Τράπεζα της Ελλάδος διενεργούνται σε μηνιαία βάση και διέπονται από τον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/867 της ΕΚΤ, την ΠΔ/ΤΕ 2677/19.05.2017, καθώς και από κανόνες και υποχρεώσεις όπως καθορίζονται στα παρακάτω έγγραφα αναφοράς. Τα στοιχεία που συλλέγονται είναι εμπιστευτικά και για το λόγο αυτό η πρόσβαση σε αυτά και η χρήση τους γίνεται αποκλειστικά και μόνο από την ΕΚΤ και τις αρμόδιες ΕθνΚΤ βάσει του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/867 στο βαθμό και για τους σκοπούς που ορίζονται στον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2533/98.
Η Τράπεζα της Ελλάδος συλλέγει, ελέγχει και διαβιβάζει στην ΕΚΤ πιστωτικά δεδομένα και δεδομένα πιστωτικού κινδύνου από τα πιστωτικά ιδρύματα με έδρα στην Ελλάδα και τα υποκαταστήματα αυτών στο εξωτερικό από το Σεπτέμβριο του 2018.