EN

Πηγές & Μεθοδολογία

Οι Χρηματοπιστωτικοί Λογαριασμοί συμπληρώνουν τους Εθνικούς Λογαριασμούς, επικεντρωνόμενοι στη χρηματοοικονομική διάρθρωση της οικονομίας.

Ενώ οι Εθνικοί Λογαριασμοί εστιάζουν σε μια συστηματική καταγραφή των αγαθών και των υπηρεσιών που παράγονται, καταναλώνονται και αποταμιεύονται σε μια οικονομία κατά τη διάρκεια μιας δεδομένης χρονικής περιόδου (τρίμηνο/έτος), οι Χρηματοπιστωτικοί Λογαριασμοί συμπληρώνουν αυτή την εικόνα, καταγράφοντας τις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές που πραγματοποιούνται παράλληλα με τις συναλλαγές αγαθών και υπηρεσιών (πραγματικές συναλλαγές). 

Πιο συγκεκριμένα, οι Χρηματοπιστωτικοί Λογαριασμοί καταγράφουν, ανά τομέα οικονομίας, δύο είδη πληροφόρησης: τα υπόλοιπα των χρηματοοικονομικών απαιτήσεων και υποχρεώσεων (στο τέλος μιας χρονικής περιόδου)  και τις χρηματοοικονομικές συναλλαγές (κατά τη διάρκεια της ίδιας χρονικής περιόδου). Τα υπόλοιπα αποτελούν μια στιγμιαία εικόνα των χρηματοπιστωτικών στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού στο τέλος ενός τριμήνου ή ενός έτους. Για κάθε τομέα, αυτά τα στοιχεία αντιπροσωπεύουν τις χρηματοπιστωτικές απαιτήσεις και υποχρεώσεις έναντι όλων των υπολοίπων τομέων με τη μορφή ενός ισολογισμού, που περιέχει ως εξισωτικό στοιχείο τις καθαρές χρηματοπιστωτικές απαιτήσεις/υποχρεώσεις. Επιπρόσθετα, οι Χρηματοπιστωτικοί Λογαριασμοί καταγράφουν τις ροές, δηλαδή τις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια ενός τριμήνου ή ενός έτους, και που παίρνουν τη μορφή είτε της καθαρής κτήσης χρηματοπιστωτικών απαιτήσεων είτε της καθαρής ανάληψης υποχρεώσεων, με το εξισωτικό στοιχείο να είναι η καθαρή παροχή/λήψη χρηματοδότησης.

Συνεπώς, οι Χρηματοπιστωτικοί Λογαριασμοί αποτυπώνουν τη ροή της χρηματοδότησης από τομείς που έχουν χρηματοπιστωτικό πλεόνασμα προς τομείς που παρουσιάζουν χρηματοπιστωτικό έλλειμμα. Επιπλέον, οι Χρηματοπιστωτικοί Λογαριασμοί μπορούν να αποκαλύψουν τη βασική δομή του χρηματοπιστωτικού συστήματος, τους διαύλους μέσω των οποίων αποκτώνται τα περιουσιακά στοιχεία και οι χρηματοπιστωτικοί πόροι, καθώς και τη χρηματοπιστωτική συμπεριφορά των επιμέρους τομέων της οικονομίας, δηλαδή της γενικής κυβέρνησης, των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών.

Στους Χρηματοπιστωτικούς Λογαριασμούς τα στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού ταξινομούνται σύμφωνα με δύο κριτήρια: τον θεσμικό τομέα που κατέχει ή εξέδωσε το συγκεκριμένο χρηματοπιστωτικό μέσο (π.χ. χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, κεντρική κυβέρνηση) και τον τύπο του χρηματοπιστωτικού μέσου (π.χ. καταθέσεις, τίτλοι). 

Τομείς της Οικονομίας

Οι θεσμικές μονάδες που αποτελούν αντικείμενο ανάλυσης των Χρηματοπιστωτικών Λογαριασμών είναι οι οικονομικές οντότητες που μπορούν να κατέχουν αγαθά και περιουσιακά στοιχεία, να αναλαμβάνουν οικονομικές υποχρεώσεις και να συναλλάσσονται με άλλες μονάδες. 
Οι θεσμικές μονάδες που αποτελούν αντικείμενο ανάλυσης των Χρηματοπιστωτικών Λογαριασμών είναι οι οικονομικές οντότητες που μπορούν να κατέχουν αγαθά και περιουσιακά στοιχεία, να αναλαμβάνουν οικονομικές υποχρεώσεις και να συναλλάσσονται με άλλες μονάδες. Κατατάσσονται σε τομείς και σε υποτομείς σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Σύστημα Λογαριασμών 2010 (EΣΛ 2010). Ο ορισμός των τομέων δίνεται παρακάτω:

Σύνολο οικονομίας (κάτοικοι) (S.1)

Αποτελείται από όλους τους θεσμικούς τομείς που θεωρούνται μόνιμοι κάτοικοι της Ελληνικής επικράτειας και, συγκεκριμένα, από τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, τις χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, τη γενική κυβέρνηση, τα νοικοκυριά και τα μη κερδοσκοπικά ιδρύματα που εξυπηρετούν τα νοικοκυριά.

Μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις (S.11)

Αποτελείται από θεσμικές μονάδες των οποίων η βασική δραστηριότητα είναι η παραγωγή αγαθών και μη χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και μπορεί να είναι ιδιωτικές, δημόσιες ή οιονεί επιχειρήσεις.

Χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις (S.12)

Αποτελείται από θεσμικές μονάδες των οποίων η βασική δραστηριότητα είναι η παροχή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Περιλαμβάνει την κεντρική τράπεζα (S.121), δηλ. την Τράπεζα της Ελλάδος, τις εταιρίες που δέχονται καταθέσεις εκτός από την κεντρική τράπεζα (S.122), τα αμοιβαία κεφάλαια χρηματαγοράς (ΑΚΧΑ) (S.123), τους επενδυτικούς οργανισμούς πλην των ΑΚΧΑ (S.124), τους λοιπούς ενδιάμεσους χρηματοοικονομικούς οργανισμούς εκτός από ασφαλιστικές εταιρίες και συνταξιοδοτικά ταμεία (S.125), τους επικουρικούς χρηματοοικονομικούς οργανισμούς και φορείς (S.126), τους θυγατρικούς χρηματοοικονομικούς οργανισμούς και δανειστές χρημάτων (S.127), τις ασφαλιστικές εταιρίες (S.128) και τα συνταξιοδοτικά ταμεία (ταμεία επαγγελματικής ασφάλισης) (S.129).

Γενική  Κυβέρνηση (S.13)

Περιλαμβάνει την κεντρική κυβέρνηση (S.1311), δηλαδή όλες τις διοικητικές υπηρεσίες του κράτους και τους λοιπούς κεντρικούς φορείς, η αρμοδιότητα των οποίων εκτείνεται κατά κανόνα σε όλη την οικονομική επικράτεια, εκτός από τη διοίκηση των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης, την τοπική αυτοδιοίκηση (S.1313), δηλ. εκείνες τις μορφές της δημόσιας διοίκησης η αρμοδιότητα των οποίων εκτείνεται σε μέρος μόνο της οικονομικής επικράτειας, και τους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης (S.1314), δηλ. όλες τις θεσμικές μονάδες που έχουν ως κύρια δραστηριότητα την προσφορά κοινωνικών παροχών.

Νοικοκυριά (S.14) και Μη κερδοσκοπικά ιδρύματα που εξυπηρετούν τα νοικοκυριά (S.15)

Περιλαμβάνει φυσικά πρόσωπα ή ομάδες φυσικών προσώπων με την ιδιότητά τους ως καταναλωτών και ως επιχειρηματιών που παράγουν εμπορεύσιμα αγαθά και υπηρεσίες, καθώς και μη κερδοσκοπικά ιδρύματα που εξυπηρετούν νοικοκυριά, όπως τα εργατικά σωματεία, τα πολιτικά κόμματα, οι φιλανθρωπικοί οργανισμοί κλπ.

Εξωτερικός Τομέας (S.2)

Αποτελείται από μονάδες που δεν είναι μόνιμοι κάτοικοι της Ελληνικής επικράτειας και είτε διενεργούν συναλλαγές είτε έχουν άλλους οικονομικούς δεσμούς με μονάδες που είναι μόνιμοι κάτοικοι. Το κριτήριο που καθορίζει τη «μόνιμη διαμονή» αναλύεται στο εγχειρίδιο του ισοζυγίου πληρωμών του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, σύμφωνα με το οποίο  «μόνιμος κάτοικος» σημαίνει: (1) οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο, ανεξάρτητα από την εθνικότητά του/της, που διαμένει ή σκοπεύει να διαμείνει στην Ελλάδα για τουλάχιστον ένα χρόνο και (2) οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο που έχει έδρα στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένων και των υποκαταστημάτων νομικών προσώπων που έχουν έδρα στο εξωτερικό αλλά είναι εγκατεστημένα και δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα. Ο εξωτερικός τομέας στους Χρηματοπιστωτικούς Λογαριασμούς χωρίζεται σε δύο υποτομείς: στις χώρες της ζώνης του ευρώ και στις λοιπές χώρες.

Χρηματοπιστωτικά μέσα

Τα χρηματοπιστωτικά μέσα διακρίνονται ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους και ταξινομούνται κατά φθίνουσα σειρά, με βάση τον βαθμό ρευστότητάς τους. Επιπλέον, χωρίζονται σύμφωνα με την αρχική τους διάρκεια σε βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. 
Τα χρηματοπιστωτικά μέσα διακρίνονται ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους και  ταξινομούνται κατά φθίνουσα σειρά, με βάση τον βαθμό ρευστότητάς τους. Επιπλέον, χωρίζονται σύμφωνα με την αρχική τους διάρκεια σε βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. 

Σύμφωνα με το ΕΣΛ 2010, τα βραχυπρόθεσμα μέσα είναι αυτά που έχουν αρχική διάρκεια μέχρι και ένα έτος ενώ τα μακροπρόθεσμα είναι αυτά που έχουν αρχική διάρκεια μεγαλύτερη του ενός έτους.

Νομισματικός Χρυσός και Ειδικά Τραβηκτικά Δικαιώματα (ΕΤΔ) (F.1)

Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνεται ο χρυσός τον οποίο κατέχει η Τράπεζα της Ελλάδος ως στοιχείο των συναλλαγματικών διαθεσίμων και τα αποθέματα των ΕΤΔ που κατέχει η Τράπεζα της Ελλάδος. Και τα δύο αποτιμώνται σε αγοραίες/τρέχουσες αξίες.

Μετρητά (F.21)

Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται τα κέρματα και τα τραπεζογραμμάτια. Το συνολικό ποσό των μετρητών σε ευρώ που κατέχουν οι  Έλληνες μόνιμοι κάτοικοι (φυσικά και νομικά πρόσωπα) βασίζεται σε εκτιμήσεις, δεδομένου ότι σε μία νομισματική ένωση όπως είναι η ζώνη του ευρώ, τα μετρητά που κυκλοφορούν σε κάθε μία χώρα δεν είναι δυνατόν να υπολογιστούν με ακρίβεια.

Μεταβιβάσιμες Καταθέσεις (F.22)

Αυτή η κατηγορία αποτελείται από τις καταθέσεις που είναι άμεσα μεταβιβάσιμες σε πρώτη ζήτηση για τη διενέργεια πληρωμών προς άλλους οικονομικούς παράγοντες με χρήση κοινών μέσων πληρωμών χωρίς σημαντική καθυστέρηση, περιορισμό ή κύρωση.  

Λοιπές Καταθέσεις (F.29)

Περιλαμβάνει όλα τα άλλα είδη καταθέσεων πλην των μεταβιβάσιμων: καταθέσεις ταμιευτηρίου, καταθέσεις υπό προειδοποίηση, καταθέσεις προθεσμίας, δεσμευμένες καταθέσεις, πιστοποιητικά καταθέσεων και συμφωνίες επαναγοράς. Τα υπόλοιπα των καταθέσεων όλων των κατηγοριών καταγράφονται στην ονομαστική τους αξία. Οι καταθέσεις σε συνάλλαγμα εκφράζονται στο εγχώριο νόμισμα, χρησιμοποιώντας τη σχετική ισοτιμία που ισχύει στο τέλος της περιόδου αναφοράς. Οι τόκοι που δεν έχουν ακόμα καταβληθεί (δεδουλευμένοι τόκοι) περιλαμβάνονται στις καταθέσεις. 

Χρεόγραφα (F.3)

Τα χρεόγραφα είναι διαπραγματεύσιμα χρηματοοικονομικά μέσα που πιστοποιούν τη σύναψη χρέους. Κατηγοριοποιούνται ανάλογα με την αρχική τους διάρκεια σε βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Τα χρεόγραφα αποτιμώνται στις τρέχουσες τιμές της αγοράς και περιλαμβάνουν τους δεδουλευμένους και μη καταβληθέντες τόκους, σύμφωνα με τους κανόνες αποτίμησης του EΣΛ 2010.

Δάνεια (F.4)

Δάνεια δημιουργούνται όταν οι πιστωτές δανείζουν κεφάλαια στους δανειολήπτες, τα οποία δεν τεκμηριώνονται με έγγραφα ή τεκμηριώνονται με μη διαπραγματεύσιμα έγγραφα. Κατηγοριοποιούνται με βάση την αρχική τους διάρκεια σε βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Τα δάνεια αποτιμώνται σε ονομαστικές αξίες και περιλαμβάνουν τους δεδουλευμένους και μη καταβληθέντες τόκους.

Συμμετοχικοί τίτλοι (F.51)

Αυτή η κατηγορία αντιπροσωπεύει δικαιώματα κυριότητας επί εταιριών ή οιονεί εταιριών, αποτελώντας απαίτηση επί της υπολειμματικής αξίας τους μετά την ικανοποίηση των απαιτήσεων όλων των πιστωτών. Περιλαμβάνει εισηγμένες και μη εισηγμένες μετοχές καθώς και λοιπούς συμμετοχικούς τίτλους, εξαιρουμένων των μετοχών/μεριδίων επενδυτικών οργανισμών, τα οποία κατατάσσονται σε ξεχωριστή κατηγορία του ΕΣΛ 2010. Οι εισηγμένες μετοχές αποτιμώνται σε αγοραίες αξίες, ενώ οι μη εισηγμένες μετοχές και οι λοιπές συμμετοχές σε κεφάλαιο αποτιμώνται σε εκτιμώμενες αγοραίες αξίες.

Μετοχές ή μερίδια επενδυτικών οργανισμών (F.52)

Οι επενδυτικοί οργανισμοί είναι επιχειρήσεις συλλογικών επενδύσεων οι οποίες επενδύουν σε χρηματοοικονομικά ή/και μη χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία, εφόσον σκοπός τους είναι η επένδυση κεφαλαίων που συγκεντρώνονται από το κοινό. Οι εταιρίες αυτές εκδίδουν είτε μετοχές είτε μερίδια, ανάλογα με τη δομή τους. Οι μετοχές ή τα μερίδια αποτιμώνται σε αγοραίες αξίες.

Ασφαλιστικά δικαιώματα, συνταξιοδοτικά δικαιώματα και σχήματα τυποποιημένων εγγυήσεων (F.6)

Αφορούν τις προβλέψεις των ασφαλιστικών εταιριών και των συνταξιοδοτικών ταμείων (ταμείων επαγγελματικής ασφάλισης) για μελλοντικές πληρωμές προς τους δικαιούχους. Περιλαμβάνουν: τεχνικά αποθεματικά ασφαλίσεων κατά ζημιών (F.61), τεχνικά αποθεματικά ασφαλίσεων ζωής και προστασίας εισοδήματος (F.62), συνταξιοδοτικά δικαιώματα (F.63),  δικαιώματα μη συνταξιοδοτικών παροχών (F.65) και προβλέψεις για καταπτώσεις τυποποιημένων εγγυήσεων (F.66). Τα ποσά καταγράφονται σε αγοραίες αξίες, οι οποίες υπολογίζονται με βάση την τρέχουσα τιμή των δικαιωμάτων των ασφαλισμένων στην καταβολή του εφάπαξ ποσού ή μιας ετήσιας προσόδου.

Χρηματοοικονομικά παράγωγα και δικαιώματα προαίρεσης επί μετοχών που χορηγούνται σε εργαζόμενους (F.7)

Σύμφωνα με το ΕΣΛ 2010, αυτή η κατηγορία περιλαμβάνει όλα τα παράγωγα προϊόντα, όπως δικαιώματα προαίρεσης (options), προθεσμιακά συμβόλαια (forwards), συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης (futures), πιστωτικά παράγωγα, συμφωνίες ανταλλαγής νομισμάτων, συμφωνίες ανταλλαγής επιτοκίων, καθώς και δικαιώματα προαίρεσης επί μετοχών που χορηγούνται σε εργαζόμενους. Όλα τα ανωτέρω καταγράφονται στις τρέχουσες τιμές της αγοράς.

Λοιποί εισπρακτέοι/πληρωτέοι λογαριασμοί (F.8)

Αυτή η κατηγορία αποτελείται από δικαιώματα και υποχρεώσεις που δημιουργούνται από εμπορικές πιστώσεις και προκαταβολές καθώς και από χρηματοπιστωτικά περιουσιακά στοιχεία και υποχρεώσεις που δεν κατατάσσονται σε καμία άλλη κατηγορία. Καταγράφονται στην ονομαστική τους αξία.

Πηγές

Τα στοιχεία συλλέγονται από τις υπόχρεες θεσμικές μονάδες, ανά μήνα ή ανά τρίμηνο, όπως ορίζεται από σχετικές Πράξεις Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, το Καταστατικό της οποίας έχει ισχύ νόμου αυξημένης τυπικής ισχύος και αναφέρει (Άρθρο 55Γ) ότι η Τράπεζα της Ελλάδος έχει το δικαίωμα να ζητά στοιχεία από οποιαδήποτε θεσμική μονάδα που έχει ιδρυθεί στην Ελλάδα.

Τα στοιχεία συλλέγονται από τις υπόχρεες θεσμικές μονάδες, ανά μήνα ή ανά τρίμηνο, όπως ορίζεται από σχετικές Πράξεις Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, το Καταστατικό της οποίας έχει ισχύ νόμου αυξημένης τυπικής ισχύος και αναφέρει (Άρθρο 55Γ) ότι η Τράπεζα της Ελλάδος έχει το δικαίωμα να ζητά στοιχεία από οποιαδήποτε θεσμική μονάδα που έχει ιδρυθεί στην Ελλάδα.

Συγκεκριμένα, η Τράπεζα της Ελλάδος συλλέγει στοιχεία απευθείας από τα Νομισματικά Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα (ΝΧΙ), τα Λοιπά Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα, τις Ασφαλιστικές Εταιρίες και τα Συνταξιοδοτικά Ταμεία. Άλλες πηγές πληροφόρησης είναι η Ελληνική Στατιστική Αρχή, το Υπουργείο Οικονομικών, το Χρηματιστήριο Αθηνών, το Κεντρικό Γραφείο Ισολογισμών (CBSO) της Τράπεζας της Ελλάδος, το Γενικό Εμπορικό Μητρώο (ΓΕΜΗ), ιδιωτικές εταιρίες παροχής επιχειρηματικής πληροφόρησης, καθώς και τις βάσεις δεδομένων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (CSDB/SHSDB).

Όσον αφορά τα νοικοκυριά και τα μη κερδοσκοπικά ιδρύματα που εξυπηρετούν τα νοικοκυριά, δεν συλλέγονται στοιχεία απευθείας από την πηγή, ωστόσο, πληροφορίες για έναν αριθμό χρηματοπιστωτικών μέσων που κατέχονται από αυτόν τον τομέα παρέχονται από τους υπόλοιπους τομείς της οικονομίας. Τέλος, οι Χρηματοπιστωτικοί Λογαριασμοί για τον εξωτερικό τομέα καταρτίζονται χρησιμοποιώντας τη Διεθνή Επενδυτική Θέση (ΔΕΘ) και τα στοιχεία του Ισοζυγίου Πληρωμών.

Κατάρτιση Χρηματοπιστωτικών Λογαριασμών - ARIADNE

Η κατάρτιση των Χρηματοπιστωτικών Λογαριασμών πραγματοποιείται μέσω ενός εξειδικευμένου συστήματος πληροφορικής που έχει αναπτύξει η Διεύθυνση Πληροφορικής της Τράπεζας της Ελλάδος (ARIADNE). 
Η κατάρτιση των Χρηματοπιστωτικών Λογαριασμών πραγματοποιείται μέσω ενός εξειδικευμένου συστήματος πληροφορικής που έχει αναπτύξει η Διεύθυνση Πληροφορικής της Τράπεζας της Ελλάδος (ARIADNE). 

Η διαδικασία που ακολουθείται χωρίζεται στα παρακάτω στάδια: (i) συλλογή στατιστικών στοιχείων από τις πρωτογενείς πηγές, (ii) πραγματοποίηση υπολογισμών των απαιτούμενων χρονοσειρών για την κατάρτιση των Χρηματοπιστωτικών Λογαριασμών, (iii) ποιοτικός έλεγχος για τη διασφάλιση της συνέπειας των στοιχείων και έλεγχος για τη σωστή αποτύπωση των οικονομικών εξελίξεων, (iv) παραγωγή των Χρηματοπιστωτικών Λογαριασμών για κάθε τομέα της οικονομίας και, τέλος, (v) δημοσίευση των στοιχείων στην ιστοσελίδα της Τράπεζας της Ελλάδος και αποστολή τους σε Διεθνείς Οργανισμούς όπως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η EUROSTAT, η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (BIS) και ο Οργανισμός για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ).

 Content Editor

Αυτό το website χρησιμοποιεί cookies για την βελτιστοποίηση της εμπειρίας σας. Μάθετε περισσότερα
Αποδέχομαι